Ποια θέση θα κατέχει η χώρα μας μελλοντικά μέσα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι;

Πώς θα διαμορφώνονται οι πολιτικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί συσχετισμοί στο

πλαίσιο της Ευρώπης και ποιο ρόλο θα παίζουμε «στη διαρκή και σκληρή»

διαπραγμάτευση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης; Πώς και πόσο ουσιαστικά θα

προστατεύονται τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα σε εθνικό αλλά και σε

κοινοτικό επίπεδο;

Στρογγυλό τραπέζι. Οι τέσσερις καθηγητές συζητούν για τη σημασία και την

προοπτική μιας καθοριστικής συνταγματικής διάταξης

Σημείο επαφής της διεθνούς με την εσωτερική έννομη τάξη το άρθρο 28 του

Συντάγματος που συζητείται στο πλαίσο της αναθεώρησης του καταστατικού μας

χάρτη. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση συναινούν στην αναθεώρησή του, η οποία

εστιάζεται, κυρίως, στην προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης, σύμφωνα με την οποία

«το άρθρο 28 αποτελεί θεμέλιο για τη συμμετοχή της χώρας στις διαδικασίες της

ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης». Το ίδιο το άρθρο προσδιορίζει τη σχέση του εσωτερικού

δικαίου με το διεθνές, στο οποίο μάλιστα δίνει ηυξημένη ισχύ εφ’ όσον κυρωθεί

με νόμο από τη Βουλή.

Ήταν αναγκαία η αναθεώρησή του; Διευκολύνει ή περιορίζει την πορεία μας μέσα

στην Ευρώπη;

Τέσσερις καθηγητές Πανεπιστημίου οι κ.κ. Γιάννης Δρόσος, Παν. Ιωακειμίδης,

Αργύρης Πασσάς και Κων. Στεφάνου, κλήθηκαν από «ΤΑ ΝΕΑ» να διατυπώσουν τη δική

τους θέση για την επικείμενη αλλαγή της σχετικής συνταγματικής διάταξης. Την

αξία, τη σημασία, τη σκοπιμότητα, αλλά και την προοπτική της.

Η εφαρμογή

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΟΣΟΣ: Προσοχή στην προστασία των ατομικών δικαιωμάτων

Κάνοντας μία γενική παρατήρηση για το ισχύον άρθρο 28, ο καθηγητής κ. Δρόσος

επισήμανε ότι είναι μία ­ όπως επισημάνθηκε από το τέλος της δεκαετίας του ’70

εγκυρότατα από τον Δημ. Ευρυγένη ­ από τις πλέον κακότεχνες, αλλά ως προς την

ουσία τους από τις πλέον προωθημένες. Δεν δημιούργησε κανένα πρόβλημα

συνταγματικής τάξης, το οποίο τουλάχιστον εγώ να αντιλαμβάνομαι. Η εφαρμογή

της στο μέλλον είναι το ζητούμενο και κατά τον κ. Δρόσο «δεν απαντά σαφώς στη

σχέση της κοινοτικής προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων με την ελληνική και

σε ζητήματα όπως ασφάλειας και άμυνας, εξωτερικής πολιτικής, δικαιοσύνης και

άλλα». Από το σημείο αυτό πιάνει το νήμα της συζήτησης ο κ. Στεφάνου, ο οποίος

τονίζει ότι το συγκεκριμένο άρθρο «θα καταστεί πολιτικά επίκαιρο στο μέλλον».

Και εξηγεί: «Σε διαφορετική κατάσταση βρισκόταν η Ευρωπαϊκή Κοινότητα όταν

προσχώρησε η Ελλάδα το ’79, τυπικά το ’81 απ’ ό,τι είναι σήμερα. Δηλαδή υπήρξε

μία πολύ μεγάλη πολιτικοποίηση των αντικειμένων του πεδίου των αρμοδιοτήτων

της. Σε εξαιρετικά ευαίσθητους πολιτικά τομείς. Αναφέρομαι στην ΟΝΕ φυσικά και

σε πτυχές της εξωτερικής πολιτικής. Με αυτά τα δεδομένα, ήδη, κατά τη γνώμη

μου, υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Δεν εξομοιώνεται πια η Ευρωπαϊκή Ένωση με τους

διεθνείς οργανισμούς, στους οποίους αναφέρεται σήμερα το Σύνταγμα. Δεν είναι

ένας διεθνής οργανισμός, όπως τον εννοεί το Σύνταγμα. Είναι ένα ιδιότυπο

θεσμικό μόρφωμα, του οποίου, εν πάση περιπτώσει, ο πρώτος πυλώνας, ο

κοινοτικός, έχει σαφέστατα υπερεθνικά και ομοσπονδιακά στοιχεία.

Μετεξέλιξη

Π. ΙΩΑΚΕΙΜΙΔΗΣ: Στενότερη ένωση των λαών της Ευρώπης

Η κατάσταση εξελίσσεται ταχύτατα σε μια πιο στενή ένωση. Και βεβαίως η

προοπτική της διακυβερνητικής του 2004, η οποία αφορά ουσιαστικά μία

μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς ομοσπονδιακή κατεύθυνση. Στον βαθμό που

θέλει να συμμετέχει η Ελλάδα, νομίζω ότι απαιτείται ένα διαφορετικό

συνταγματικό έρεισμα». Στην προοπτική μετεξέλιξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε

ομοσπονδία, ο κ. Στεφάνου συνηγορεί με την άποψη που έχει διατυπωθεί από

ορισμένα κόμματα και είναι «ρητή αναφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση και διεξαγωγή

δημοψηφίσματος όταν πρόκειται για νέες διευθετήσεις του επιμερισμού των

αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ένωσης και των κρατών-μελών ή της μελλοντικής

ευρωπαϊκής ομοσπονδίας και των συστατικών μερών της».

«Τη ρητή αναφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά κυρίως στις αξίες της στις οποίες

στηρίζεται η Ένωση», υποστηρίζει και ο κ. Ιωακειμίδης επισημαίνοντας ότι «αυτό

θα εξυπηρετούσε και την πολιτική επάρκεια αλλά και τη συμβολική επάρκεια του

άρθρου στο μέλλον». Ξεκινώντας από το αντίστοιχο άρθρο του γερμανικού

Συντάγματος, ο κ. Ιωακειμίδης προτείνει την εξής διατύπωση: «Προκειμένου να

συμβάλει στη διαρκώς στενότερη ένωση της λαών της Ευρώπης με βάση τις αρχές

της ειρήνης, δημοκρατίας, αλληλεγγύης, κοινωνικής δικαιοσύνης και

επικουρικότητας, η Ελληνική Δημοκρατία συμμετέχει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και

αναθέτει, με συμφωνία ή συνθήκη, στα όργανά της τις αναγκαίες εξουσίες και

αρμοδιότητες για τον σκοπό αυτό». Επίσης εκτιμά πως «για τον εκσυγχρονισμό του

Συντάγματος και των νομικών σχέσεων θα έπρεπε να προβλεφθεί ρητά στο άρθρο ο

ρόλος του Κοινοβουλίου στην ενοποιητική διαδικασία». Η συνταγματική αναφορά

θεωρεί πως θα αποτελέσει πράξη αναβάθμισης σε νομικό, πολιτικό και συμβολικό

επίπεδο.

Ωστόσο, για την προοπτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο κ. Δρόσος επισημαίνει πως

ουδέποτε έως σήμερα δεν έγινε ουσιαστική συζήτηση σε επίπεδο Βουλής.

Αναφερόμενος στην προτεινόμενη ερμηνευτική δήλωση, τονίζει ότι «είναι σωστή,

αλλά αποτελεί μία ουσιαστική απάντηση στο χθες και μερική στο αύριο. Το άρθρο

28 επιστημονικά έχει ελεγχεί, αλλά πολιτικά ποτέ δεν συζητήθηκε με πλείστες

όσες ευκαιρίες. Θεωρώ, επισημαίνει ο κ. Δρόσος, ότι η διατύπωση της δήλωσης

είναι προσεκτική.

Η διαδικασία

ΑΡΓ. ΠΑΣΣΑΣ: Ζήτημα δημοκρατικής νομιμοποίησης

Αναφέρεται στη διαδικασία και δεν αναφέρεται στον τελικό τύπο, είτε σε επίπεδο

συμβολισμού ονόματος είτε περιεχομένου, όσον αφορά μία ενδεχόμενη πολιτειακή

μορφή της Ε.Ε. Αφήνει αυτά που η Βουλή συνεχίζει να αφήνει και σε επίπεδο

πολιτικού διαλόγου. Όταν μάλιστα είναι μία αναθεώρηση, που γίνεται την επομένη

της Συνόδου της Νίκαιας που είναι η προηγούμενη της νέας αναθεώρησης, η οποία

θέτει επί τάπητος σοβαρά ζητήματα». Το ερώτημα το οποίο θεωρεί μείζον και

θέτει ο κ. Πασσάς είναι « Πώς θα κρίνω την ερμηνευτική δήλωση όταν ο δηλών ή ο

προτείνων δεν συζητεί τα άρθρα τα οποία ερμηνεύει η δήλωση. Κι αυτή είναι η

αντίφαση. Μετέχοντας στη διαδικασία την ενοποιητική, της ευρωπαϊκής

ολοκλήρωσης, μετέχεις σε άγνωστη κατεύθυνση, όπου θεμελιώνονται ενδεχομένως

και κατοχυρώνονται αρχές και όχι τα τυπικά μορφώματα που θα προκύψουν, διότι

δεν είναι γνωστά αυτά. Κατά τη διάρκεια, όμως, αυτή τίθενται ζητήματα

δημοκρατικής νομιμοποίησης, πολιτικής νομιμοποίησης από την κοινωνία. Η

συζήτηση δεν γίνεται θαρραλέα ως προς το μοντέλο, το πρότυπο οργάνωσης του

εθνικού κράτους και των πολιτειακών του οργάνων. Γίνεται απλώς μία μνεία ότι

θα μπορεί να ενσωματωθεί το πρωτόκολλο του Άμστερνταμ, το οποίο δίνει τη

δυνατότητα της προηγούμενης συζήτησης στις εθνικές Βουλές, των νομοθετημάτων

που συζητούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θεωρώ, λοιπόν, ότι γίνεται μία συζήτηση

που αναφέρεται στο χθες και δεν θέλει σήμερα να ανοίξει διάλογο γι’ αυτό που

θα συμβεί αύριο. Ενώ ρυθμίζει στην ουσία, με βάση τις προβλέψεις του

Συντάγματος το αύριο. Διότι η επόμενη αναθεώρηση θα γίνει ύστερα από δέκα

χρόνια».

Χαμένη ευκαιρία

ΚΩΝ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ: Δημοψήφισμα για τις επιμέρους αρμοδιότητες

Τη σημερινή συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος ο κ. Δρόσος τη

χαρακτηρίζει «χαμένη ευκαιρία για μία ουσιαστική συζήτηση σχετικά με το

θεσμικό και πολιτικό μέλλον της Ελλάδας μέσα στην Ευρώπη».

«Διαβάζοντας τις εισηγήσεις της μειοψηφίας και της πλειοψηφίας διαπιστώνω»,

λέει ο κ. Δρόσος, «ότι ετοιμάζονται να δεσμεύσουν το Σύνταγμα τουλάχιστον έως

το 2012 συζητώντας επί τη βάσει των στοιχείων που είχαν την περασμένη εβδομάδα

ή την περασμένη δεκαετία».

Η προτεινόμενη ρύθμιση, κατά τον κ. Δρόσο, δίνει πολύ ευρύτερες δυνατότητες

συμμετοχής σε διαδικασίες έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση.