Εισβολή στην αγορά της Γιουγκοσλαβίας προετοιμάζει πλήθος Ελλήνων

επιχειρηματιών, καθώς επιταχύνονται οι διαδικασίες για το άνοιγμα της

οικονομίας της γειτονικής αυτής χώρας σε ξένα επιχειρηματικά κεφάλαια.

Ήδη η κυβέρνηση της Σερβίας παγώνει τον υφιστάμενο, από την εποχή του

καθεστώτος Μιλόσεβιτς, νόμο για τις ιδιωτικοποιήσεις και προχωρεί στην ψήφιση

ενός νέου, ο οποίος σε αντίθεση με τον προηγούμενο καθιστά πλέον υποχρεωτικό

το πέρασμα σε ιδιώτες του μεγαλύτερου αριθμού τών υπό κρατικό έλεγχο 75

μεγάλων επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών της ελληνικής πρεσβείας στο Βελιγράδι, ο νέος

νόμος θα τεθεί σε ισχύ μέσα στο καλοκαίρι και αμέσως μετά θα ανοίξει ο κύκλος

των πλειοδοτικών διαγωνισμών για τις ιδιωτικοποιήσεις κρατικών επιχειρήσεων

που δραστηριοποιούνται στους τομείς των τηλεπικοινωνιών, της ενέργειας, αλλά

και των κατασκευών.

Το μεγάλο ενδιαφέρον που παρουσιάζει η σερβική αγορά καταγράφεται και από το

γεγονός ότι από τις 27 έως τις 28 Φεβρουαρίου πάνω από 60 Έλληνες

επιχειρηματίες, από όλους τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, θα βρεθούν

στο Βελιγράδι, με πρωτοβουλία του Διαβαλκανικού και Παραευξείνιου

Επιχειρηματικού Κέντρου, προκειμένου να πραγματοποιήσουν επαφές για κοινές

επιχειρηματικές δραστηριότητες, τόσο με αξιωματούχους της σερβικής κυβέρνησης

όσο και με στελέχη της ιδιωτικής επιχειρηματικής πρωτοβουλίας της γειτονικής

χώρας.

Όπως εκτιμούν στελέχη που γνωρίζουν καλά τις πολιτικές και οικονομικές

ισορροπίες της σημερινής Σερβίας, η μάχη για τη συμμετοχή στο πρόγραμμα

ιδιωτικοποιήσεων και εταιρειών ελληνικών συμφερόντων θα πρέπει να δοθεί και σε

συνεργασία με εγχώρια επιχειρηματικά σχήματα.

Σύμφωνα με πληροφορίες, προς την κατεύθυνση αυτή κινούνται ήδη επιχειρηματίες

από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και ιδίως από την Ιταλία, η οποία και θα επιδιώξει

να αποσπάσει τη «μερίδα του λέοντος» στη νέα σερβική αγορά.

Είναι σαφές πλέον ότι η αρχική ευφορία που διακατείχε την ελληνική πλευρά (

κυβέρνηση και μερίδα επιχειρηματιών) για προνομιακή μεταχείριση των ελληνικών

επιχειρηματικών δραστηριοτήτων στη γειτονική χώρα έχει αποδυναμωθεί πλήρως,

καθώς Ευρωπαίοι, αλλά και μερίδα Αμερικανών επιχειρηματιών, φέρονται

αποφασισμένοι να διεκδικήσουν τα μεγαλύτερα δυνατά μερίδια της γιουγκοσλαβικής

αγοράς.

Επισημαίνεται ότι, εκτός από τις ήδη λειτουργούσες ελληνικές εταιρείες στη

Σερβία, ενδιαφέρον εκδηλώνουν και άλλες επιχειρήσεις από τις οποίες σημαντικός

αριθμός θα επιχειρήσει να διεισδύσει στην αγορά αυτή μέσα από εξαγορές

κρατικών σήμερα επιχειρήσεων.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η τσιμεντοβιομηχανία Τιτάν διατηρεί το ενδιαφέρον

που είχε εκδηλώσει και στο παρελθόν για την απόκτηση συγκεκριμένης σερβικής

τσιμεντοβιομηχανίας, ενώ ανάλογο ενδιαφέρον αναμένεται να εκδηλωθεί και από

επιχειρήσεις άλλων κλάδων.

Στη Ρουμανία

Ελληνικό ενδιαφέρον για συμμετοχή στα προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων υπάρχει και

για ρουμανικές εταιρείες, μεταξύ των οποίων είναι και δύο του μεταλλουργικού

κλάδου και για τις οποίες είχε εκδηλωθεί στο πρόσφατο παρελθόν ενδιαφέρον

εξαγοράς, από την πλευρά του Ομίλου Βιοχάλκο για τη μία και από την πλευρά τής

Αλουμύλ για την άλλη.

Επισημαίνεται ότι, παρά το μπαράζ των ιδιωτικοποιήσεων που έχουν ήδη

ολοκληρωθεί στη χώρα αυτή, ο αριθμός των «αδιάθετων» επιχειρήσεων, μεγάλου,

μεσαίου, αλλά και μικρού μεγέθους, είναι ακόμη σημαντικός.

Μόνο για το 2000 είχε προγραμματιστεί η ιδιωτικοποίηση πάνω από 3.000

ρουμανικών επιχειρήσεων, με ρυθμό 250 εταιρείες ανά μήνα, ενώ από το 1992

μέχρι σήμερα ο αριθμός των εταιρειών που ιδιωτικοποιήθηκαν υπερβαίνει τις

7.100. Από αυτές, 266 ήταν μεγάλου μεγέθους, 1.646 μεσαίου μεγέθους και οι

υπόλοιπες μικρού μεγέθους, ενώ 83 συμβόλαια αγοράς – πώλησης πραγματοποιήθηκαν

με ξένους επενδυτές, με συνολική αξία 600 εκατ. δολαρίων.

Μεταξύ των κυριότερων ιδιωτικοποιήσεων που επιτεύχθηκαν κατά τη διάρκεια του

1999 ήταν το 45% της τράπεζας Bancpost σε αμερικανοπορτογαλικό επιχειρηματικό

σχήμα και το 51% της αυτοκινητοβιομηχανίας Dacia στη γαλλική Ρενώ.

Στη Βουλγαρία

Σημαντικό ενδιαφέρον για Έλληνες επιχειρηματίες παρουσιάζουν και εταιρείες της

Βουλγαρίας, όπου το 75% των μεγαλυτέρων από αυτές έχουν ήδη ιδιωτικοποιηθεί.

Επισημαίνεται ότι το μεγαλύτερο ενδιαφέρον από ελληνικής πλευράς ήταν αυτό του

ΟΤΕ και αφορούσε τον αντίστοιχο βουλγαρικό Οργανισμό, ο διαγωνισμός για την

ιδιωτικοποίηση του οποίου πρόκειται να επαναληφθεί μετά την ανεπιτυχή έκβαση

του προηγουμένου.

Νέος διαγωνισμός προβλέπεται και για την ιδιωτικοποίηση της μεγαλύτερης

καπνοβιομηχανίας της Βουλγαρίας, της Bulgar Tabak, για την οποία κατά τον

προηγούμενο διαγωνισμό είχαν ενδιαφερθεί και ελληνικές εταιρείες.

Στις προς πώληση μεγάλες εταιρείες της Βουλγαρίας συμπεριλαμβάνεται και η

μεγαλύτερη εμπορική τράπεζα της χώρας, για την οποία είχε εκδηλωθεί στο

πρόσφατο παρελθόν ενδιαφέρον και από την Εμπορική Τράπεζα.

Στις προς ιδιωτικοποίηση εταιρείες είναι και η κρατική ασφαλιστική εταιρεία,

για την οποία μέχρι στιγμής έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον από γερμανικό όμιλο.