Οργή για τα λάθη του υποπλοιάρχου που οδήγησαν στη ναυτική τραγωδία με το

«Εξπρές Σαμίνα» κρύβει η απολογία του πλοιάρχου Βασ. Γιαννακή. «Δεν είναι

δυνατόν να δεχθώ τις δικαιολογίες του…», λέει. «Όσα αναφέρει δεν ευσταθούν.

Δεν μπορεί ένα κύμα να μετατοπίσει ένα πλοίο…».

Σε πορεία σύγκρουσης βρίσκονται ο πλοίαρχος και ο υποπλοίαρχος του «Εξπρές

Σαμίνα» για τις συνθήκες που οδήγησαν στο ναυάγιο

Ο υποπλοίαρχος Αναστ. Ψυχογιός βρίσκεται στο στόχαστρο των απολογιών και των

άλλων δύο συγκατηγορουμένων του, του πηδαλιούχου Παν. Κάσδαγλη και του δόκιμου

πλοιάρχου Γεώργ. Πατήλα, ενώ ο ίδιος εμμένει στη θεωρία της «κακοκαιρίας» για

να δικαιολογήσει το πολύνεκρο ναυάγιο.

Όπως προκύπτει από τον φάκελο της ανάκρισης για τη ναυτική τραγωδία ­ που

ανοίγουν σήμερα «ΤΑ ΝΕΑ» ­ τα τέσσερα μέλη του πληρώματος του «Εξπρές Σαμίνα»,

τα οποία είχαν βάρδια στη γέφυρα του πλοίου την ώρα της πρόσκρουσης στις

βραχονησίδες Πόρτες και αντιμετωπίζουν πλέον βαρύτατες κατηγορίες, δεν

αποδίδουν το δυστύχημα σε βλάβη των οργάνων του καραβιού.

Ακόμη και ο υποπλοίαρχος αναφέρει ότι «δεν είχε αντιληφθεί καμία βλάβη

μηχανική ή ηλεκτρονική», παρά την αντίθετη υπερασπιστική γραμμή που χαράσσουν

οι συνήγοροί του τις τελευταίες ημέρες. Ο πλοίαρχος, μάλιστα, αποκλείει

κατηγορηματικά το ενδεχόμενο βλάβης και υπεραμύνεται του αξιόπλοου του

μοιραίου καραβιού.

Στις απολογίες τους ενώπιον της τακτικής ανακρίτριας Σύρου Ιωάννας Καραμπάση

οι τέσσερις κατηγορούμενοι εξιστόρησαν όσα τραγικά διαδραματίστηκαν την ώρα

της πρόσκρουσης στη γέφυρα του πλοίου ενώ παρουσίασαν και όσα ακολούθησαν για

την εγκατάλειψή του. Και οι τέσσερις αρνούνται το κατηγορητήριο που εκκρεμεί

εις βάρος τους, ιδίως σε ό,τι αφορά τον «ενδεχόμενο δόλο» που τους αποδίδεται

για την πρόκληση του ναυαγίου και μετατρέπει τις κατηγορίες σε κακουργήματα.

Από τις απολογίες προκύπτει ότι ο πλοίαρχος με τον υποπλοίαρχο (σ.σ.: και οι

δύο έχουν προφυλακιστεί και κρατούνται στις φυλακές Χίου) βρίσκονται πλέον σε

πορεία σύγκρουσης, αφού όσο πιο επιβαρυντικά εξελιχθούν τα πράγματα για τον

έναν τόσο θα μειωθούν οι ευθύνες του άλλου.

Ο πλοίαρχος Βασ. Γιαννακής κατηγορεί τον υποπλοίαρχο Αναστ. Ψυχογιό ότι «δεν

τον ειδοποίησε εγκαίρως» για να βρεθεί στη γέφυρα του καραβιού που είχε

παρεκκλίνει της πορείας και του αποδίδει «βαριά αμέλεια» στους χειρισμούς που

ακολούθησαν. Μάλιστα, χαρακτηρίζει ως την «πιο εύκολη» τη βάρδια 20.00 – 24.00

που εκτελούσε στη γέφυρα ο Ψυχογιός και αναφέρει ότι ο ίδιος θα έλεγε «κράτει

τις μηχανές κι ανάποδα».

«Επ’ ουδενί δεν θα έστρεφα το πλοίο δεξιά ή αριστερά γιατί υπήρχε ο κίνδυνος

να κτυπήσει το πλοίο στο πλάι με ολέθρια αποτελέσματα, όπως και έγινε…

Πιστεύω επίσης ότι εάν είχε στρέψει το τιμόνι 25 μοίρες αριστερά, η πρόσκρουση

θα γινόταν προς την πρύμνη, οπότε θα είχαμε ζημιές σε μικρότερη έκταση…»,

σημειώνει ο πλοίαρχος στην απολογία του.

Ερωτηθείς από την ανακρίτρια για τις εξηγήσεις του υποπλοιάρχου, ο καπετάνιος

του μοιραίου καραβιού αναφέρει ότι, συνομιλώντας μαζί του, ενώ ήταν πλέον

συγκρατούμενοι, ο Αναστ. Ψυχογιός υποστήριξε ότι το πλοίο «δέχθηκε ένα

χαστούκι κύματος στην πρύμνη από αριστερά, το οποίο έσπρωξε την πλώρη του

δεξιότερα προς τη βραχονησίδα». Η εξήγηση εξοργίζει τον καπετάνιο: «Σταμάτησα

να συνομιλώ μαζί του και σηκώθηκα κι έφυγα, γιατί ήταν αδύνατον να δεχθώ αυτή

τη δικαιολογία του… Δεν υπάρχει περίπτωση να ήρθε ένα κύμα και να έστρεψε το

καράβι, γιατί δεν έχει τη δύναμη ένα κύμα να κάνει μετατόπιση του πλοίου…».

Σε ό,τι αφορά τους δικούς του χειρισμούς μετά την πρόσκρουση, πάντως, ο

πλοίαρχος παραδέχεται ότι δεν έδωσε από τα μεγάφωνα σήμα εγκατάλειψης του

πλοίου. «Είχα πατήσει τον συναγερμό, ο οποίος δίνει μέσω των μεγαφώνων επτά

συριγμούς βραχείς κι ένα μακρύ, που αποτελεί τον γενικό συναγερμό του πλοίου

για να ενεργοποιηθούν πλήρωμα κι επιβάτες», απολογείται. «Στη συνέχεια, όταν

έκρινα ότι έπρεπε να εγκαταλειφθεί το πλοίο, το είπα διά ζώσης φωνής στους

αξιωματικούς μου και είχαν υποχρέωση να το ανακοινώσουν διά ζώσης φωνής στο

πλήρωμα και στους επιβάτες…».

Ο υποπλοίαρχος στη δική του απολογία αναφέρει ότι «δεν είχε καμία συγκεκριμένη

εντολή» από τον πλοίαρχο, ώστε να τον ενημερώνει να έρχεται στη γέφυρα, ενώ

θεωρεί τον εαυτό του υπεύθυνο για το ναυάγιο αλλά «έκανε ό,τι καλύτερο

μπορούσε εκείνη τη στιγμή». Αρνείται, εξάλλου, κατηγορηματικά ότι έλειπε από

τη γέφυρα ή ότι έβλεπε τηλεόραση ή μιλούσε στο κινητό.

Οι άλλοι δύο κατηγορούμενοι, ο πηδαλιούχος Παν. Κάσδαγλης και ο δόκιμος Γ.

Πατήλας, οι οποίοι αφέθησαν ελεύθεροι μετά την απολογία τους, αρνήθηκαν κάθε

κατηγορία και επιρρίπτουν ευθύνες στον υποπλοίαρχο, γιατί, ουσιαστικά, άργησε

να αντιληφθεί ότι πλοίο είχε παρεκκλίνει της πορείας του και πλησίαζε

επικίνδυνα τις μοιραίες βραχονησίδες.