Μοιάζει απίστευτο αλλά από τη συχνότητα και μόνο των περιστατικών είναι

δυστυχώς πέρα για πέρα αληθινό. Άνθρωποι που τα έπαιξαν όλα στον ναό του

χρήματος «παίζουν» στην πορεία τις αντοχές τους και στο τέλος και τη ζωή τους,

βάζοντας «τέλος» σε μια Οδύσσεια που δεν μπορούν να αντέξουν. Είναι

«ηρωισμός», «αυτοθυσία» ή «λιγοψυχία»; Είναι «έλλειψη ευθύνης » ή «αυξημένο

αίσθημα ευθύνης»; Κανείς πραγματικά δεν ξέρει και κανείς δεν μπορεί εκ των

υστέρων να ερμηνεύσει τις διεργασίες αλλά και τον μηχανισμό σκέψεων και

αποφάσεων ενός αυτόχειρα. Ένα είναι το γεγονός: αυξάνονται ανησυχητικά στις

ημέρες μας οι απόπειρες ή και οι αυτοκτονίες ανθρώπων που βρίσκονται λίγο πριν

από την οικονομική καταστροφή… Η αυτοκτονία, κατά τον ψυχίατρο Μανώλη

Μυλωνάκη, είναι φαινόμενο που τροφοδοτείται κυρίως από την ψυχοπαθολογία αλλά

όχι μόνο: «Οι περισσότεροι αυτόχειρες πάσχουν από κατάθλιψη ή από

σχιζοφρένεια. Η αυτοκτονία των καταθλιπτικών είναι συνήθως λεπτομερώς

προγραμματισμένη ενώ των σχιζοφρενών αυτοσχέδια…» Οι πέραν της τυπικής

ψυχοπαθολογίας αυτοκτονίες, εξηγεί ο κ. Μυλωνάκης, «οφείλονται στα

αστροπελέκια της ζωής! Από τη μια στιγμή στην άλλη προκύπτουν εξελίξεις που

δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθούν με τους διαθέσιμους ψυχοπροστατευτικούς

μηχανισμούς. Δικαίως ή αδίκως, ένα άτομο βιώνει την απειλή της ατίμωσης ή της

οικονομικής καταστροφής ή και των δύο μαζί και του είναι αδύνατον να αντέξει

την πραγματικότητα, που ωστόσο προβλέπει κατά τρόπο οδυνηρό… Ανά τον κόσμο

και ανά τους αιώνες, ιδεολόγοι και πολεμιστές που κινδύνευαν να αιχμαλωτισθούν

­ οπότε τους περίμενε η διαδικασία των βασανιστηρίων για να ομολογήσουν

πράγματα υπαρκτά και ανύπαρκτα ­ προτιμούσαν να αυτοκτονήσουν και το έπρατταν

(όπως το πράττουν και σήμερα) τις περισσότερες φορές με ανακούφιση…» Σήμερα,

οι απειλούμενοι με βέβαιη οικονομική καταστροφή γνωρίζουν «ότι πρόκειται να

ζήσουν, αν όχι τη φυλακή και ό,τι η φυλακή συνεπάγεται, τουλάχιστον τον

κοινωνικό υποβιβασμό. Έτσι, η αυτοκτονία αποτελεί αρκετές φορές τη μοναδική

λύση προ της συμφοράς…»

Δεν το επιχειρούν απλώς, συνήθως το πραγματώνουν. Σε αντίθεση με «όσες και

όσους απλώς αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν, προκειμένου να συγκινήσουν και να

εξασφαλίσουν τον οίκτο και τη συμπάθεια, που επιμελούνται με σχολαστική

επιδεικτικότητα τη σκηνοθεσία τους, η οποία, αλίμονο, επιτυγχάνει ορισμένες

φορές κατά λάθος»!

Στο εξωτερικό υπάρχει από το 1929 επιστημονικός κλάδος που λέγεται

«αυτοκτονολογία» και αυτό σημαίνει, κατά τη Βάσω Αρτινοπούλου, επίκουρη

καθηγήτρια της Εγκληματολογίας στο Τμήμα Ψυχολογίας του Πάντειου

Πανεπιστημίου, ότι «υπάρχουν τόσο πολλοί τύποι αυτοκτονίας που ο καθένας

επιδέχεται και διαφορετικές ερμηνείες…». Ύστερα από μια τέτοια τελεσίδικη

πράξη, που βάζει τέρμα στην ανθρώπινη ζωή, «αξίζει να δει κανείς την κοινωνική

σημασία της αυτοκτονίας, πότε δηλαδή αποκτά ένα άλλο περιεχόμενο. Μπορεί να

είναι μια μορφή αυτοθυσίας ή μπορεί να προέρχεται από ενοχές ­ μέσα από τη

διαδικασία της αποδοχής της ατομικής ευθύνης ­, γιατί έχουν καταστραφεί

ενδεχομένως ζωές άλλων ανθρώπων. Όπως και να έχει, αυτό που μπορούμε με

βεβαιότητα να πούμε είναι ότι η αυτοκτονία δεν είναι τελικά μια απλή

αντίδραση, μια απάντηση του ατόμου στις συνθήκες ή στην περιρρέουσα

ατμόσφαιρα, είναι μάλλον η κατάληξη μιας πορείας που αναπτύσσεται στο ίδιο το

άτομο, μέσα από την προσωπικότητά του και τις συνθήκες του περιβάλλοντός του.

Συνήθως καλούμαστε εκ των υστέρων κι αφού έχει συμβεί το γεγονός να

ερμηνεύσουμε και να ανακατασκευάσουμε την προσωπικότητα του αυτόχειρα, κάτι

που είναι αδύνατον να συμβεί τόσο επιστημονικά όσο και μεθοδολογικά. Έτσι,

καταλήγει αδύνατον να πει κανείς ότι αυτοκτόνησε ένα άτομο από αυξημένο

αίσθημα ευθύνης και υπευθυνότητας ή από υπερβολή στην ατομική ευθύνη…»