Οι Αμερικανοί έβλεπαν τον σοσιαλιστή Αλιέντε σαν… κόκκινο πανί. Ήταν και οι

επισκέψεις του Φιντέλ Κάστρο (εδώ, στο Βαλπαραΐζο, το 1971) που δεν

«ευνοούσαν» την εικόνα που είχαν για τον Χιλιανό πρόεδρο, τις άγνωστες

προτιμήσεις του οποίου περιγράφει ο Λουίς Σεπούλβεδα

Οι λέξεις κοιτάζονται αναμεταξύ τους και διαλέγουν αυτές που μπορούν να

διατυπώσουν τις υψηλότερες έννοιες. Έτσι, η λέξη «δικαιοσύνη» αποκτά τη γαλήνη

της έννοιας την οποία εκφράζει, η λέξη «δικαίωμα» και η λέξη «ανθρώπινο»

ενώνονται και δίνουν μορφή στα ανθρώπινα δικαιώματα, αναφαίρετα κι

αναπαλλοτρίωτα για όλους, ακόμα και για τους ειδεχθέστερους εγκληματίες και

εχθρούς αυτών των ίδιων των δικαιωμάτων.

Και πάλι, όμως, ένα όνομα τις διαστρεβλώνει: Γουαντανάμο – το όνομα ενός τόπου

στην Καραϊβική όπου πολλοί (κανείς δεν ξέρει πόσοι) άνθρωποι θα δικαστούν

(κανείς δεν ξέρει ούτε πότε ούτε με ποιες κατηγορίες ούτε από ποιους δικαστές)

από ειδικά δικαστήρια που, ακριβώς επειδή είναι ειδικά, αποτελούν άρνηση κάθε

έννοιας δικαιοσύνης· Γουαντανάμο – συνώνυμο κελιών δύο επί δύο, χωρίς τοίχους,

μόνο με κάγκελα, μέσα στα οποία θα δικαστούν άνθρωποι (κανείς δεν ξέρει πότε),

εν ονόματι μιας ανθρωπότητας που, αν το δεχτεί, θα είναι σαν να αρνείται τον

εαυτό της.

Κι εκεί που οι λέξεις πίστευαν ακόμα ότι θα μπορούσαν να μπουν σε μια

συγκεκριμένη διάταξη, να καταλάβουν το χώρο που τους αρμόζει στα μέσα

επικοινωνίας, και να πουν, λ.χ.: «Ο πρόεδρος των ΗΠΑ ενδιαφέρεται για τα

πολιτικά δικαιώματα, για τα ανθρώπινα δικαιώματα, για τα δικαιώματα του

ανθρώπου, για τους κρατουμένους στο Γουαντανάμο», είδαν ξανά να

διαστρεβλώνονται, να εκπορνεύονται και να λένε στις εφημερίδες και στα

τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων: «Ο πρόεδρος των ΗΠΑ κόντεψε να πνιγεί τρώγοντας

ένα μπισκότο».

Μια φίλη μού χάρισε ένα αγαλματάκι του Θερβάντες, ένα από αυτά που πουλιούνται

στα μαγαζιά με σουβενίρ στη Ράμπλα της Βαρκελώνης. Δεν είναι ωραίο, αλλά δεν

είναι κι άσχημο. Είναι ο Θερβάντες, και σχεδόν καθημερινά, μετά τις ειδήσεις,

τον χαιρετώ μ’ ένα ειλικρινέστατο «συγχώρεσέ μας, Δον Μιγκέλ», γιατί είναι το

λιγότερο που μπορώ να κάνω μπροστά σε τέτοια παραποίηση και διαστροφή των

λέξεων.

Έχω διασχίσει τις ΗΠΑ από τη μια ακτή στην άλλη και μπορώ να

διαβεβαιώσω πως ο μέσος Γιάνκης διαθέτει έναν πλούτο λεξιλογίου που δεν

ξεπερνάει τις είκοσι λέξεις. Αυτό το Wortschatz (σ.σ.: λεξιλόγιο) για το οποίο

μιλάει ο Σίλερ και το οποίο ο Ορτέγα εκτιμούσε σαν θεμέλιο λίθο της ευφυΐας,

στηριγμένο σε μια απροκατάληπτη άποψη για τον κόσμο, σ’ αυτό το Weltanschauung

(σ.σ.: κοσμοθεωρία) που κατά τον Σπινόζα είναι η μεγάλη αρετή, για τον μέσο

Γιάνκη δεν είναι παρά ένα ασήκωτο βάρος και τίποτε άλλο.

Επομένως, δεν πρέπει να μας παραξενεύει το γεγονός ότι ένας Τεξανός, το

βιογραφικό σημείωμα του οποίου αρχίζει και τελειώνει με την ποινή του θανάτου,

μας λέει ότι το Ιράν, το Ιράκ και η Βόρεια Κορέα είναι η «εστία του Κακού».

«Κανείς πέραν του Καλού και του Κακού»

Δεν υπάρχει πιο γλοιώδες υποκείμενο από κάποιον που μπορεί να διατείνεται ότι

δεν ήταν ούτε με τους νικητές ούτε με τους νικημένους, και επιμένει να το

επαναλαμβάνει στο μοναδικό βήμα που διαθέτει· δηλαδή, σαν γελωτοποιός στο

γλέντι των νικητών. Σ’ αυτούς συγκαταλέγεται ο Ενρίκε Λαφουρκάδε (σ.σ.: ο

Χιλιανός συγγραφέας Enrique Lafourcade, γεννηθείς το 1927)· κατά τον

Έντουαρντς (σ.σ.: τον πολυβραβευμένο Χιλιανό συγγραφέα και δημοσιογράφο Jorge

Edwards), «ένας από τους πιο προικισμένους και παραγωγικούς συγγραφείς της

γενιάς μου». Στα τέλη του 1973, ο Λαφουρκάδε εξέδωσε ένα υβριστικό υβρίδιο με

διάφορα κείμενα υπό τον γενικό τίτλο Σαλβαδόρ Αλιέντε, με το οποίο,

ανακατεύοντας διάφορα είδη, αποπειράται να «εξηγήσει» ποιος ήταν ο Σαλβαδόρ

Αλιέντε και τι ήταν η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Ο συγγραφέας, που δεν υπήρξε

ποτέ ούτε με τους νικητές ούτε με τους νικημένους, παρουσιάζει τον

πρόεδρο-μάρτυρα σαν έναν κοινό μεθύστακα που, συν τοις άλλοις, κατέβαζε και

ουκ ολίγα υπνωτικά – κι όλα αυτά, για να υποστηρίξει πως ένα μέρος της ευθύνης

για την παραβίαση του χιλιανού Συντάγματος ανήκει και σε μια ψυχοπαθολογία του

Αλιέντε. Ο Λαφουρκάδε δεν ήταν ποτέ κοντά στον Αλιέντε.

Ο σύντροφος πρόεδρος και η ακεραιότητά του ως ανθρώπου και πολιτικού δεν

χρειάζονται καμία υπεράσπιση, αλλά εγώ, που τον γνώρισα γιατί είχα την τιμή να

αποτελώ μέλος της προσωπικής φρουράς του, της τρομερής, αιμοδιψούς,

ανθρωποφάγου GAP, κατά την πινοτσετική υστερία και τον συγγραφέα των

ανακριβειών, εξεγείρομαι ενάντια στη βρωμιά που επιχειρεί να ρίξει πάνω στο

όνομα και τη μνήμη του.

Άλλα ελαττώματα είχε ο Αλιέντε και τα κάνω δώρο στον Λαφουρκάδε: αγαπούσε τις

γυναίκες – όλες· έπινε Chivas 12 ετών· του άρεσε ο χυμός καρύδας Copelia·

σιχαινόταν την ποίηση του Νερούδα, ενώ θαύμαζε, π.χ., τον Λεόν Φελίπε.

Συνήθιζε να λέει πως ένα ήταν το κρασί, το κόκκινο – όλα τ’ άλλα ήταν

απομιμήσεις. Έκανε συλλογή ιταλικές γραβάτες. Τρελαινόταν για καλές

μακαρονάδες, ήταν εξαιρετικός ιππέας και θεωρούσε τη φιλία ιερή. H πολιτική

του σκέψη ήταν πάντα πιο κοντά στον Γκράμσι παρά στον Μαρξ.

INFO

Λουίς Σεπούλβεδα: «H τρέλα του Πινοτσέτ», Εκδόσεις Όπερα, μτφ. Αχιλλέας

Κυριακίδης, σελ. 128.

Επιμέλεια: Μανώλης Πιμπλής