Η αμφισβήτηση για τον ελληνικό αθλητισμό είναι πιο έντονη από ποτέ. Οι Έλληνες

φίλαθλοι, στη συντριπτική τους πλειονότητα, εκτιμούν ότι οι περισσότεροι

αθλητές και αθλήτριες κάνουν χρήση απαγορευμένων ουσιών ενώ, όσον αφορά το

ποδόσφαιρο, ελάχιστοι είναι εκείνοι που εμπιστεύονται τους φορείς που κρατούν

στα χέρια τους τα ηνία. Η έρευνα της V-PRC καταγράφει και αναδεικνύει αυτό που

όλοι υποψιάζονταν από καιρό, αλλά δεν ομολογούσαν…



Άγνωστη λέξη η εμπιστοσύνη στο ποδόσφαιρο

Όταν θεσμοί, όπως η ΕΠΟ, η ΕΠΑΕ, ο υφυπουργός Αθλητισμού, ο αθλητικός Τύπος

και η διαιτησία δεν μπορούν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του κόσμου (φίλαθλου

και μη) είναι δύσκολο, αν όχι απίθανο, το ελληνικό ποδόσφαιρο να μπορέσει να

βγει από το τέλμα στο οποίο βρίσκεται.

Το συμπέρασμα δεν είναι αυθαίρετο, αλλά προέρχεται από τα στοιχεία της έρευνας

της V-PRC. Για όλους αυτούς τους θεσμούς στον χώρο του αθλήματος του

ποδοσφαίρου, η εικόνα του κοινού είναι η χειρότερη δυνατή. Με τη διαιτησία ­

παρά το γεγονός ότι η έρευνα έγινε στο διάστημα από 20 Σεπτεμβρίου μέχρι 3

Οκτωβρίου οπότε οι κραυγές δεν ήταν τόσο δυνατές όσο τον τελευταίο καιρό ­ να

βρίσκεται πρώτη στη… λίστα της ανυποληψίας.

Δεν εμπιστεύονται την ΕΠΑΕ οι 44, ενώ την εμπιστεύονται οι 16,5 στους 100

ερωτηθέντες. Η διοργανώτρια αρχή του πρωταθλήματος είναι δεύτερη στον…

μαυροπίνακα της ελληνικής κοινής γνώμης. Και με τέτοια εικόνα είναι δύσκολο να

καταφέρει, έστω και αν έχει ­ που δεν έχει ­ καλές προθέσεις για ένα επί ίσοις

όροις πρωτάθλημα, με ισονομία και όλα τα λοιπά.


Δεν εμπιστεύονται την ΕΠΟ οι 42 στους 100, ενώ την εμπιστεύονται μόλις οι 16.

Το ποσοστό για τον αθλητικό Τύπο είναι στα ίδια επίπεδα, σε ό,τι αφορά αυτούς

που δεν τον εμπιστεύονται (42,6%), αλλά αυξάνεται σημαντικά το ποσοστό αυτών

που τον εμπιστεύονται και είναι 23,8%.

Ο υφυπουργός Αθλητισμού συγκεντρώνει το μικρότερο ποσοστό (σε σχέση με τους

υπόλοιπους φορείς) αυτών που δεν τον εμπιστεύονται, 36,4%, αλλά και το

μεγαλύτερο ποσοστό αυτών που τον εμπιστεύονται 23,8%.

Τα στοιχεία, έτσι όπως καταγράφονται μέσα από τη συγκεκριμένη έρευνα, δείχνουν

πως ο κόσμος θέλει την Πολιτεία, έτσι όπως αυτή εκφράζεται μέσω του υφυπουργού

Αθλητισμού, να έχει ενεργότερο ρόλο σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία στον χώρο του

ποδοσφαίρου και την οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης με τους φορείς του αθλήματος.



Το ντόπινγκ στοιχειώνει και τον ελληνικο αθλητισμό

«Ο κόσμος το έχει τούμπανο». Αυτή είναι η πικρή αλήθεια σε ό,τι αφορά το

ντόπινγκ. Το 65,9% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι γίνεται χρήση αναβολικών

ουσιών από αθλητές και αθλήτριες στην Ελλάδα, ενώ μόλις το 12,9% έχει την

άποψη ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Δεν γνωρίζω απάντησε το 21,2% των

ερωτηθέντων.

Σε ό,τι αφορά τα αθλήματα στα οποία γίνεται χρήση

αναβολικών, ο στίβος, κατά την άποψη των ερωτηθέντων, έρχεται πρώτος με 54,7%

(μόλις το 16,4% πιστεύει ότι δεν γίνεται χρήση απαγορευμένων ουσιών) και

ακολουθεί η άρση βαρών με 51,9%. Σε… ασυνήθιστα υψηλή θέση βρίσκεται το

ποδόσφαιρο, με 47,5% και ακολουθούν το μπάσκετ (44,2%) και η πάλη (42,7%).


Το ποσοστό αυτών που πιστεύει ότι απαγορευμένες ουσίες χρησιμοποιούνται και

από αθλητές της ενόργανης γυμναστικής είναι 32% και υπερτερεί το ποσοστό αυτών

που πιστεύουν ότι δεν γίνεται χρήση ντόπινγκ στο συγκεκριμένο άθλημα (32,8%).

Σε αθλήματα όπως το βόλεϊ και το πόλο, οι απαντήσεις «μάλλον δεν γίνεται»

(χρήση αναβολικών) υπερτερούν αυτών του «μάλλον γίνεται».

Ένα ακόμη χαρακτηριστικό στοιχείο της έρευνας, σε ό,τι

αφορά το κομμάτι του ντόπινγκ, είναι η άποψη των φιλάθλων που πήραν μέρος στην

έρευνα για το συγκεκριμένο θέμα. Και σε αυτό το σημείο, τα ποσοστά «μάλλον

γίνεται» (χρήση αναβολικών) παρουσιάζονται αρκετά πιο υψηλά σε σχέση με τον

μέσο όρο. Έτσι: Για τον στίβο το ποσοστό διαμορφώνεται στο 59,8%, για την άρση

βαρών στο 56,5%, για το ποδόσφαιρο στο 51,3%, για το μπάσκετ στο 48,4%, για

την πάλη στο 46,5% κ.λπ.

Τα στοιχεία είναι ασφαλώς εντυπωσιακά και δείχνουν ότι ο

κόσμος, φίλαθλος και μη, πιστεύει πλέον ακράδαντα ότι αθλητισμός και ντόπινγκ

πηγαίνουν… χέρι – χέρι. Τα περαιτέρω συμπεράσματα στους ειδικούς.



Το ποδόσφαιρο παραμένει ο «βασιλιάς» των σπορ

Είναι ο βασιλιάς των σπορ και στην Ελλάδα και αυτό δεν δέχεται πλέον καμία

αμφισβήτηση. Ο λόγος για το ποδόσφαιρο, το οποίο δέχθηκε την ισχυρή πίεση του

μπάσκετ (από το 1987 μέχρι πρόσφατα), όμως και πάλι καταφέρνει να πάρει τα

σκήπτρα και να είναι πρώτο σε δημοτικότητα με 32,8%, έναντι 24,2% του μπάσκετ.

Γεγονός αναμφισβήτητο αποτελεί η διαπίστωση ότι το ποδόσφαιρο βρίσκεται

ξανά στην κορυφή, χωρίς να έχουν αλλάξει ουσιαστικά τα βασικά του

χαρακτηριστικά από τα μέσα της 10ετίας του ’80, όταν το μπάσκετ άρχισε να

«παίρνει τα πάνω του». Στοιχεία που έχουν να κάνουν με την αξιοπιστία, την

κακή διαιτησία, το μετριότατο θέαμα, τη βία κ.λπ.

Ακόμη, δεν πρέπει να μας διαφύγει το γεγονός ότι οι φίλαθλοι δεν πηγαίνουν

πλέον στα γήπεδα και οι συγκρίσεις με τη 10ετία του ’80 μόνο θλίψη μπορούν να

προκαλέσουν. Αυτές οι διαπιστώσεις δείχνουν πως το ποδόσφαιρο, χωρίς να έχει

κάνει κάτι ουσιαστικό, βρίσκεται και πάλι στην πρώτη θέση των προτιμήσεων των

Ελλήνων, παρά το γεγονός ότι το μπάσκετ είναι αυτό που την τελευταία πενταετία

χαρίζει διακρίσεις ­ σε συλλογικό επίπεδο ­ στην Ευρώπη. Εύλογα λοιπόν μπορεί

κάποιος να υποστηρίξει ότι το μπάσκετ φθίνει, ενώ το ποδόσφαιρο παραμένει εκεί

που ήταν. Είναι ένα ζήτημα όμως, και μάλιστα εξαιρετικά σημαντικό για το

μέλλον του αθλήματος στην Ελλάδα, να βρεθούν οι παράμετροι εκείνες που έχουν

ωθήσει προς τα κάτω το μπάσκετ. Οι εποχές που οι πιτσιρικάδες στους δρόμους

ήθελαν να γίνουν Γκάλης, Γιαννάκης, Φασούλας και Φάνης πέρασαν ανεπιστρεπτί.

Παίκτες τέτοιου μεγέθους δεν υπάρχουν πλέον. Το πρωτάθλημα κατακλύζεται από

ξένους. Η τηλεόραση κούρασε… Στα αξιοσημείωτα της έρευνας, η παρουσία του

στίβου στην τρίτη θέση των δημοφιλέστερων αθλημάτων, με ποσοστό 15,9%, της

γυμναστικής στην επόμενη με 6,5%, της άρσης βαρών στην πέμπτη με 5,3%. Η

άνοδος αυτών των αθλημάτων, οφείλεται βεβαίως στις μεγάλες επιτυχίες των

Ελλήνων αθλητών και αθλητριών στις μεγάλες διοργανώσεις.

Ακόμη, η… καταβαράθρωση του βόλεϊ είναι ένα θέμα που πρέπει να

προβληματίσει τους υπευθύνους. Με ποσοστό μόλις 3,3%, βρίσκεται πίσω από το

κολύμπι και τις καταδύσεις (4,9%) όταν και αυτά τα δύο αθλήματα δεν έχουν να

δείξουν καμία επιτυχία τα τελευταία χρόνια.