Στην πορεία της νοητικής του ανάπτυξης ο άνθρωπος μπόρεσε να διατυπώσει μια

σειρά θεμελιώδη ερωτήματα για τον κόσμο και τον εαυτό του, όπως: Ο κόσμος

υπάρχει ή είναι υποκειμενική αυταπάτη; Ο κόσμος υπάρχει ή είναι απλώς ένα

όνειρο στη νόηση του δημιουργού; Και αν υπάρχει, είναι αυθύπαρκτος,

αδημιούργητος ή δημιουργήθηκε από ένα πνεύμα εξωτερικό ως προς τη Φύση; Ακόμα:

Πώς εμφανίστηκε και τι είναι η ζωή; Τι είναι η νόηση; Το πνεύμα υπάρχει

ανεξάρτητα από το σώμα ή αποτελεί δυνατότητα που αποκτήθηκε στην πορεία της

κοινωνικής ζωής;

Σ’ αυτά και σε άλλα ερωτήματα επιχείρησε να απαντήσει πρώτα η μυθική

κοσμογονία, στη συνέχεια οι λιγότερο ή περισσότερο ορθολογικές κοσμολογίες

και, τέλος, η Φιλοσοφία. Μέσα από τη Φιλοσοφία, ως η ιστορική της υπέρβαση,

δημιουργήθηκε η Επιστήμη. Και σήμερα, οι κατ’ εξοχήν «φιλοσοφικές επιστήμες»,

όπως η Φυσική, η Κοσμολογία και οι επιστήμες της ζωής, έχουν ήδη απαντήσει σε

πολλά φιλοσοφικά ερωτήματα ή προσφέρουν υλικό στη φιλοσοφική σκέψη για να

αντιμετωπίσει τα μεγάλα οντολογικά και γνωσιοθεωρητικά ερωτήματα με βάση τη

γνώση του ειδικού.

Το ενδιαφέρον των μη ειδικών για τις φυσικές επιστήμες είναι, συνεπώς,

κατανοητό και αποτελεί θετικό στοιχείο της κοινωνικής ζωής, ιδιαίτερα σήμερα,

σε εποχή έκπτωσης και εκχυδαϊσμού των ΜΜΕ. Οι απόπειρες εκλαΐκευσης της

επιστήμης είναι κατ’ αρχήν χρήσιμες, με την προϋπόθεση ότι θα σέβονται τα

δεδομένα των επιστημών και της κοινής λογικής. Δυστυχώς, η γενική τάση για

εντυπωσιασμό και η έλλειψη σοβαρής παιδείας έχουν συχνά ως αποτέλεσμα να

παρουσιάζονται στον ημερήσιο και στον περιοδικό Τύπο ως επιστημονικές αλήθειες

τραγελαφικά, αντιφατικά και παράλογα πράγματα. Θα σταχυολογήσω ορισμένα απ’

αυτά, χωρίς να αναφερθώ στους συγγραφείς τους. Κάτι τέτοιο θα ήταν άδικο.

Εν αρχή, λοιπόν, το Σύμπαν. Οι Αρχαίοι ήταν προσεκτικοί: μιλούσαν για τον

κόσμο μας, μέρος του άπειρου Σύμπαντος. Οι σημερινοί ειδικοί συνήθως μιλάνε

για Σύμπαν και για Γένεση του Σύμπαντος πριν από 15 δισ. χρόνια. Βέβαια, το

σενάριο της λεγόμενης Μεγάλης Έκρηξης προϋποθέτει μηδενικό αρχικό όγκο, άπειρη

πυκνότητα ύλης και άπειρη θερμοκρασία, δηλαδή, μεγέθη τα οποία στερούνται

φυσικής σημασίας. Αυτό δεν φαίνεται, εν τούτοις, να ενοχλεί τους οπαδούς αυτής

της υπόθεσης, η οποία παρουσιάζεται ως το πραγματικό μοντέλο του Σύμπαντος.

Αλλά το σενάριο προϋποθέτει μια αρχή του χρόνου. Ο παραλογισμός αυτού του

ισχυρισμού επίσης δεν φαίνεται να ενοχλεί. (Αν οι θιασώτες διάβαζαν…

Αριστοτέλη, ίσως να κλονιζόταν η επιστημολογική τους αθωότητα). Τι, όμως,

υπήρχε πριν από τη δημιουργία του Κόσμου; Εδώ ο ειδικός θα απαντήσει: Δεν έχει

νόημα να μιλάμε γι’ αυτό. Το ερώτημα, ως γνωστόν, το είχε θέσει και ο ιερός

Αυγουστίνος, αλλά αυτός είχε και την απάντηση: Πριν από τη δημιουργία, ο Θεός

ετοίμαζε τον Άδη, για όσους θέτουν ανόητες ερωτήσεις.

Ως εδώ μιλούν οι ειδικοί. Ας δούμε, τώρα, και την άποψη σοβαρής, κατά τα άλλα,

εφημερίδας: «Το Σύμπαν ήταν αρχικά ένα μικροσκοπικό σφαιρικό αντικείμενο που

αιωρείτο στο απόλυτο κενό, πριν και πέρα από το χώρο και το χρόνο». Αλλά αν

«αιωρείτο» στο απόλυτο κενό (χώρο του Νεύτωνα), τότε πώς ήτανε πριν και πέρα

από το χώρο και το χρόνο;

Χώρος και χρόνος. Κατά την κλασική φυσική, ανεξάρτητοι μεταξύ τους. Κατά τη

Σχετικότητα, συνιστούν ένα τετραδιάστατο χωροχρονικό συνεχές. Τα γεγονότα,

κατά τη Σχετικότητα, είναι μη αντιστρεπτές διαδικασίες και πραγματοποιούνται

ακολουθώντας το βέλος του χρόνου. Η Σχετικότητα επιβεβαίωσε την αριστοτελική

διαίσθηση για την πορεία του χρόνου, το χρονικό συνεχές που διακρίνεται σε

παρελθόν, σε μέλλον και σε παρούσα στιγμή, «τελευτή του παρελθόντος και αρχή

του μέλλοντος χρόνου». Η Σχετικότητα αισθητοποίησε την κοσμική κίνηση

αναδεικνύοντας την αντικειμενικότητα της χρονικής διαδοχής. Ένας από τους

κορυφαίους επιστήμονες της εποχής μας, ο Ιλία Πριγκοζίν, ανέδειξε, επίσης,

μέσω της θερμοδυναμικής, την αντικειμενικότητα των μη αντιστρεπτών διαδικασιών

που προσδιορίζουν τη σχέση παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος. Αλλά από

συντάκτη, πάλι σοβαρής εφημερίδας, αποδίδεται στον Πριγκοζίν ή άποψη ότι «το

μέλλον δεν υπάρχει».

Στη νεώτερη φυσική ο χρόνος δεν είναι πλέον απλή παράμετρος. Είναι ενδογενές

στοιχείο των φυσικών θεωριών. Όπως θα έλεγε πάλι ο Αριστοτέλης, μετράει την

κίνηση και μετριέται με την κίνηση. Άλλα, όμως, συνήθως διαβάζουμε (και

μαθαίνουμε) στον Τύπο: Ο χρόνος είναι μία ψευδαίσθηση. Ο χρόνος αποτελεί

παρελθόν. Ο χρόνος είναι κατασκεύασμα δικό μας. Ο χρόνος δε θα τελειώσει ποτέ.

Χωρίς ίχνος κίνησης δεν υπάρχει χρόνος. Υπάρχει απόλυτος χρόνος. Επιβάλλεται

να υπάρχει! Διαλέγετε και παίρνετε!

Υπάρχουν και χειρότερα: Είναι δυνατόν ­ μάλλον ­ να ταξιδέψουμε στο χρόνο και

να σκοτώσουμε τους γονείς μας, πριν γεννηθούν οι ίδιοι! Ακόμα, μπορείτε να

φθάσετε στην άκρη του Σύμπαντος, οι μαύρες οπές υπάρχουν, κ.λπ., κ.λπ.

Εκλαΐκευση, ναι! Όχι, όμως, να παρουσιάζουμε κάθε υπόθεση ή κάθε ανοησία ως

επιστημονική αλήθεια.

Σημείωση: Το τελευταίο τεύχος (4ο, Μάιος – Ιούνιος) του περιοδικού «Ουτοπία»

είναι αφιερωμένο σ’ αυτά τα προβλήματα.

Ο Ευτύχης Μπιτσάκης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.