ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ: Στο Κάιρο, 1922.

ΘΑΥΜΑΖΕΙ: Τα επιτεύγματα επιστημών, όπως η γενετική, η βιοτεχνολογία.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ: Τον αυταρχισμό, την ξενοφοβία, τη θανατερή νάρκη του

δογματισμού.

ΝΟΣΤΑΛΓΕΙ: Τα εφηβικά εκείνα χρόνια της «ιδεολογικής αθωότητας».

ΕΛΠΙΖΕΙ: Σε μια σοσιαλιστική Ευρωπαϊκή Ομόσπονδη Δημοκρατία.

ΔΙΑΒΑΖΕΙ: Πλωτίνο, Τολστόι, Έλιοτ, Παπαδιαμάντη, Ταμπούκι.

ΘΑ ΗΘΕΛΕ ΣΥΝΤΑΞΙΔΙΩΤΗ: Τον Λεωνίδα Κύρκο.

Ο καλός δημοσιογράφος είναι «ένας ενεργός πολίτης που αποτυπώνει, με

αίσθημα ευθύνης, τα όσα συμβαίνουν γύρω του». Και ο κ. Σοφιανός Χρυσοστομίδης

(ο οποίος διετέλεσε επί χρόνια διευθυντής της «Αυγής») δεν ξέφυγε από αυτήν

την αρχή. Ύστερα από πορεία πενήντα ετών στη δημοσιογραφία, δηλώνει το πάθος

του για το επάγγελμα, ενώ αυτή την πορεία ­ που ξεκίνησε από την ελληνική

παροικία της Αιγύπτου ­ τίμησε το Πανεπιστήμιο Αθηνών, απονέμοντάς του πριν

από λίγες ημέρες το «Αριστείον Δημοσιογραφίας «Αλ. Λιδωρίκης»».

ΕΡ.: Μισό αιώνα δημοσιογραφίας: Και ο χρόνος αξίζει το βραβείο του;

ΑΠ.: Η δημοσιογραφία απαλύνει τη ροή του χρόνου. «Βραβείο» είναι οι

εμπειρίες σου.

ΕΡ.: Από τη «Φωνή» του Καΐρου έως την «Αυγή» ποια ήταν η ξεχωριστή

στιγμή;

ΑΠ.: Η επίγνωση ότι η ελληνική παροικία της Αιγύπτου είχε διαγράψει την

ιστορική της τροχιά.

ΕΡ.: Το πρώτο ρεπορτάζ;

ΑΠ.: Σε μια λαϊκή συνοικία του Καΐρου (την Γκαμαλία), όπου ζούσαν

«ξεχασμένοι από τον κόσμο» Έλληνες πάροικοι (1952).

ΕΡ.: Η δημοσιογραφία έχει, τελικώς, το μυστικό της;

ΑΠ.: Τον έρωτα, το πάθος για το επάγγελμα.

ΕΡ.: Ο δάσκαλος του Σοφιανού Χρυσοστομίδη;

ΑΠ.: Ο αρχισυντάκτης των εφημερίδων «Κάιρον» και «Κλειώ» Ε.Δ. Σάμιος.

ΕΡ.: Και ο καλύτερος μαθητής;

ΑΠ.: Αλέξης Παπαχελάς (επειδή ο ίδιος κατέθεσε ­ υπευθύνως… ­ ότι με

θεωρεί δάσκαλό του).

ΕΡ.: Η δημοσιογραφία οδηγεί παντού;

ΑΠ.: Ναι, εφόσον φύγεις έγκαιρα από το επάγγελμα.

ΕΡ.: Ένας δημοσιογράφος ζητάει συγγνώμη;

ΑΠ.: Φυσικά, αν σέβεται τον εαυτό του και τον αναγνώστη.

ΕΡ.: Νιώσατε κάποια στιγμή ότι η πένα σας στάθηκε άδικη;

ΑΠ.: Προτιμώ να μην το σκέφτομαι.

ΕΡ.: Ένα αξέχαστο θέμα;

ΑΠ.: Η προσπάθεια των συντακτών της «Δημοκρατικής Αλλαγής» να εκδώσουμε

φύλλο το πρωί της 21ης Απριλίου 1967.

ΕΡ.: Και ένα θέμα άλλου συναδέλφου που ζηλέψατε;

ΑΠ.: Τη συμβολή των συναδέλφων Γ. Βούλτεψη και Γ. Ρωμαίου στη

διαλεύκανση της δολοφονίας του Γρ. Λαμπράκη.

ΕΡ.: Πέντε δεκαετίες δημοσιογραφίας: Ποια θα θέλατε να κρατήσει

περισσότερο;

ΑΠ.: Η τελευταία.

ΕΡ.: Έναν τίτλο για τη δεκαετία του ’50;

ΑΠ.: «ΗΠΑ – ΕΣΣΔ καταδικάζουν την αγγλογαλλική εισβολή στην Αίγυπτο»

(1956).

ΕΡ.: Και γι’ αυτήν που έφυγε;

ΑΠ.: «Η κόκκινη σημαία δεν θα κυματίζει πια στο Κρεμλίνο» (1η

Ιανουαρίου 1992).

ΕΡ.: Σας αιφνιδίασε κάποια εξέλιξη στην πορεία του Τύπου;

ΑΠ.: Η επανάσταση της ψηφιακής τεχνολογίας.

ΕΡ.: Οπαδός των ηλεκτρονικών υπολογιστών;

ΑΠ.: Όχι, τόσο…

ΕΡ.: Αναζητώντας παλαιές εκδόσεις, σε ποια εποχή φθάσατε γι’ ένα

χειρόγραφο;

ΑΠ.: Αρχές 19ου αιώνα ή «Εγχερίδιον Συμβουλευτικόν περί φυλακής των

πέντε αισθήσεων», υπό αγιορείτου Νικοδήμου (1801).

ΕΡ.: «Αυγή» όπως «Ιθάκη»;

ΑΠ.: Το ταξίδι δεν ήταν πάντα «ομαλό», αλλά η «Αυγή» δεν με γέλασε.

ΕΡ.: Ποιο ήταν το έναυσμα για να στραφεί στη δημοσιογραφία ένας νεαρός

τραπεζικός υπάλληλος στο Κάιρο;

ΑΠ.: Ο δημοσιογράφος είχε προηγηθεί (λόγω οικογενειακής παράδοσης του

τραπεζικού υπαλλήλου).

ΕΡ.: Τι κρατάτε από τις μέρες της Αιγύπτου;

ΑΠ.: «Κρύα είναι η καρδιά κάθε ξένου δυνάστη».

ΕΡ.: Η Ελλάδα θα έχει περίοπτη θέση στη νέα Βιβλιοθήκη της

Αλεξάνδρειας;

ΑΠ.: Τα ευχολόγια δεν αρκούν, χρειάζεται πολλή δουλειά.

ΕΡ.: Ο καλός δημοσιογράφος είναι…

ΑΠ.:… ένας ενεργός πολίτης που αποτυπώνει, με αίσθημα ευθύνης, τα όσα

συμβαίνουν γύρω του.

ΕΡ.: Και ο καλός πολιτικός συντάκτης;

ΑΠ.: Εμβαθύνει περισσότερο στην ανάλυση των πολιτικών φαινομένων.

ΕΡ.: Ποιον επιλέγετε ως «δημοσιογράφο του αιώνα»;

ΑΠ.: Όχι, πάντως, τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, όπως έκαμε το περιοδικό

«Τάιμ», το 1992, νομίζω.

ΕΡ.: Θα αφήνατε την εφημερίδα για μια τηλεοπτική εκπομπή;

ΑΠ.: Όχι, βέβαια…

ΕΡ.: Ο Σοφιανός Χρυσοστομίδης, εάν δεν ήταν δημοσιογράφος…

ΑΠ.: Θα ήταν, ίσως… ωκεανογράφος ή ιχθυολόγος, αλλά θα ανακάλυπτε

πάλι τη δημοσιογραφία.