Είκοσι χρόνια έψαχνε η 41 χρόνων ιδιωτική υπάλληλος Τρούντι Ρίτσαρντς στα

δάση της Τασμανίας το πλάσμα με το κεφάλι του λύκου, τον μάρσιπο του καγκουρό

και τις ραβδώσεις της τίγρης. Κι έπειτα το είδε. Επιμένει. Κι ας έχει

περιληφθεί ο τίγρης της Τασμανίας στη λίστα των εκλιπόντων ειδών από το

1986…

Για να είμαστε ακριβέστεροι, ο τίγρης της Τασμανίας περιελήφθη στη λίστα των

εκλιπόντων ειδών πενήντα χρόνια αφότου πέθανε, στην αιχμαλωσία, στον Ζωολογικό

Κήπο Χόμπαρτ της Τασμανίας, ο τελευταίος γνωστός εκπρόσωπός του. Παρ’ όλο που

ορισμένοι επιστήμονες δηλώνουν πως το ζώο θα μπορούσε να έχει επιβιώσει και τη

δεκαετία του 1980, επισήμως δεν το έχει δει κανείς εδώ και 68 χρόνια.

Παρόμοιες… αρνητικές σκέψεις, ωστόσο, δεν αποθαρρύνουν κυνηγούς όπως η

Ρίτσαρντς. H Τασμανία, ένα τραχύ νησί 460.000 κατοίκων νότια της αυστραλιανής

ενδοχώρας, είναι γνωστή για τον ανεξάρτητο «χαρακτήρα» της και πολλοί εδώ

απορρίπτουν τις ετυμηγορίες της επιστήμης. Γι’ αυτούς, η επιβίωση του

μεγαλύτερου μαρσιποφόρου σαρκοβόρου της γης είναι ζήτημα πίστης. «Βρίσκονται

εκεί έξω», λέει η 41χρονη Ρίτσαρντς, η οποία εργάζεται ως υπάλληλος σε

κατάστημα.

Μάρσιπος. Ο τίγρης της Τασμανίας έμοιαζε περισσότερο με μεγάλο σκύλο παρά με

τίγρη. Είχε κεφάλι όμοιο με λύκου και σαγόνια με εντυπωσιακό άνοιγμα. Το σώμα

του ήταν κιτρινο-καφέ με μαύρες ραβδώσεις στη ράχη και τα πίσω του άκρα. Είχε

μακρύ μουσούδι και παχιά, άκαμπτη ουρά. Το θηλυκό είχε έναν μάρσιπο που άνοιγε

προς το πίσω μέρος του, για την αποτελεσματικότερη προστασία του μικρού όταν η

μητέρα μετακινούνταν μέσα στους θάμνους.

Τον 19ο αιώνα, όταν οι Ευρωπαίοι έποικοι έφεραν στην Τασμανία πρόβατα, ο

τίγρης βρήκε μια ωραιότατη, έτοιμη πηγή τροφής. Οι κτηνοτρόφοι τον

κατηγορούσαν για κάθε τους απώλεια . Το 1888, η κυβέρνηση τον επικήρυξε έναντι

μιας στερλίνας – ήταν το ισοδύναμο ενός βδομαδιάτικου. Χιλιάδες τίγρεις

πυροβολήθηκαν, παγιδεύτηκαν, πιάστηκαν, χτυπήθηκαν αλύπητα με ρόπαλα και

δηλητηριάστηκαν. Το 1910, ο πληθυσμός τους είχε πλέον συρρικνωθεί τόσο πολύ,

που η επικήρυξη αποσύρθηκε. Ατυχώς, και προσφέροντας παχυλές αμοιβές για

δείγματα, τα μουσεία συνέβαλαν στην εξαφάνισή τους.

Σήμερα, ο τίγρης της Τασμανίας έχει γίνει σύμβολο της περιοχής. Μπορεί να τον

«δει» κανείς σε μπουκάλια μπίρας, πίνακες ανακοινώσεων, γραμματόσημα,

λεωφορεία, πινακίδες κυκλοφορίας. Ο Νικ Μούνεϊ, βιολόγος από την Υπηρεσία

Πάρκων και Άγριας Ζωής της Τασμανίας, έχει περάσει περισσότερες από δύο

δεκαετίες συμπληρώνοντας αναφορές για ανθρώπους που ισχυρίζονταν πως είχαν δει

τίγρεις. Όσες περιπτώσεις τις θεωρούσε κάπως αξιόπιστες – και αυτές ήταν

περισσότερες από 700 -, ο Μούνεϊ τις ερευνούσε.

Το 1982, όταν ο δασοφύλακας Χανς Νάαρντινγκ υποστήριξε πως είδε έναν τίγρη από

αρκετά κοντά ώστε να μετρήσει 12 ραβδώσεις στην πλάτη του, ο Μούνεϊ ηγήθηκε

μιας από τις μεγαλύτερες επίσημες έρευνες. Για έναν ολόκληρο χρόνο, η ομάδα

του έκανε τη βορειοδυτική Τασμανία φύλλο και φτερό, χωρίς να βρει όμως ούτε

ίχνος τίγρη. Σήμερα, παρομοιάζει τους τίγρεις της Τασμανίας με τα UFO… H

Τρούντι Ρίτσαρντς πάντως, δεν πτοείται.

«Έχει τα πιο όμορφα μάτια»

H στενή επαφή της, λέει, συνέβη περίπου 20 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του

Μόουλ Κρικ. Γύρω στις 11.30 το βράδυ, λέει, ο τίγρης πλησίασε τη σκηνή της.

«Δεν ήταν καγκουρό. Ήταν τίγρης. Οι ραβδώσεις ξεχώριζαν. Αυτό είναι το πρώτο

πράγμα που βλέπεις. Έχει τα πιο όμορφα μάτια, πραγματικά σκουρόχρωμα,

αμυγδαλωτά μάτια». H Ρίτσαρντς λέει πως έστρεψε τον φακό της πάνω στο ζώο και

έμεινε να το παρατηρεί για περίπου δύο λεπτά από απόσταση 35 μέτρων, έως ότου

αυτό χάθηκε μέσα στο δάσος. Λέει πως δεν κατάφερε να βρει ίχνη του, διότι το

έδαφος ήταν στεγνό. Το γεγονός, όμως, πως δεν διαθέτει αποδείξεις, δεν δείχνει

να την ενοχλεί. «Είναι γνωστό πως δεν έχεις ποτέ εύκαιρη τη φωτογραφική μηχανή

όταν τη χρειάζεσαι…».

Επιμέλεια: Κίττυ Ξενάκη