Πρίγκιπας Μπαντάρ. Μαέστρος της διπλωματίας και βασιλιάς της ίντριγκας

Έπειτα από 22 χρόνια στη θέση του πρεσβευτή της Σαουδικής Αραβίας στις

Ηνωμένες Πολιτείες, ο πρίγκιπας Μπαντάρ, 56 χρόνων, ανακοίνωσε την αποχώρησή

του. Μια προαναγγελθείσα έξοδος, σε μια στιγμή που το βασίλειο του πετρελαίου

απειλείται από τις επιθέσεις της αλ-Κάιντα και την ένταση για τη διαδοχή του

βασιλιά Φαχντ.

Πατέρας του είναι ο πρίγκιπας Σουλτάν, υπουργός Άμυνας σήμερα της Σαουδικής

Αραβίας. Μητέρα του, μια υπηρέτρια των ανακτόρων. H καταγωγή του αυτή τον

κράτησε στη σκιά μέχρι που η γιαγιά του, η χήρα του βασιλιά Αμπντουλαζίζ,

θέλησε να τον αναδείξει. Πιλότος καταδιωκτικού, σπουδές σε αμερικανικό

πανεπιστήμιο, ο Μπαντάρ έγινε ο καλύτερος φίλος της Ουάσινγκτον και συνέβαλε

στην υπογραφή σημαντικών οικονομικών συμφωνιών, για πωλήσεις πολεμικών

αεροσκαφών και πετρελαίου. Το 1983 διορίστηκε πρεσβευτής και κατέκτησε την

εμπιστοσύνη πολλών προέδρων. Πήγαινε για κυνήγι με τον Κάρτερ και για ψάρεμα

με τον πρεσβύτερο Μπους. Πολύ γενναιόδωρος, χρηματοδότησε με μια επιταγή

δισεκατομμυρίου το πανεπιστήμιο του Άρκανσω, της Πολιτείας του Μπιλ Κλίντον.

Λάτρης των αλόγων και των πούρων, έγινε «ο Σαουδάραβας Γκάτσμπυ». Και

βυθίστηκε στην αμερικανική πραγματικότητα. Υιοθέτησε τα τεξάνικα μποτάκια,

έγινε φανατικός οπαδός των Ντάλλας Καουμπόις στο αμερικάνικο φουτμπόλ. Και

θεμελίωσε μια ειδική σχέση με την οικογένεια Μπους, βασισμένη σε πολιτικούς

συσχετισμούς και σε ιδιωτικά (πετρελαϊκά) συμφέροντα. Ο πρίγκιπας

πηγαινοερχόταν και φωτογραφιζόταν στο ράντσο του Μπους στο Τέξας.

Για πολλούς, εκτός από μαέστρος της διπλωματίας (κατάφερνε να πείθει τους

Αμερικανούς πως μπορούσαν να έχουν ό,τι θέλουν από τον βασιλιά Φαχντ, και τους

Σαουδάραβες ότι μπορούσαν να έχουν ό,τι θέλουν από την Ουάσινγκτον, λέει γι’

αυτόν ένας Αμερικανός διπλωμάτης), ο Μπαντάρ υπήρξε και ο βασιλιάς της

ίντριγκας. Συμμετέσχε στις συνεννοήσεις για την αναχώρηση της ηγεσίας της ΟΑΠ

από τη Βηρυτό το καλοκαίρι του 1982. Διαδραμάτισε ρόλο στο σκάνδαλο Ιρανγκέιτ,

την παράνομη χρηματοδότηση των αντικυβερνητικών ανταρτών κόντρας της

Νικαράγουας με τα έσοδα από παράνομες πωλήσεις όπλων στο Ιράν των αγιατολάχ.

Συντόνιζε με τη CIA και τις πακιστανικές μυστικές υπηρεσίες τη βοήθεια προς

τους Αφγανούς μουτζαχεντίν που πολεμούσαν τον Κόκκινο Στρατό. Και όταν το Ιράκ

εισέβαλε στο Κουβέιτ το καλοκαίρι του 1990, πρωτοστάτησε στις συνεννοήσεις που

έφεραν τους Αμερικανούς στρατιώτες στη «γη του Προφήτη» εξοργίζοντας τους

φονταμελνταλιστές και τον ίδιο τον Οσάμα Μπιν Λάντεν.

Το αστέρι του Μπαντάρ έδυσε με την 11η Σεπτεμβρίου. H σύζυγός του κατηγορήθηκε

ότι είχε χρηματοδοτήσει ριζοσπαστικές ισλαμικές οργανώσεις. Και ο ίδιος

βρέθηκε στο επίκεντρο πολεμικής αφού έγινε γνωστό πως αρκετοί συγγενείς των

Μπιν Λάντεν, κάτοικοι των ΗΠΑ, αφέθηκαν να φύγουν από την αμερικανική

επικράτεια στο πλαίσιο μιας μυστικής επιχείρησης. Ο αμερικανικός Τύπος άρχισε

να αναφέρεται στον «σαουδαραβικό σύνδεσμο» και στην προστασία που παρείχε το

Ριάντ στους εμπνευστές των φονταμενταλιστών…