Ποιος θα κρίνει τους κρίνοντες; Η πολιτεία έβγαλε από τη μέση τους ενόρκους σε

κρίσιμες – γι’ αυτήν – υποθέσεις. Γιατί άραγε; Ποιανού σούπα χαλάνε; Οι

δικαστές επιμένοντας στο αλάθητο της κρίσης τους στέλνουν και ξαναστέλνουν

τους κατηγορούμενους στα ακροατήρια, εάν τυχόν τους αθωώσουν οι λαϊκοί

δικαστές. Χρησιμοποιούν κάθε ένδικο μέσο, που κρίνεται, μόνο, από δικαστές και

οι πόρτες των φυλακών ξανανοίγουν. Με μία αναίρεση, που γίνεται, κατά κανόνα,

δεκτή διαγράφεται μεμιάς η ετυμηγορία των λαϊκών δικαστών.

Τα επιχειρήματα που έως τώρα έχουν προβληθεί δεν αξιολογούνται ως πειστικά,

ιδιαίτερα από εκείνους που γνωρίζουν και πρόσωπα και πράγματα για τη

λειτουργία της Δικαιοσύνης και κυρίως για τη… λειτουργία των λειτουργών της.

Γιατί, αποφάσεις σκοπιμότητας δεν απαιτείται να είσαι απλός πολίτης για να

λάβεις. Γιατί «περίεργες», ακόμη και παράνομες συναλλαγές, επίσης, δεν

χρειάζεται να είσαι λαϊκός δικαστής για να έχεις. Εκβιασμοί, δοσοληψίες,

φιλικές ή και επαγγελματικές σχέσεις, ακόμη και πολιτικές, επηρεάζουν την

κρίση κάθε ανθρώπου.

Ποιος αναγνωρίζει μόνο στους δικαστές το προνόμιο της αυθεντίας στην κρίση

τους; Ποιος δέχεται πως μόνο οι δικαστές μπορεί να αναλάβουν με ευθύνη το

βάρος μιας καταδίκης; Πως μόνο οι δικαστές κρίνουν με ευσυνειδησία,

σοβαρότητα, ήθος, σθένος, κύρος και αντικειμενικότητα, φυσικά;

Το μόνο που μπορεί αντικειμενικά να καταλογίσει κανείς στους λαϊκούς δικαστές

είναι ότι για τη διαμόρφωση της τελικής τους κρίσης συμβάλλει και ο παράγων

συναίσθημα. Μην έχοντας κάθε μέρα, ρουτινιάρικα, να αντιμετωπίσουν

εγκληματίες, αφοσιώνονται στη μία αυτή υπόθεση που δικάζουν.

Τίποτα γι’ αυτούς δεν είναι αυτονόητο. Τίποτα δεν είναι προμελετημένο. Και

κανείς δεν τους εμποδίζει να εξαντλήσουν την επιείκειά τους. Για τους δικαστές

μία καταδίκη είναι το ίδιο πιθανή με μία αθώωση. Για τους λαϊκούς μία καταδίκη

είναι βαριά υπόθεση. Στερεί την ελευθερία, ανατρέπει και στιγματίζει ζωές. Το

βάρος της το σέρνουν όχι μόνο ο ένοχος αλλά και οι πέριξ αυτού αθώοι. Δεν

είναι διόλου εύκολη η απόφαση. Εκφράζει το κοινό περί δικαίου αίσθημα όχι κάτω

από το βλέμμα του κορεσμού αλλά της μοναδικότητας με την οποία οφείλουν όλοι

να αντιμετωπίζουν την κάθε υπόθεση.

Τους δικαστές τους κρίνουν οι συνάδελφοί τους. Του λαϊκούς η συνείδησή τους.

Και σίγουρα η δεύτερη είναι αυστηρότερη…