Ο ΚΥΡΙΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ είναι συνταξιούχος δάσκαλος. Σε όλη τη διαδρομή της

ζωής του δεν ξεπέρασε σχεδόν ποτέ τα αυστηρά όρια που του επέβαλλαν τα δύσκολα

παιδικά χρόνια του χωριού, τα περιορισμένα οικονομικά της οικογένειας και τα

αυστηρά ήθη που, τουλάχιστον στην εποχή του, ήταν συνυφασμένα με τη δουλειά

του. Κανείς από τους συγγενείς, τους γνωστούς και τους φίλους του δεν έχει να

αναφέρει κάτι από τη δράση του που να μπορεί να θεωρηθεί ξεπέρασμα αυτών των

διαχωριστικών γραμμών μέσα στις οποίες κυλάει η ζωή του. Μόνο οι πολιτικές

πεποιθήσεις του, παλιός Βενιζελικός, Κεντρώος και σήμερα «ΑριστεροΠασόκ»

ξένιζαν για δάσκαλο, αλλά και αυτό δικαιολογείται από την καταγωγή του:

Κρητικός γαρ.

Καταλαβαίνετε λοιπόν την έκπληξη συγγενών και φίλων όταν, πριν από λίγους

μήνες, ο κ. Γιάννης τους αποκάλυψε ότι είχε κάνει και εκείνος την… υπέρβασή

του. Και για την οποία τώρα μετάνιωνε πικρά αλλά και είχε αποδεχθεί ότι ήταν ο

μόνος φταίχτης. Αγανακτισμένος που η μικρή σύνταξή του δεν επαρκούσε για να

ζήσει όσα δεν πρόλαβε νέος, έκανε το μεγάλο βήμα: εμπιστεύτηκε ένα συγγενή

του, που τον πίεζε από καιρό να επενδύσει το εφάπαξ που είχε πάρει, ύστερα από

35 χρόνια δάσκαλος, στο Χρηματιστήριο! Ο ίδιος δεν είχε ασχοληθεί ποτέ με το

Χρηματιστήριο, ούτε καν ήξερε τι ακριβώς είναι και πώς λειτουργεί.

Εμπιστεύθηκε τυφλά τον συγγενή του! Εκείνο το καλοκαίρι του 1999 ο κ. Γιάννης

δεν θα το ξεχάσει ποτέ. Τον αρχικό τριπλασιασμό του εφάπαξ και τα όνειρα για

μεγάλη ζωή που άρχισε να κάνει, διαδέχθηκε η απογοήτευση και η οικονομική

καταστροφή. Σήμερα ζει και πάλι μόνο με τη σύνταξη, οι δόσεις του στεγαστικού

δανείου τρέχουν στην τράπεζα (το εφάπαξ έφθανε και περίσσευε να ξεχρεώσει το

δάνειο, αλλά…) και από πάνω έχει και τα πειράγματα των φίλων και γνωστών.

Όχι, ο κ. Γιάννης δεν βρίζει σήμερα την κυβέρνηση για το πάθημά του. Σε όσους

τον προκαλούν γι’ αυτό, απαντά πως ποτέ δεν έδωσε σημασία στις δηλώσεις

υπουργών για δείκτες και μετοχές. Οι δηλώσεις αυτές ήταν έξω από το γνωστικό

πεδίο και τα ενδιαφέροντά του. Την απληστία του βρίζει. Για την άγνοιά του

στεναχωριέται. Με την αφέλειά του τα βάζει. Κι ήμουν και δάσκαλος,

μονολογεί…