«Don’t come knocking». Ένας big star (Σαμ Σέπαρντ) στα πρόθυρα νευρικής

κρίσης, με τον Βιμ Βέντερς πίσω από την κάμερα

Κάποτε το βασικό μοτίβο των ταινιών ήταν «αγόρι συναντάει κορίτσι». Σήμερα

τροποποιήθηκε ως εξής: «Μοναχικός άντρας ψάχνει σπιτικό»!

H κεντρική ιδέα του τελευταίου σεναρίου του Σαμ Σέπαρντ και της τελευταίας,

ίσως πιο ώριμης, σκηνοθεσίας του Βιμ Βέντερς «Don’t come knocking» (ας πούμε

«Μη χτυπάς την πόρτα») πάει κάπως έτσι: διάσημος πενηντάρης σταρ του

κινηματογράφου (Σαμ Σέπαρντ) εγκαταλείπει τα γυρίσματα μιας ταινίας γουέστερν

και καβάλα στο άλογο εξαφανίζεται μακριά από την άγρια δημοσιότητα και το

αγριεμένο πλήθος. Για να ξαποστάσει από το τρεχαλητό χτυπάει, ύστερα από

τριάντα χρόνια απουσίας, την πόρτα της μητέρας του (Εύα Μαρί Σεντ). Εκείνη τον

ταΐζει, τον ποτίζει και στο τέλος τον ρωτάει: «Δεν μου λες Χάουαρντ, εκείνο το

παιδί που έκανες με την γκαρσόνα πρέπει να είναι παλικάρι της παντρειάς

τώρα!». Εγώ, παιδί, γκαρσόνα; Πού, πώς, πότε;

Το «πού» είναι το Μπιουτ, η λεγόμενη και Poisonville (τοξικόπολις) της

Μοντάνα. Το «πότε» έχει λάβει χώρα καμιά εικοσιπενταριά χρόνια πριν. Όσο για

το «πώς», ε αυτό το ξέρει μόνο ο Χάουαρντ, η γκαρσόνα (Τζέσικα Λανγκ) και ο…

Θεός. Έτσι ο μοναχικός και έρημος καβαλάρης, πιστεύοντας πως επιτέλους θα βρει

ρίζα και σπιτικό, χτυπάει το κουδούνι. H Τζέσικα Λανγκ μετά του τέκνου

ανοίγουν, βλέπουν και άφωνοι ακούνε τον ξένο να τους λέει: «Επιτέλους, ήρθα».

Πολύ αργά. Διότι ο Χάουαρντ είναι coward (δειλός)!

Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει είναι και αυτονόητο και επίκαιρο.

Τόση φασαρία για έναν κατά λάθος… πατέρα;

Βέντερς: «Αισθάνομαι, όχι μόνο εγώ αλλά αρκετοί της γενιάς, μετέωρος

και χαμένος. Χωρίς ιδεολογικό «πατέρα» και χωρίς συγκεκριμένο «καρπό».

Επομένως ψάχνουμε. Και όταν ψάχνεις, δεν χτυπάς κανέναν. Ψάχνεις να βρεις, να

ακουμπήσεις, να στεγαστείς, να συμφιλιωθείς. Άλλωστε, σε ρεαλιστικό επίπεδο, η

σημερινή οικογένεια βρίσκεται σε κατάσταση αποσύνθεσης».

Σαμ Σέπαρντ (παρεμβαίνει): «H πληγή είναι ανοιχτή και το εσωτερικό

τραύμα του ήρωα αιμορραγεί. Και όταν έρχεται η κρίσιμη στιγμή να αντιμετωπίσει

τα γεγονότα και να θεραπεύσει την πληγή, καταλαβαίνει, όπως θα καταλαβαίναμε

όλοι μας, ότι όλα αυτά τα χρόνια δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να γεμίζει με

χρήμα και δόξα και να αδειάζει από ουσία. Αποτυχημένος, άδειος και

χρεοκοπημένος».

Αυτό είναι το «θέμα» της ταινίας;

Σέπαρντ: «Όταν πιάνω το μολύβι δεν σκέφτομαι να βρω κοινωνικά,

ψυχολογικά, μυθικά θέματα. Πρώτα με ερεθίζει ο χαρακτήρας του ήρωα και μετά

έρχεται μόνη της η πλοκή. Μόνο μέσα απ’ αυτήν τη διαδικασία το σενάριο γίνεται

ρεαλιστικό και πειστικό. Πρώτα οι άνθρωποι, ύστερα οι σχέσεις».

Βέντερς: «Οι χαρακτήρες είναι οι ιμάντες που «μεταφέρουν» και

εξελίσσουν την ιστορία. Ας πούμε η περίπτωση του Χάουαρντ είναι

χαρακτηριστική. Τόσα χρόνια ζούσε ερήμην της αληθινής ζωής. Το «σπίτι» είναι

προσωρινά κλειστό επειδή ο ιδιοκτήτης έχει πάει για φαγητό. Και όταν στη

συνέχεια ανακαλύπτει πως κάπου στον πλανήτη υπάρχει κάποιος γιος, καλλιεργεί

μέσα του την ψευδαίσθηση πως επειδή είναι επιθυμητός στη δουλειά του θα είναι

και από τη νέα οικογένειά του. Επομένως οι χαρακτήρες φτιάχνουν την ιστορία

και όχι η ιστορία τούς χαρακτήρες. Όπως ακριβώς συνέβαινε στα σπουδαία

γουέστερν».

«Είμαι με την καλή Αμερική»

Πάντα με την Αμερική;

Βέντερς: «Με την καλή, την ηρωική, τη θρυλική, τη μυθική Αμερική.

Μεγάλωσα στη μεταπολεμική Γερμανία, ακούγοντας αμερικανική μουσική και

βλέποντας καουμπόικες και αστυνομικές ταινίες. Ας πούμε το «Looking for home»

(«Αναζητώντας σπιτικό») είναι το βασικό μοτίβο των κλασικών γουέστερν. Ο

μοναχικός καουμπόη που ψάχνει να ριζώσει και να ξαποστάσει σε κάποιο ζεστό

σπιτικό. Πάντα στην Αμερική I feel like home»!

INFO

Το «Don’t come knocking» του Βιμ Βέντερς θα προβληθεί στις ελληνικές αίθουσες

την προσεχή κινηματογραφική σεζόν.