H σημερινή ημέρα θα μείνει χαραγμένη στην Ιστορία σαν μια αποφράδα ημέρα

για την ανθρώπινη πρόοδο, μια ημέρα που η ανθρωπότητα έκανε ένα μεγάλο βήμα

προς τα πίσω. Γιατί σήμερα, το Κονκόρντ, το ωραιότερο και το μοναδικό

ηπερηχητικό επιβατικό αεροσκάφος, θα πετάξει για τελευταία φορά.

Τελευταία «αναγγελία» για το τελευταίο Κονκόρντ της Μπρίτις Αιργουέις (η Αιρ

Φρανς προσγείωσε ήδη τα δικά της τον Μάιο), που από τη Νέα Υόρκη θα

προσγειωθεί στο Χίθροου, όπου θα το περιμένουν 150.000 άνθρωποι. Θα του

επιφυλάξουν υποδοχή εθνικού ήρωα. Σίγουρα, κάποιοι απ’ αυτούς θα πουν, όπως η

Τζόαν Κόλινς: «Ειλικρινά, είναι μια τραγωδία». Το Κονκόρντ αγαπήθηκε τόσο

πολύ, επειδή έφερνε τους πλούσιους πιο κοντά στους φτωχούς. Ασφαλώς ήταν

προορισμένο για επιχειρηματίες, σεΐχηδες, διάσημους τραγουδιστές, σταρ του

σινεμά. Ήταν το μοναδικό μέρος όπου τρεις μεγιστάνες, όπως ο Ρούπερτ Μέρντοκ,

ο Τζορτζ Σόρος και ο Ρόμπερτ Μάξγουελ, μπορούσαν να βρεθούν μαζί και να τα

πουν. Σε ένα τέτοιο αεροπλάνο η βασιλομήτωρ της Αγγλίας έσβησε 85 κεράκια στα

γενέθλιά της και σαν κοινή θνητή δεν ντράπηκε να τρυπώσει στο πιλοτήριο την

ώρα που το Κονκόρντ έσπαγε το φράγμα του ήχου. Ούτε ο Πολ Μακάρτνεϊ είχε

ντραπεί να πάρει την κιθάρα του και να παίξει για μια φιλική συντροφιά.

Τρεισήμισι ώρες Λονδίνο – Νέα Υόρκη, «έφτανε πριν καν ξεκινήσει», όπως έλεγε

το διαφημιστικό σλόγκαν. Μέσα στο Κονκόρντ, οι πλούσιοι έμπαιναν στον πειρασμό

να φέρνονται σαν φτωχοί, πάμφτωχοι. Ο πρόεδρος της Μπρίτις Αιργουέις, λόρδος

Μάρσαλ, θυμάται ακόμη εκείνη την κομψή κυρία από τη Γαλλία, που μόλις

αποτελείωσε το γεύμα της, άνοιξε την τσάντα της και έριξε μέσα ποτήρια,

πιατάκια, μαχαιροπίρουνα. «Με κοίταξε, με ρώτησε αν θα κάνω και εγώ το ίδιο

και ύστερα μου πήρε και τα δικά μου», λέει ο λόρδος στο «Βάνιτι Φέαρ». Και οι

φτωχοί; Όσοι κατάφερναν να μαζέψουν τα χρήματα για το ακριβό εισιτήριο,

ένιωθαν τουλάχιστον για τρεισήμισι ώρες πάμπλουτοι, ανάμεσα στη σαμπάνια και

το χαβιάρι.

Το Κονκόρντ δεν θα ξαναπετάξει γιατί, αφού επιβίωσε 27 δύσκολα χρόνια, βρέθηκε

ξαφνικά μπροστά στην πραγματικότητα: δεν υπάρχει αγορά. Γεννήθηκε πολύ νωρίς

για την εποχή του. «Είναι σαν να έβγαζε η Νόκια τα κινητά τηλέφωνα το 1932»,

όπως είπε ένας ειδικός. Πράγματι, αν σκεφτεί κανείς ότι τα 16 Κονκόρντ

κόστισαν 5 δισ. ευρώ, θα καταλάβει ότι το εμπορικό στοίχημα ήταν χαμένο.