Όπως είναι γνωστό, φέτος περίπου 86.000 νέοι περισσότεροι από ποτέ άλλοτε

στην ιστορία της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης περνούν τις πόρτες της.

Συνολικά, οι εγγεγραμμένοι φοιτητές στα οκτώ Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα του

Λεκανοπεδίου ήταν την προηγούμενη ακαδημαϊκή χρονιά 116.028, ενώ τον Οκτώβριο

του 2000 οι νέες εγγραφές θα ανέρχονται περίπου στις 15.500. Στον νομό

Θεσσαλονίκης, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο με 54.000 εγγεγραμμένους στα 43

τμήματά του θα δεχθεί 8.395 νέους φοιτητές, ενώ στα 8 τμήματα του

Πανεπιστημίου Μακεδονίας (10.800 εγγεγραμμένοι) θα προστεθούν 1.115 νέοι. Από

τα περιφερειακά πανεπιστήμια, τα τρία παλιότερα και μεγαλύτερα θα δεχθούν

συνολικά 9.000 περίπου νέους φοιτητές. Το Πανεπιστήμιο Πατρών (12.500

εγγεγραμμένοι) με 21 τμήματα θα δεχθεί 3.160 φοιτητές, το Πανεπιστήμιο

Ιωαννίνων (9.500 εγγεγραμμένοι) στα 16 τμήματά του θα δεχθεί 2.720 νέους και

το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης (10.000 εγγεγραμμένοι) θα δεχθεί 3.375

φοιτητές. Από τα «πανεπιστήμια της μεταπολίτευσης», που λειτούργησαν μετά το

1974, τους περισσότερους νέους φοιτητές δέχονται το Πανεπιστήμιο Κρήτης

(2.150) και το Πανεπιστήμιο Αιγαίου (2.105) και ακολουθούν το Πανεπιστήμιο

Θεσσαλίας (1.195), το Πολυτεχνείο Κρήτης (360) και το Ιόνιο Πανεπιστήμιο

(355).

Αν ανιχνεύσουμε τη σχέση εγγεγραμμένων φοιτητών και νεοεισερχόμενων θα

διαπιστώσουμε μια εμφανή ενίσχυση των περιφερειακών πανεπιστημίων τουλάχιστον

σε αριθμό νέων εγγραφών αναλογικά πάντα με τον φοιτητικό πληθυσμό τους. Έτσι

ενώ το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο αυξάνει τους εγγεγραμμένους φοιτητές του σε

ποσοστό 11,5% και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης σε ποσοστό 15,5%,

τα Πανεπιστήμια Κρήτης και Θράκης αυξάνουν τον πληθυσμό του κατά 35-36%, το

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας κατά 58,5% και το Πανεπιστήμιο Αιγαίου κατά 88%!

Η αύξηση των εισακτέων συνδέεται, βεβαίως, και με την ίδρυση φέτος 16 νέων ΑΕΙ

και 13 νέων τμημάτων ΤΕΙ, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των τμημάτων

Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στη χώρα μας να ανέρχεται ήδη στα 413, τα οποία

διασπείρονται σε 44 πόλεις και κωμοπόλεις.

Θα μπορούσε έτσι εύλογα να υποθέσει κανείς ότι ένα τέτοιου μεγέθους γεωγραφικό

άνοιγμα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στη χώρα μας θα δώσει την ευκαιρία στη

συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών να σπουδάζουν στον τόπο καταγωγής τους

μειώνοντας έτσι τα σημαντικά έξοδα που συνεπάγεται η απομάκρυνση από τη γονική

εστία. Γιατί, βεβαίως, είναι γνωστό ότι η απόκτηση της φοιτητικής ιδιότητας

όχι μόνο δεν σημαίνει το τέλος της επιβάρυνσης του οικογενειακού

προϋπολογισμού, αλλά αντίθετα συνδέεται με αυξημένο οικονομικό κόστος που

μεγαλώνει ανάλογα με την απομάκρυνση του φοιτητή από τη γονική εστία για

σπουδές εκτός περιοχής κατοικίας.

­ Ποιο είναι το μέγεθος της «φοιτητικής κινητικότητας», της απομάκρυνσης

δηλαδή από τη γονική εστία για την πραγματοποίηση σπουδών;

­ Ποιο είναι το οικονομικό κόστος του σπουδαστή για πανεπιστημιακές σπουδές

εκτός περιοχής κατοικίας;

­ Ποιο είναι το μέγεθος των ιδιωτικών εκπαιδευτικών δαπανών των φοιτητών που

σπουδάζουν μακριά από τον τόπο μόνιμης διαμονής τους;

Τα στοιχεία

Αν και δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία που να φανερώνουν το συνολικό αριθμό των

φοιτητών της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης που σπουδάζουν εκτός τόπου μόνιμης

κατοικίας υπολογίζουμε ­ με βάση τα στοιχεία διαφόρων ερευνών που έγιναν στη

δεκαετία του ’90 ­ ότι περίπου 100.000 φοιτητές ΑΕΙ και ΤΕΙ είναι εσωτερικοί

μετανάστες καθώς μετακινούνται μακριά από τον τόπο μόνιμης διαμονής τους για

χρονικό διάστημα 4-5 χρόνων.

Έρευνα του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (Κ. Ευθυμίου, Ν. Γεωργουλάς), με

τίτλο «Διερεύνηση των αναγκών των φοιτητών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου

Θράκης» έδειξε ότι μόνο το 5,8% των φοιτητών του Πανεπιστημίου

(Αλεξανδρούπολη, Κομοτηνή, Ξάνθη) διαμένει με την οικογένεια και μόνο το 16,7%

κατάγεται από τη Θράκη, ενώ η πλειονότητα αποτελείται από φοιτητές που

μετακινήθηκαν στην περιοχή της Θράκης λόγω της εισαγωγής τους στο Δημοκρίτειο

Πανεπιστήμιο.

Σε άλλη έρευνα που πραγματοποίησε ο πανεπιστημιακός Λόης Λαμπριανίδης στις

πανεπιστημιακές σχολές της Κομοτηνής, της Μυτιλήνης και του Ρεθύμνου

αποκαλύπτεται ότι το 92% των φοιτητών των παραπάνω σχολών είναι μετανάστες

στην περιοχή, με την έννοια ότι δεν ζούσαν εκεί τα τελευταία πέντε χρόνια πριν

από την εγγραφή τους στο πανεπιστήμιο.

Στα πλαίσια αυτά είναι ενδιαφέρον να δούμε ποιο είναι το οικονομικό κόστος από

τις σπουδές εκτός περιοχής κατοικίας, κοντολογίς τι κοστίζει ο Έλληνας

φοιτητής στην οικογένειά του.

Σύμφωνα με την έρευνα του Λόη Λαμπριανίδη, η πλειοψηφία των φοιτητών των

πανεπιστημιακών σχολών του Αιγαίου, της Θράκης και της Κρήτης νοικιάζει σπίτι

πληρώνοντας υψηλά ενοίκια στο Ρέθυμνο και στη Μυτιλήνη και χαμηλότερα στην

Κομοτηνή. Στις περιοχές αυτές αυξημένα είναι τα έξοδα των φοιτητών και για

μετακινήσεις, αφού πάνω από τους μισούς μετακινούνται προς την περιοχή

καταγωγής τους τουλάχιστον έξι φορές τον χρόνο.

Σύμφωνα με παλιότερη έρευνα του πανεπιστημιακού Αλ. Κοσμόπουλου και των

συνεργατών του που έγινε στο Πανεπιστήμιο των Πατρών, η πλειοψηφία των

φοιτητών (65,5%) προτιμούσε να συγκατοικεί με συμφοιτητές για την εξασφάλιση

φθηνότερου ενοικίου, το οποίο παρ’ όλα αυτά απορροφούσε μαζί με τη διατροφή

περίπου το 70% των συνολικών δαπανών του φοιτητή.

Ο μέσος όρος

Σε έρευνα που πραγματοποιήσαμε με ερωτηματολόγιο σε 95 φοιτητές που φοιτούσαν

τις ακαδημαϊκές χρονιές 1998/99 και 1999/2000 σε πανεπιστημιακές σχολές εκτός

τόπου διαμονής (Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, στο

Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο Κέρκυρας στο Πάντειο

Πανεπιστήμιο και στο Πανεπιστήμιο Πατρών) διαπιστώθηκε ότι κατά μέσο όρο ο

φοιτητής που σπουδάζει σε ΑΕΙ-ΤΕΙ εκτός τόπου μόνιμης κατοικίας κοστίζει στον

οικογενειακό προϋπολογισμό περίπου 170.000 δρχ. μηνιαίως. Το κόστος ζωής αυτών

των φοιτητών περιλαμβάνει κατά βάση τα έξοδα για στέγαση (ενοίκιο, ΔΕΗ,

κοινόχρηστα κ.λπ.), τη σίτιση, τα προσωπικά μικροέξοδα (τσιγάρα, υπεραστικά

τηλεφωνήματα κ.λπ.), τα έξοδα του ελεύθερου χρόνου (διασκέδαση – αναψυχή) τα

έξοδα για βιβλία, φωτοτυπίες, περιοδικά, εφημερίδες, καθώς και τα έξοδα για

μετακινήσεις.

Εκτός αυτών, η έρευνα έδειξε ότι ο φοιτητής ο οποίος έρχεται για πρώτη φορά

στο πανεπιστήμιο πρέπει να υπολογίσει ότι θα χρειαστεί κατά μέσο όρο από 500

χιλιάδες δραχμές και άνω για τα αρχικά έξοδα εγκατάστασης.

Οι υπολογισμοί αυτοί, βέβαια, αφορούν αποκλειστικά φοιτητές που δικαιούνται

κάρτα σίτισης και απλά συμπληρώνουν με δικά τους χρήματα τη διατροφή τους.

Επίσης οι παραπάνω υπολογισμοί αφορούν τα έξοδα διαβίωσης φοιτητών από

πανεπιστημιακά τμήματα και σχολές που δεν απαιτούν ιδιαίτερα ακριβά βιβλία και

εξοπλισμό όπως γίνεται π.χ. με την Ιατρική ή με την Αρχιτεκτονική, την Σχολή

Καλών Τεχνών κ.λπ. Στις τελευταίες αυτές περιπτώσεις, το μηνιαίο κόστος

σπουδών για τον φοιτητή που σπουδάζει σε ΑΕΙ εκτός τόπου μόνιμης διαμονής

ξεπερνάει τις 230.000 δρχ.!

Ακριβή και κακής ποιότητας η φοιτητική στέγη

Κοντολογίς και με τους πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς το συνολικό κόστος των

σπουδών με μέση χρονική διάρκεια τέσσερα έως πέντε χρόνια ανέρχεται για την

ελληνική οικογένεια που σπουδάζει ένα παιδί σε πανεπιστημιακή σχολή περίπου σε

7-9 εκατομμύρια δρχ.

Οι ιδιωτικές εκπαιδευτικές δαπάνες των 100.000 φοιτητών που σπουδάζουν εκτός

περιοχής μόνιμης κατοικίας ανέρχονται σε 170 δισ. ετησίως.

Είναι γνωστό ότι μερικά από τα αποτελέσματα της ύπαρξης πανεπιστημίου σε μια

περιοχή εντοπίζονται στην τοπική οικονομία, αφού οι φοιτητές αποτελούν μια νέα

ομάδα πελατών – καταναλωτών για τους ενοικιαστές σπιτιών, τα εστιατόρια, τα

μπαρ, τα σούπερ μάρκετ κ.λπ. Μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις οι φοιτητές

θεωρούνται περίπου ως «μάννα εξ ουρανού», αφού αυξάνουν τον όγκο των

συναλλαγών των επιχειρήσεων και τα εισοδήματα των ενοικιαστών ακινήτων πολλοί

από τους οποίους τους αντιμετωπίζουν σαν «γαλακτοφόρες αγελάδες». Για να

πάρουμε μια γεύση της εκμετάλλευσης που υφίσταται ο σπουδαστικός κόσμος

ιδιαίτερα στον τομέα της στέγασης αρκεί να δούμε τα συμπεράσματα μιας έρευνας

του ΕΚΚΕ (Αναστασία Κουβέλη) και του ΥΠΕΧΩΔΕ όπου δίνονται τα

κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά της φοιτητικής κατοικίας. Σύμφωνα με την

έρευνα το 35,7% δηλώνει ότι εγκαταστάθηκε στη συγκεκριμένη περιοχή που μένει,

επειδή μόνο εδώ μπόρεσε να βρει σπίτι που να ανταποκρίνεται στις οικονομικές

του δυνατότητες. Τα κυριότερα χαρακτηριστικά αυτής της φοιτητικής κατοικίας

είναι ότι πρόκειται για μικρά διαμερίσματα, ενός ή δύο δωματίων που βρίσκονται

κατά βάση στους κάτω ορόφους μεγάλων πολυκατοικιών, με πολλούς ορόφους και

πολλά διαμερίσματα. Φυσικά, οι περισσότερες από αυτές τις πολυκατοικίες είναι

παλιές και το 1 στα 3 διαμερίσματα δεν διαθέτει καλοριφέρ (πίνακας 4).

Τελευταίοι στη δημόσια δαπάνη για την εκπαίδευση

Σύμφωνα με τα συγκριτικά στοιχεία της Eurostat οι δημόσιες δαπάνες στη χώρα

μας, για την Τριτοβάθμια εκπαίδευση (ΑΕΙ-ΤΕΙ) είναι παράδειγμα προς αποφυγήν,

καθώς δεν πλησιάζουν ούτε στο μισό του κοινοτικού μέσου όρου. Συγκεκριμένα,

και με βάση τα επίσημα στοιχεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 15, η χώρα με τη

μικρότερη δαπάνη ανά φοιτητή της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης είναι η Ελλάδα με

μεγάλη μάλιστα διαφορά από τις υπόλοιπες χώρες.

Παράλληλα, πρόσφατη έρευνα στα «Οικονομικά της Εκπαίδευσης» που πραγματοποίησε

το Πάντειο Πανεπιστήμιο (Ν. Τσάτσος, Π. Γετίμης, Ν. Πετραλιάς), δείχνει ότι οι

δημόσιες δαπάνες για την προμήθεια συγγραμμάτων και τα φοιτητικά συσσίτια

βρίσκονται σε τέλεια αναντιστοιχία με τον αυξημένο αριθμό των φοιτητών,

παρουσιάζοντας μείωση τα τελευταία χρόνια. Μηδενική είναι και η οικονομική

ενίσχυση που παρέχει η χώρα μας στους φοιτητές. Με μέσο κοινοτικό όρο 5,7% η

οικονομική ενίσχυση (υποτροφίες, επιδοτούμενα δάνεια κ.λπ.) που παρέχει η

Ελλάδα στους φοιτητές δεν υπερβαίνει το 0,4% του συνόλου των δαπανών για την

παιδεία (πίνακας 6).