Πρώην πρόεδρος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα (ΓΧΣ), ο Ρονύ Μπρωμάν αναπτύσσει

ερωτήματα για την ανθρωπιστική δράση σε μια ταινία και ένα βιβλίο.

Ρονύ Μπρωμάν. «Η πολιτική είναι μικροί φόνοι μεταξύ φίλων…»

«Μήπως κάνουμε περισσότερο κακό παρά καλό;». Το ερώτημα βασανίζει τον γιατρό

Ρονύ Μπρωμάν από το 1985, όταν ο λιμός μάστιζε την Αιθιοπία και εκείνος

διαπίστωνε, ως πρόεδρος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, ότι τα κέντρα αρωγής που

είχε στήσει η οργάνωσή του κατέληγαν να εξυπηρετούν την πολιτική εκτόπισης του

πληθυσμού που εφήρμοζε ο τότε δικτάτορας της Αιθιοπίας Μενγκίστου. Λίγους

μήνες αργότερα, οι ΓΧΣ εκδιώκονταν από την Αιθιοπία και ο Πασκάλ Μπρυκνέρ

συνιστούσε στον Μπρωμάν να διαβάσει Χάνα Άρεντ, ιδιαίτερα τον «Άιχμαν στην

Ιερουσαλήμ». Από τη Γερμανίδα φιλόσοφο έμαθε πώς ένα «πρότυπο υπαλλήλου»

μπορεί να συνεργασθεί, χωρίς καμία ενοχή, σε μια βιομηχανική διαδικασία

εξόντωσης ανθρώπων. Δεκαπέντε χρόνια μετά, το θέμα θα του δώσει το υλικό για

μια ταινία («Ένας σπεσιαλίστας») και ένα βιβλίο («Εγκώμιο της ανυπακοής»). «Ο

Άιχμαν μου έφερνε στον νου την απομόνωση των εργατών της ανθρωπιστικής

δράσης», λέει στη «Λιμπερασιόν». «Εμπνέεις εμπιστοσύνη. Ο κόσμος έρχεται σ’

εσένα. Αλλά στο τέλος μπορεί να υπάρξουν εκτοπισμοί».

Ο παραλληλισμός δεν τον σοκάρει. Είναι εβραϊκής καταγωγής, γεννήθηκε το 1950

στο Ισραήλ, αλλά ο καθαγιασμός του Ολοκαυτώματος τον εκνευρίζει. «Επειδή

αντιμετωπίζουμε το Ολοκαύτωμα ως κάτι διαφορετικό και μοναδικό, απαγορεύουμε

στον εαυτό μας να σκεφθεί πάνω σε αυτό. Απλώς το τιμούμε. Ολισθαίνουμε προς τη

θρησκευτική προσέγγιση: ο απόλυτος δήμιος και το απόλυτο θύμα». Αυτό που

ενδιαφέρει όμως τον Μπρωμάν είναι η διαπλοκή τού καλού και του κακού, του

δήμιου και του θύματος. «Όταν επέστρεψα από την Καμπότζη, ο Ρεϋμόν Αρόν μού

έμαθε να διακρίνω αυτό που χωρίζει τη δημοκρατία από τον ολοκληρωτισμό.

Επιστρέφοντας από την Αιθιοπία, η Χάνα Άρεντ μού έμαθε αυτό που τους ενώνει».

Μέλος στα νιάτα του της Αναρχικής Ομοσπονδίας και της Προλεταριακής Αριστεράς

­ «Εκείνη την εποχή όταν ήσουν με τη ζωή, ήσουν αριστεριστής» ­, ο Μπρωμάν

σπούδασε γιατρός και γνώρισε τον Κλωντ Μαλυρέ, εκ των ιδρυτών των ΓΧΣ μαζί με

τους Μπερνάρ Κουσνέρ και Ξαβιέ Εμμανουελί. Έγινε ο πρώτος μόνιμος γιατρός της

οργάνωσης, με μηνιαίο μισθό 5.000 φράγκα ­ σήμερα εξακολουθεί να απασχολείται

μερικώς με αμοιβή 7.000 φράγκα τον μήνα (γύρω στις 350.000 δραχμές). Οι

συνάδελφοί του στους ΓΧΣ έγιναν όλοι υπουργοί ή πρώην υπουργοί, όχι όμως και ο

Μπρωμάν: «Δεν θα μπορούσα. Η πολιτική είναι μικροί φόνοι μεταξύ φίλων…».

Γράφει, διαβάζει και εξακολουθεί να μελετά την Χάνα Άρεντ, τη σύγκρουση της

κρίσης και της εμπειρίας. «Η σκέψη που ζει είναι εκείνη που διατηρεί τη

θερμοκρασία της καταστροφής της», γράφει ο Εντγκάρ Μορέν. Ο Ρονύ Μπρωμάν

σκέπτεται και ζει.