Ήθελε να γνωρίσει τους Τσιγγάνους. Σε ηλικία 17 ετών ο Βαγγέλης Μαρσέλος

επισκέπτεται την Αγία Βαρβάρα και ξεκινάει την έρευνά του. Θέλει να μπει στα

σπίτια τους, να τους μιλήσει, να μάθει τις συνήθειές τους.

Βαγγέλης Μαρσέλος. Ο μη Τσιγγάνος φιλόλογος, που αφιέρωσε τη ζωή του στην

έρευνα για τη γλώσσα των Τσιγγάνων. Τσιγγάνοι και μη που τον γνώρισαν δηλώνουν

ότι ο θάνατός του αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό

Όμως εκείνη την εποχή στα τέλη της δεκαετίας του ’60, η απόσταση που χώριζε

τους Ρομά από τους «μπαλαμέ» (τους μη Τσιγγάνους) ήταν μεγάλη. Δύσκολα οι

Τσιγγάνοι άνοιγαν τα σπίτια τους σε έναν μη Τσιγγάνο. Εκτός από μία

οικογένεια. Η συνομήλική του Τσιγγάνα Ελένη Δημητρίου τον συναντάει έξω απ’ το

σπίτι της. «Πέρνα μέσα», του λέει.

Αυτό ήταν. Ο Βαγγέλης μπήκε στο σπίτι τους. Έφαγε μαζί τους. Αγάπησε τους

Τσιγγάνους και αγαπήθηκε από αυτούς. Αγωνίστηκε για την εκπαίδευση και τα

δικαιώματά τους. Ακόμα πιο πολύ όμως αγάπησε τη γλώσσα τους, τη ρομανί, και

τις ντοπιολαλιές της. Επί 36 χρόνια όργωνε τους τσιγγάνικους καταυλισμούς

αναζητώντας τις ρίζες της με στόχο να δημιουργήσει το πρώτο πλήρες λεξικό της

ρομανί. Το λεξικό έχει σχεδόν ολοκληρωθεί. Όχι όμως και η έρευνα του 53χρονου

φιλόλογου Βαγγέλη Μαρσέλου. Θα συνεχιζόταν αν δεν τον πρόδιδε η καρδιά του που

σταμάτησε να χτυπά πριν από μερικές εβδομάδες.

Όσοι τον γνώρισαν και συνεργάστηκαν μαζί του, Τσιγγάνοι και μη, λένε ότι η

απώλειά του αφήνει ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Μιλούν για έναν παθιασμένο ερευνητή

που βρισκόταν συνεχώς δίπλα στους Τσιγγάνους με ένα στιλό και ένα τετράδιο στο

χέρι για να σημειώνει. Που εκπροσώπησε την Ελλάδα στο εξωτερικό για τα θέματα

της τσιγγάνικης γλώσσας. Και δεν ήταν ο ίδιος Τσιγγάνος! Λίγοι στην Ελλάδα

γνωρίζουν το έργο του. Ίσως γιατί «δεν ήθελε τίτλους» όπως λέει η σύντροφός

του, Τζένη. «Δεν του άρεσε να τον παινεύουν».

Πυρετώδης εργασία. Τον τελευταίο καιρό εργαζόταν πυρετωδώς τόσο για το

λεξικό όσο και για κάτι καινούργιο που αφορούσε τη γλώσσα. Δούλευε ώς τα

ξημερώματα. Πριν από μερικά χρόνια είχε πάθει ένα έμφραγμα. Δεν έπρεπε να

κουράζεται και να καπνίζει. Όμως γι’ αυτόν η έρευνα ήταν ζωή. «Είχε επιλέξει

ένα ταξίδι ζωής για έρευνα χωρίς τελειωμό», θα πει η σύντροφός του. «Δύο τρεις

ημέρες πριν πεθάνει μού είχε τηλεφωνήσει αργά τη νύχτα» θυμάται ο καθηγητής

του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, επιστημονικός υπεύθυνος του προγράμματος για την

εκπαίδευση των Τσιγγανοπαίδων κ. Αθανάσιος Γκότοβος. «Μου είχε πει ότι είχε

ανακαλύψει κάτι καινούργιο για τη γλώσσα ρομανί και θα μου το έλεγε τις

επόμενες ημέρες. Δεν πρόλαβε…».

Πρόλαβε όμως να ολοκληρώσει το γενικό λεξικό της κοινής ρομανί για το οποίο

συνεργαζόταν με το Πανεπιστήμιο από το 1997. «Ήταν το έργο ζωής του. Μόνο τις

διορθώσεις δεν ολοκλήρωσε» λέει ο κ. Γκότοβος, τονίζοντας ότι έχασε έναν

αξιαγάπητο συνεργάτη, η αξία του οποίου είναι αναγνωρισμένη διεθνώς. Ο

Βαγγέλης Μαρσέλος ήταν ο πρώτος Έλληνας που πήγε στο εξωτερικό στα τέλη της

δεκαετίας του ’80 για τη συστηματοποίηση της ρομανί γλώσσας. Άλλωστε, όπως

τονίζει ο Τσιγγάνος κοινωνιολόγος κ. Γιάννης Γεωργίου «είχε εντρυφήσει πάρα

πολύ στην ετυμολογία των λέξεων. Δεν κράτησε απόσταση από την τσιγγάνικη

κοινότητα. Εντάχθηκε σε αυτήν. Δεν ήταν ο ερευνητής της καρέκλας. Ήταν ένας

δάσκαλος. Έμαθε τη γλώσσα των Τσιγγάνων ως ένας φυσικός ομιλητής και μάλιστα

σε τέτοιο σημείο που πολλοί να νομίζουν ότι είναι «Ρόμης».

Ήταν όμως και ένας από τους πρώτους συνεργάτες της Γενικής Γραμματείας Λαϊκής

Επιμόρφωσης όταν ξεκίνησαν τα προγράμματα για τους Τσιγγάνους. Η τότε υπεύθυνη

των προγραμμάτων, κοινωνική λειτουργός κ. Μαρία Βασιλειάδου σημειώνει ότι ήταν

αυτός που «έβαλε τα θεμέλια ώστε να χτίσουμε όλοι οι άλλοι. Ήταν ο άνθρωπος

που ασχολήθηκε με το τσιγγάνικο ζήτημα στην ουσία του και με ενέπνευσε να

συνεχίσω. Το πρόγραμμα για τους Τσιγγάνους είχε ημερομηνία λήξης, αλλά χάρη σε

αυτόν συνεχίζεται έως σήμερα».

Το πρώτο με επιστημονικό υπόβαθρο

Το Λεξικό της Ελληνο – Ρομανί, για το οποίο αγωνιζόταν μια ολόκληρη ζωή ο

Βαγγέλης Μαρσέλος, θα είναι το πρώτο με επιστημονικό υπόβαθρο που θα

κυκλοφορήσει στην Ελλάδα. «Δεν θα έχει καμία σχέση με τα γλωσσάρια που έχουν

κυκλοφορήσει έως σήμερα. Θα είναι το πρώτο σοβαρό και μεγάλο λεξικό (περίπου

12.000 λέξεις από τα τσιγγάνικα στα ελληνικά και 18.000 από τα ελληνικά στα

τσιγγάνικα)» λέει ο καθηγητής κ. Γκότοβος. Κυρίως εκπαιδευτικοί αλλά και

μαθητές «ρομ» είναι αυτοί που θα το χρησιμοποιούν. Ωστόσο, θα μπορεί να το

συμβουλευτεί ή να το μελετήσει και οποιοσδήποτε άλλος ­ φοιτητής, ερευνητής ­

που επιθυμεί να ασχοληθεί με τη ρομανί γλώσσα. Αυτές τις ημέρες γίνονται οι

τελευταίες διορθώσεις στο λεξικό και το Πανεπιστήμιο υπολογίζει ότι θα έχει

εκδοθεί έως το τέλος της φετινής σχολικής χρονιάς.

Προφορική γλώσσα με 20 διαλέκτους

Το λεξικό. Ένα δείγμα από την πολυετή δουλειά του Βαγγέλη Μαρσέλου. Το

ελληνορομανί λεξικό, το πρώτο με επιστημονικό υπόβαθρο που θα κυκλοφορήσει

στην Ελλάδα, θα έχει 12.000 λέξεις από τα τσιγγάνικα στα ελληνικά και 18.000

από τα ελληνικά στα τσιγγάνικα

Η τσιγγάνικη γλώσσα ­ ρομανές ή ρομανί ­ είναι μια προφορική γλώσσα. Απαντάται

περίπου σε 20 κύριες διαλέκτους και περισσότερες από 60 υποδιαλέκτους

(ιδιώματα), όλες συγγενικές μεταξύ τους. Ανήκει στο δέντρο ινδοευρωπαϊκών

γλωσσών και εμφανίστηκε στην Ευρώπη πριν από περίπου μια χιλιετία, όταν οι

Τσιγγάνοι ερχόμενοι από τη Βορειοδυτική Ινδία σκορπίστηκαν στις χώρες της

Ευρώπης. Με το πέρασμα των χρόνων και αφού αναμείχθηκε με άλλες γλώσσες,

διαφοροποιήθηκε. Εξαπλώθηκε σε μεγάλης έκτασης περιοχές, στην Ευρώπη και

αλλού, ωστόσο δεν πήρε την υπόσταση εθνικής γλώσσας. Οι κυριότερες διάλεκτοί

της είναι: η γνήσια (χάσι) που μιλιέται από την πλειονότητα των ρομ, η

σιντικανή – μανουσκανή (ομάδα με λεξιλόγιο γερμανικής κυρίως προέλευσης) και

μια κατηγορία που περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό διαλέκτων που εμπεριέχουν ένα

υπολειμματικό ρομανί λεξιλόγιο (κατά μέσο όρο 50 – 400 λέξεις) ενσωματωμένο

στην τοπική μη τσιγγάνικη γλώσσα. Οι Τσιγγάνοι της Ελλάδας στη συντριπτική

τους πλειονότητα μιλούν τη ρομανί (ταυτόχρονα με την ελληνική), αλλά βέβαια

κάθε περιοχή διατηρεί και τη δική της ντοπιολαλιά.