Πέρασαν πολλά χρόνια από το τέλος της τραγωδίας του μεγαλύτερου ηγέτη του

ΚΚΕ στον 20ό αιώνα, Νίκου Ζαχαριάδη.

Νίκος Ζαχαριάδης. Η τελευταία πράξη του δράματος, στη Σιβηρία…

Από το 1973, όταν αυτοκτόνησε, πέρασαν πολλά χρόνια. Για την περιπέτειά του

ειπώθηκαν πολλά, αλλά τα περισσότερα ­ φαίνεται ­ θα ειπωθούν στο μέλλον.

Το νέο βιβλίο του δημοσιογράφου Γιώργου Λεονταρίτη, «Οδός Παυλώφ 22», που

κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Προσκήνιο – Άγγελος Σιδεράτος», με σκίτσα του

Στάθη Σταυρόπουλου, και η ταινία που ετοιμάζει ο Άγγελος Σιδεράτος αποτελούν

δύο βήματα προς την αλήθεια, την οποία πολλοί παράγοντες επιχείρησαν να σκεπάσουν.

Ωστόσο, το ερώτημα «γιατί αυτοκτόνησε ο Νίκος Ζαχαριάδης», στο οποίο

επιχείρησε να απαντήσει, στο φύλλο των «ΝΕΩΝ» του Σαββατοκύριακου, ο

αγαπημένος του γιος Σήφης, θα είναι για πολλά ακόμη χρόνια ανοιχτό. Ο 49χρονος

Σήφης Ζαχαριάδης, ο γιος του Νίκου Ζαχαριάδη και της Ρούλας Κουκούλου, ο

οποίος ήρθε προ ημερών στην Ελλάδα από τη Μόσχα για να συνεργασθεί με τον

σκηνοθέτη – εκδότη Άγγελο Σιδεράτο, συνεχίζει και στο σημερινό φύλλο των

«ΝΕΩΝ» να ξετυλίγει το κουβάρι των αναμνήσεων. «Ο πατέρας τούς είχε

προειδοποιήσει όλους», σημειώνει ο Σήφης Ζαχαριάδης. «Αν δεν τον άφηναν να

πάει στην Ελλάδα, θα αυτοκτονούσε.

Τρεις φορές προσπάθησε να φύγει από τη Σιβηρία. Τον έπιαναν. Ήταν πια απελπισμένος.

Στη Σιβηρία η τραγωδία συνεχιζόταν. Από καιρό ο πατέρας μού είχε πει ότι «αν

πεθάνω θέλω να βρεις μια λύση, να μεταφέρεις τα κόκαλά μου στην Ελλάδα»…

Παρόντες στην κηδεία

Σήφης Ζαχαριάδης. «Δεν με ενδιαφέρει η πολιτική. Ο πατέρας ήταν σπουδαίος

άνθρωπος, δυνατός, με «πιστεύω», αρχές. Δεν λιγοψύχησε ποτέ»

Όταν αυτοκτόνησε ήμουν στη Βουλγαρία. Είχε έρθει η μάνα μου εκεί. Μας πήραν

τηλέφωνο από τη Μόσχα ότι είναι άρρωστος…

Η κηδεία του έγινε τρεις μέρες αργότερα… Ήμασταν εκεί, η μητέρα μου, εγώ, ο

Κύρος και ένας αντιπρόσωπος από τη Μόσχα του ΚΚΕ, ο Γάτσος.

Τα τελευταία χρόνια την έβλεπα τη μητέρα μου ­ τη Ρούλα Κουκούλου. Για πρώτη

φορά, από τα παιδικά μου χρόνια την είδα λίγο πριν από τη δικτατορία στο

ξενοδοχείο «Μινσκ» της Μόσχας. Η συνάντηση ήταν για μένα δύσκολη. Δεν μιλήσαμε

ελληνικά. Στα ρωσικά… Μου είπε ότι έμοιαζα στον πατέρα μου, από τη μύτη και

πάνω. Και της είπα «ωραία, θα έχω το καλό του μυαλό».

Φυσικά εγώ κάτι ήξερα, τι έγινε ανάμεσά τους. Την θυμάμαι που μου είπε «θέλω

να τον δω… δεν θέλει ο πατέρας». Μου έλεγε ακόμη ότι επτά χρόνια ήταν πολύ

ευτυχισμένη με τον πατέρα, από το ’48 μέχρι το ’55.

Για τη μάνα όμως πρώτο θέμα ήταν ο αγώνας, το κόμμα! Ίσχυε η απόφαση του

κόμματος για τον πατέρα, τον οποίο τον είπαν μέχρι και πράκτορα…

Η μάνα έλεγε, «αυτή είναι η απόφαση του κόμματος» ­ τον είχε αποκηρύξει το

κόμμα του ­ «δεν γινόταν αλλιώς».

Από τότε τα ‘παμε πολλές φορές. Την είδα και δύο εβδομάδες πριν πεθάνει. Κι

όταν την ρώτησα για τον πατέρα μού είπε: «Κάναμε λάθος. Πρέπει να επανορθώσει

το κόμμα».

Η μητέρα πέθανε το 1987, στις 21 Ιανουαρίου, την ίδια μέρα που πέθανε και ο Λένιν.

Η μεταφορά των οστών του πατέρα στην Αθήνα είχε γίνει από το 1991. Δεν ήταν

εύκολη υπόθεση. Επετεύχθη αφού πέρασαν 18 χρόνια από τον ενταφιασμό του στην

παγωμένη Σιβηρία…

Νωρίτερα δεν μπορούσαμε… Δεν θα μας άφηναν!

Έπειτα μην ξεχνάτε ότι δεν το έλεγαν και δεν το ήξεραν ότι ο Νίκος Ζαχαριάδης

αυτοκτόνησε. Εκτός από εμένα, τη μητέρα μου, τον Κύρο και την KGB…

Η μάνα μού είπε «δώσε μου τον λόγο σου να μη το μάθει κανένας». Και δεν το

‘παμε ότι αυτοκτόνησε. Μου είπε η μητέρα, «μην το πεις γιατί είναι κακό για το

κόμμα μου». Λέω εντάξει. Ήρθε όμως ύστερα από χρόνια ένα άρθρο σε ρωσική

νεολαιίστικη εφημερίδα, που έλεγε ότι αυτοκτόνησε ο πατέρας… Και αργότερα τα καταφέραμε…

Το 1991 μπορέσαμε να φέρουμε τον πατέρα στην Ελλάδα. Είχαν αλλάξει πολλά στη

Μόσχα… Βεβαίως, είχε προηγηθεί μία… Οδύσσεια. Γκορμπατσώφ, γράμμα στον Γιέλτσιν.

Κουκούλου – Λουλές. Η γυναίκα του Νίκου Ζαχαριάδη και ο τελευταίος

απεσταλμένος του ΚΚΕ στον εξόριστο, στη Σιβηρία, ηγέτη, λίγο πριν

αυτοκτονήσει. (Η φωτογραφία είναι από το 12ο Συνέδριο του ΚΚΕ)

Έναν μήνα πριν από την κηδεία στην Αθήνα ­ 28 Δεκεμβρίου του 1991 ­ πήγα στη

Σιβηρία να πάρω τα κόκαλα του πατέρα μας.

Δεν μπορούσες να τον βρεις… Το νεκροταφείο ήταν κλειστό. Δέκα χρόνια ήταν

κλειστό, και ήταν έξω από την πόλη Τουμίν, κεντρική πόλη στη Σιβηρία.

Βρήκα έναν, του λέω ότι η κηδεία έγινε στις 4 Αυγούστου του ’73, πού μπορώ να

βρω… Λέει από αυτή την πλευρά και η θερμοκρασία ήταν 30 βαθμοί κάτω από μηδέν.

Κάθε μέρα πήγαινα τρεις φορές 15 χιλιόμετρα από την πόλη. Δύσκολο να περπατάς,

χιόνι. Είχα φωτογραφία βεβαίως του τάφου. Αυτό με βοήθησε λίγο.

Όλες οι πλευρές

Παρασκευή πήγα για τελευταία φορά. Σάββατο έπρεπε να γυρίσω στη Μόσχα. Κάτι με

ώθησε και πήγα στην άλλη πλευρά του νεκροταφείου. Μέσα σε πέντε λεπτά βρήκα

τον πατέρα.

Όταν τον κηδέψαμε στο πρώτο νεκροταφείο, θυμάστε τι έγινε στην εκκλησία και

μετά πάνω από τον τάφο…

Ήρθαν όλες οι πλευρές. Μετά το ΚΚΕ πήραν κι άλλοι το μικρόφωνο, ήρθαν οργανωμένοι.

Και μετά τραγούδησαν τραγούδια του Ζαχαριάδη. Και έριχναν πλακάτ και

προκηρύξεις στο ανοιχτό μνήμα! Ήθελε ο καθένας να περάσει την άποψή του. Από

τη μία άκουγες «ΚΚΕ το κόμμα σου λαέ». Από την άλλη πλευρά «αθάνατος» και

τραγούδια επαναστατικά».

«Παυλώφ 22». Η περιπέτεια του Νίκου Ζαχαριάδη έγινε μυθιστόρημα από τον

δημοσιογράφο Γιώργο Λεονταρίτη. Το βιβλίο του κυκλοφορεί σήμερα στα βιβλιοπωλεία

Ο Σήφης Ζαχαριάδης κάνει έναν απολογισμό…

«Έχω τρία παιδιά, τη Ρούλα, τον Ντινίσκ και τη Γιούλια. Κι αυτό είναι πολύ

σημαντική υπόθεση. Ο Κύρος έμεινε στη Μόσχα. Είναι δημοσιογράφος. Δούλευε σε

Τράπεζα. Ήταν κάποια εποχή στου Κόκκαλη στη Μόσχα. Πάντως, τώρα που κάνω τον

απολογισμό θυμάμαι ότι ο πατέρας μου δεν προσπάθησε να με επηρεάσει

ιδεολογικά. Μου είχε πει για τον εαυτό του: «Είμαι Κομμουνιστής και θα πεθάνω

Κομμουνιστής». Αλλά εμένα δεν επεχείρησε να μου επιβάλει κάτι. Όσο για μένα,

ξέρεις τι θα πει να έχεις και ξένο όνομα; Ήμουν Νικολάιφ. Η μάνα μού είπε

πρέπει να κρατήσεις το Ζαχαριάδης εδώ να μην έχουμε πρόβλημα με εφημερίδες, με

δημοσιογράφους κ.λπ. Λέω εντάξει, εγώ θέλω να πάρω το όνομά μου, αλλά υπήρχαν

δυσκολίες. Πήρα αργότερα το όνομά μου. Ο Κύρος μέχρι τώρα είναι Αντόνοφ. Δεν

είναι Ζαχαριάδης.

Είχε πάει κι αυτός στο στρατιωτικό σχολείο και δεν ξέρανε ποιοι του έβαλαν

ισπανικό όνομα Παύλο Αντόνο. Και μετά έγινε Αντόνοφ. Και τώρα είναι έτσι.

Ο πατέρας όμως τον αγαπούσε. Αγαπούσε και τον Μπετόβεν, τον Αϊνστάιν και τον

Χεμινγουέι. Και είχε τα πορτρέτα αυτών των τριών στο δωμάτιό του, στο σπίτι

όπου αυτοκτόνησε. Θυμάμαι όταν πήγαινα σπίτι ζητούσε να του πηγαίνω δίσκους με

έργα Μπετόβεν και να του φέρνω λεμόνια από τη Μόσχα…

Λάτρευε και την ελληνική μουσική. Είχε κασέτες παλιές με ελληνικά τραγούδια…