Το κυρίαρχο πρόβλημα της Παιδείας καθώς εισήλθαμε στον 21ο αιώνα είναι το

πλαίσιο αρχών και αξιών μέσα στο οποίο πρέπει να κινηθεί και κατ’ επέκταση το

πρότυπο του πεπαιδευμένου πολίτη-ανθρώπου που προσδοκά να διαμορφώσει.

Το Κίνημα των κοινωνικών συνειδήσεων δεν έχει ανάγκη

διαμεσολαβήσεων.

Περικλή Βασιλόπουλου,

Πέρα από το ατομικό «είναι».

Επειδή το ήθος και το είδος της Παιδείας (αυτή την αίσθηση που μ’ αρέσει να

χαρακτηρίζω «άρωμα παιδείας») δεν φαίνεται να είναι έννοιες συμβατές με την

αγοραία παγκοσμιοποίηση και την τεχνολογική απορρόφηση των παιδευτικών

διαδικασιών, όλο το βάρος της πολιτείας (και το ενδιαφέρον της κοινωνίας)

πέφτει στο «νομοθετητέον περί παιδείας», δηλαδή στα εκπαιδευτικά συστήματα.

Ακόμα όμως και σ’ αυτή την περίπτωση η ύπαρξη ενός Εθνικού Σχεδίου Παιδείας με

βασικές αρχές και σταθερούς άξονες δράσης είναι αναγκαία.

Στην κατάρτιση ενός τέτοιου Σχεδίου φιλοδοξεί να συμβάλει το άρθρο αυτό

«αυτονομώντας σχετικά» τους 4 συντελεστές της Τράπεζας της Γνώσης.

Το «πρώτο πόδι του τραπεζιού» αφορά την υποχρεωτική εκπαίδευση. Κατά τη γνώμη

μου, πρέπει να είναι δωδεκαετής υποχρεωτική, να προβλέπονται δυνατότητες

εναλλαγής μορφών (π.χ. κανονικό δημοτικό σχολείο, σχολείο δεύτερης ευκαιρίας,

διά βίου εκπαίδευση) και να μπορεί να συντμηθεί κατά δύο (το ανώτατο όριο) έτη

εάν ο μαθητής συγκεντρώσει τις απαιτούμενες μονάδες (credits) νωρίτερα. Το

στάδιο αυτό επικυρώνεται με το Πιστοποιητικό Ολοκλήρωσης της Δευτεροβάθμιας

Εκπαίδευσης και έχει ως αποκλειστικό υπεύθυνο τον δάσκαλο του σχολείου. Με το

πιστοποιητικό ο απόφοιτος αποκτά ορισμένης έκτασης επαγγελματικά δικαιώματα

έχοντας πάντοτε ανοικτή την πόρτα για την επόμενη βαθμίδα (εκπαίδευσης και

επαγγέλματος).

Το «δεύτερο πόδι του τραπεζιού» σχετίζεται με το Εθνικό Απολυτήριο. Πρόκειται

για μια ετήσια πανελλαδική γραπτή διαδικασία, για έναν διαγωνισμό κρίσης και

γνώσεων γενικής παιδείας, στον οποίο καλούνται να πάρουν μέρος όσοι θέλουν ν’

ακολουθήσουν επιστημονική / ερευνητική σταδιοδρομία ή να στελεχώσουν τη

δημόσια διοίκηση ως υψηλόβαθμα στελέχη. Την ευθύνη του διαγωνισμού αυτού έχει

το ΥΠΕΠΘ μαζί με το ΕΣΥΠ, την Ακαδημία, το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, το

Παιδαγωγικό Ινστιτούτο κ.λπ.

Το «τρίτο πόδι του τραπεζιού» αναφέρεται στην εισαγωγή στην Τριτοβάθμια

Εκπαίδευση. Ακόμα και σήμερα το Λύκειο είναι προθάλαμος των ΑΕΙ/ΤΕΙ. Πρέπει ν’

αποκοπεί οριστικά ο ομφάλιος λώρος και ν’ αποσαφηνιστούν χωρίς θολά σημεία οι

ρόλοι και τα όρια.

Θεωρώ σκόπιμο τα ΑΕΙ/ΤΕΙ να επιλέγουν με βάση δικά τους κριτήρια τους

υποψήφιους φοιτητές (οι οποίοι θα καταθέτουν ένα φάκελο ενδιαφέροντος στο

Τμήμα προτίμησής τους). Οι βαθμολογίες στο Πιστοποιητικό Ολοκλήρωσης

Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και στο Εθνικό Απολυτήριο θα συνεκτιμώνται, αλλά θα

λαμβάνονται επίσης υπόψη ειδικές δεξιότητες, ξένες γλώσσες κ.λπ.

Το σύστημα αυτό θα είναι πιο αξιόπιστο εάν οι προ-εγγραφόμενοι παρακολουθούσαν

ένα δοκιμαστικό προπαρασκευαστικό εξάμηνο, στο τέλος του οποίου θα γίνεται η

οριστική επιλογή των φοιτητών.

Το «τέταρτο πόδι του τραπεζιού» συνδέεται με αυτή καθευατήν την Τριτοβάθμια

Εκπαίδευση. Εδώ πρέπει να γίνουν οι μεγάλες τομές. Κατ’ αρχάς να υιοθετηθεί

«το συνολικό ίδρυμα της Περιφέρειας» που θα καλύπτει όλη τη μεταλυκειακή

εκπαίδευση στην περιφέρειά του και θα είναι υπεύθυνο για την ίδρυση Σχολών

ΑΕΙ, ΤΕΙ, ΙΕΚ, Κέντρων, Ερευνητικών Ινστιτούτων κ.λπ. Και κατά δεύτερο λόγο να

υπερβούμε την άκαμπτη δομή του Τμήματος και να προχωρήσουμε στο σχήμα «Σχολή –

Προγράμματα πολλαπλών κατευθύνσεων», όπου ο φοιτητής θα έχει το δικαίωμα να

κινείται οριζοντίως (αλλάζοντας στην ουσία γνωστικό αντικείμενο και ειδίκευση

στα 20 του χρόνια και όχι προ-επιλέγοντας το μέλλον του με κλειστά μάτια στα

17 του).

Θέλω να πιστεύω ότι οι προτάσεις μου αυτές, μαζί με τόσες άλλες πλέον ειδικών

εμού, θα δώσουν έρεισμα και ερέθισμα για μιαν εφ’ όλης της ύλης συζήτηση, με

αίσθηση συνευθύνης αλλά και με επίγνωση ότι ο κόσμος (ακόμα και της «γνώσης»)

αλλάζει, είτε εμείς το θέλουμε (κι ακολουθούμε συνετά) είτε δεν το θέλουμε

(και τον αφορίζουμε, στερώντας από τα παιδιά μας τη δυνατότητα να τον ζήσουν

ισότιμα με τα άλλα παιδιά και κυρίως να τον αλλάξουν προς το καλύτερο).

Ο Γιάννης Πανούσης είναι καθηγητής της Εγκληματολογίας στο Τμήμα

Επικοινωνίας και ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.