Οι άνθρωποι που σημάδεψαν την κοινωνική και πνευματική ζωή του αιώνα που

φεύγει, όπως τους σκιαγραφούν ειδικοί συνεργάτες των «ΝΕΩΝ»

Ο Λεωνίδας Ζέρβας υπήρξε ασφαλώς ο σημαντικότερος χημικός και ο σημαντικότερος

επιστήμονας στην Ελλάδα τον εικοστό αιώνα από αυτούς που σήμερα δεν βρίσκονται

ανάμεσά μας. Είχε διεθνή αναγνώριση και είναι ο μόνος Έλληνας επιστήμων του

οποίου το όνομα αναφέρεται στην Ιστορία των Επιστημών της Ζωής τον 20ό αιώνα

του Garland Allen που δημοσίευσαν στη γνωστή σειρά τους οι εκδόσεις του

Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ. Δυστυχώς στον τόπο μας πρόσωπα με άλλου είδους

ενασχολήσεις απολαμβάνουν μεγάλης δημοσιότητας. Στα περιοδικά και στις

εφημερίδες, στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση εκτίθεται ο βίος και η πολιτεία

τους, ενώ ο θάνατος του πιο άσημου από αυτούς αποτελεί πρώτη είδηση. Αντίθετα

οι θετικοί επιστήμονες είναι λάθε βιώσαντες, ειδικά δε στην περίπτωση του

Ζέρβα, συντελούσης και μιας απεργίας των εφημερίδων, ο θάνατός του, τον Ιούλιο

του 1980, πέρασε σχεδόν απαρατήρητος.

Ο Λεωνίδας Ζέρβας γεννήθηκε στη Μεγαλόπολη της Αρκαδίας τον Μάιο του 1902. Από

τον πατέρα του ανήκε σε οικογένεια πολιτευομένων (αργότερα με την παράταξη των

Φιλελευθέρων, από την οποίαν ουδέποτε απέστη), ενώ από την μητέρα του είχε

ρίζες από την βόρεια Μεσσηνία. Τελείωσε το Γυμνάσιο στην Καλαμάτα το 1918.

Ακολούθως ενεγράφη στη Σχολή των Φυσικών Επιστημών (στο Τμήμα Χημείας, που

υπαγόταν σε αυτήν) του Πανεπιστημίου Αθηνών και για δυο χρόνια παρακολούθησε

τα μαθήματα. Όμως διακόπτει τις σπουδές του το 1921 και μεταβαίνει στο

Βερολίνο, όπου παρακολουθεί τα μαθήματα του Χημικού Τμήματος της Φιλοσοφικής

Σχολής. Το 1926 του απονέμεται από το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου το

διδακτορικό δίπλωμα.

Ο Ζέρβας ανήκε στην ομάδα οργανικών χημικών που προήλθε από τον Emil Fischer

(1852-1919). Ο Φίσερ, καθηγητής στο Βερολίνο, είχε πεθάνει δυο χρόνια νωρίτερα

από την άφιξη εκεί του Ζέρβα. Ήταν ένας πολύ σημαντικός επιστήμων, γνωστός για

τις εργασίες του στους υδατάνθρακες, αλλά κυρίως για εκείνες στις πρωτεΐνες.

Οι πρωτεΐνες είχαν ήδη αναγνωρισθεί ως τα κύρια συστατικά του ζωντανού

κυττάρου, συστατικά των οποίων οι ιδιότητες θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν το

φαινόμενο της ζωής. Μια σχολή επιστημόνων, η «κολλοειδής» σχολή του Όστβαλντ

(Whilhelm Ostwald, 1853-1932), θεωρούσε ότι οι πρωτεΐνες είχαν μια μη σταθερή,

μια μεταβαλλόμενη σύσταση: απετελούντο από μικρότερα διαφορετικά τμήματα που

συνενώνοντο σε διάφορες αναλογίες κάθε φορά. Ο Φίσερ κατάφερε να δείξει ότι

κάθε είδος πρωτεΐνης έχει σταθερή σύνθεση, αποτελείται από μεγάλο αριθμό

διαφόρων δομικών λίθων, των αμινοξέων. Μπόρεσε και σε μια ευνοϊκή περίπτωση να

συνθέσει μια μικρή πρωτεΐνη αποτελούμενη από 18 αμινοξέα. Η ιδιαιτερότητα της

πρωτεΐνης έγκειται όχι μόνο στο είδος αλλά και στη γραμμική σειρά με την

οποίαν ενώνονται τα αμινοξέα. Μέχρι τον Ζέρβα δεν υπήρχε μέθοδος εργαστηριακής

σύνθεσης μιας πρωτεΐνης από αμινοξέα τοποθετημένα σε μια καθορισμένη γραμμική σειρά.

Οι πρώτες εργασίες του Ζέρβα αναφέρονται στους υδατάνθρακες, ένα άλλο

αγαπημένο πεδίο ερευνών του Φίσερ. Αμέσως μετά το διδακτορικό του, ο Ζέρβας

προσλαμβάνεται στη Δρέσδη στο Ινστιτούτο για έρευνες στο δέρμα, που ανήκε στο

Ίδρυμα Ερευνών του Βασιλέως Γουλιέλμου (Kaiser-Wilhelm Gesellschaft, το οποίον

μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μετονομάστηκε σε Max Planck Gesellschaft).

Προσελήφθη πρώτα ως επίκουρος ερευνητής (1926-1929) και ακολούθως ως

επικεφαλής του τμήματος οργανικής χημείας (1929-1934). Στο κέντρο που

προσελήφθη ο Ζέρβας διευθυντής ήτο ο Max Bergmann (1886-1944), Γερμανοεβραίος

που είχε διατελέσει τρίτος υποβοηθός τού Φίσερ. Με τον Μπέργκμαν μέντορά του

και ακολούθως φίλο του, δημοσίευσαν το 1932 μια τεχνική που επινόησαν, την

καρβοβενζόξυ μέθοδο για τη σύνθεση μικρών πρωτεϊνών (πεπτιδίων). Οι πρωτεΐνες

(ένζυμα και δομικά μόρια του οργανισμού) μπορούσαν πια να γίνουν αντικείμενα

ενδελεχέστερης έρευνας και να καταστούν γνωστές οι ιδιαιτερότητές τους. Ο

αντίκτυπος της επινόησης της μεθόδου αυτής ήταν τεράστιος. Μόνο όταν μπορείς

να κατασκευάσεις κάτι, το γνωρίζεις πλήρως, το κυριαρχείς, αυτή ήταν η αίσθηση

στους χημικούς εκείνης της εποχής. Βέβαια στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια γίνηκε

φανερό ότι το κλειδί για μια βαθύτερη κατανόηση των φαινομένων της ζωής είναι

τα νουκλεϊκά οξέα, τα οποία καθορίζουν την γραμμική σειρά των αμινοξέων από τα

οποία θα συντίθεται μια πρωτεΐνη. Μπορούμε μάλιστα να ισχυρισθούμε ότι οι

μεγάλες πρόοδοι της πρωτεϊνοχημείας στη Γερμανία έστρεψαν την προσοχή προς τις

πρωτεΐνες και απομάκρυναν ορισμένους τότε γενετιστές από την ιδέα ότι το DNA

και όχι οι πρωτεΐνες αποτελούν τον γενετικό κώδικα. Όπως όμως και να έχει το

πράγμα, οι πρωτεΐνες αποτελούν τους μοχλούς, τα εργαλεία και τα σημαντικά

συστατικά της ζωντανής χημικής μηχανής.

Με τον γάμο του με μία Γερμανίδα ο Ζέρβας συνδέθηκε ακόμα περισσότερο με τον

ξένο τόπο, που είχε γίνει και δεύτερή του πατρίδα. Ώσπου ξέσπασε το κακό. Με

την άνοδο του Χίτλερ και των ναζιστών το 1933 μαζί με πολλούς άλλους ο

Μπέργκμαν, ως Εβραίος, εξαναγκάζεται σε παραίτηση, αναχωρεί για τις ΗΠΑ, όπου

προσλαμβάνεται στο Ίδρυμα Ιατρικών Ερευνών Rockefeller, το μετέπειτα

Πανεπιστήμιο Ροκφέλλερ της Νέας Υόρκης. Ο Μπέργκμαν παρακαλεί τον Ζέρβα να

παραμείνει στη Δρέσδη, ώσπου να τελειώσουν διδακτορικές διατριβές που επέβλεπε

και οι ερευνητικές εργασίες εν εξελίξει. Μετά τη συμπλήρωση αυτών των

ερευνητικών εργασιών, το 1934, ο Ζέρβας παραιτείται, αποχωρεί οικειοθελώς από

τη Δρέσδη και προσλαμβάνεται στο Ίδρυμα Ροκφέλλερ στο οποίον εργάζεται μαζί με

τον φίλο του Μπέργκμαν. Ο Ζέρβας είχε λοιπόν την εξαιρετική τύχη να εργασθεί

ερευνητικά σε μια σχολή με μεγάλη ερευνητική παράδοση και σε δυο χώρες που

βρέθηκαν στη μετωπική γραμμή της επιστημονικής έρευνας, στην προπολεμική

Γερμανία και στις ΗΠΑ, οι οποίες είχαν αρχίσει να διεκδικούν την πρώτη θέση.

Σε αυτό βοηθήθηκαν αναμφισβήτητα από τον διωγμό των Εβραιογερμανών επιστημόνων

και την άμεση ενσωμάτωσή τους στην αμερικανική επιστημονική κοινότητα. Μετά

τον πόλεμο, οι ΗΠΑ κατέλαβαν την πρώτη θέση. Ο Ζέρβας και μετά την επάνοδό του

στην Ελλάδα κράτησε τις επιστημονικές επαφές του εκεί: το 1956 και το 1958

ήταν επισκέπτης ερευνητής στο Εθνικό Ινστιτούτο για την Έρευνα του Καρκίνου,

τμήματος του National Institutes of Health, στη Βηθεσδά του Μαίρυλαντ.

Ο δάσκαλος με τους μαθητές του, στην καμπίνα του στο υπερωκεάνειο. Από

αριστερά πρώτος ο Γ. Στελακάτος, (μετέπειτα Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών) ο

Ζέρβας και η Χριστίνα Ζιούρδου (μετέπειτα Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κρήτης).

Το 1937 ο Ζέρβας διορίζεται, άνευ εκλογής, καθηγητής Οργανικής Χημείας στο

Πενεπιστήμιο Θεσσαλονίκης από την κυβέρνηση του Ιωάννη Μεταξά. Ο δικτάτωρ,

άνθρωπος με παιδεία, διόρισε μερικούς σημαντικούς επιστήμονες σε καθηγητικές

θέσεις, μεταξύ άλλων τον Γιάννη Σαρεγιάννη και τον Μανόλη Τριανταφυλλίδη (αλλά

από την άλλη μεριά και τους δυο, μάλλον άσημους, γαμπρούς του). Έτσι ο Ζέρβας

γυρίζει στην Ελλάδα οριστικά έπειτα από δεκαοκτώ χρόνια απουσίας. Δυο χρόνια

αργότερα, το 1939, μετακαλείται στην ίδια έδρα, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Ακολουθούν τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. Ο αδελφός τής γυναίκας του, ντυμένος

αξιωματικός της Βέρμαχτ, τον επισκέπτεται σπίτι του. Ο Ζέρβας τον αποπέμπει

λέγοντας ότι δεν βάζει σπίτι του αξιωματικό φέροντα στολή και ας ήταν γαμπρός

του. Να ντυθεί πρώτα πολιτικά και μετά να έρθει. Πράγμα που έγινε. Ο Ζέρβας

όμως δεν έμεινε αμέτοχος: συμμετέσχε στον ΕΔΕΣ (η συνωνυμία με τον Ναπολέοντα

Ζέρβα ήταν τυχαία) σε κλιμάκιο μέσα στην πόλη της Αθήνας, με το ψευδώνυμο

Πολύβιος (ήταν το όνομα του αρχαίου ιστορικού που καταγόταν και αυτός από την

Μεγαλόπολη!). Μέσα στην ομάδα του υπήρχε και κάποιος (ο Μ.Κ.) που εν αγνοία

του μετέφερε στο ΕΑΜ τα συμβαίνοντα, ένα είδος εσωτερικού κατασκόπου, μια

«φράξια», όπως τότε τους έλεγαν. Ο Ζέρβας ποτέ δεν το έμαθε. Ο Ζέρβας

φυλακίστηκε από τους Ιταλούς για την αντιστασιακή του δράση στις Φυλακές

Αβέρωφ (που ευρίσκοντο εκεί που σήμερα είναι το Δικαστικό Μέγαρο, στη Λεωφόρο

Αλεξάνδρας). Μαζί με τις άλλες κακοτυχίες καταστρέφεται το εργαστήριό του στο

Χημείο και μετά την απελευθέρωση αδυνατεί να ξαναρχίσει αμέσως την ερευνητική

του δουλειά.

Όμως παρά τις εθνικές περιπέτειες και τις προσωπικές κακοτυχίες οργανώνει μια

ερευνητική ομάδα με μαθητές, πάμπολλοι εκ των οποίων διακρίθηκαν ως

επιστήμονες και αργότερα ως καθηγητές σε Πανεπιστήμια της χώρας μας (Αθήνα,

Πάτρα, Κρήτη) αλλά και στο εξωτερικό και έγιναν διεθνώς γνωστοί. Παραλείπω εδώ

να τους αναφέρω ονομαστικά, γιατί ο κατάλογος των ονομάτων θα ήταν υπερβολικά

μακρύς. Με τους μαθητές του οι σχέσεις δεν ήταν πάντα ανέφελες: όχι μόνο οι

αναμενόμενες αντιπαλότητες μεταξύ καθηγητού – πατέρα και μαθητού – υιού

πυροδοτούσαν εκρήξεις, αλλά και κυρίως η αυταρχικότητά του και η τελειομανία

του. Ήταν ιδιαίτερα απαιτητικός από τους μαθητές του, όπως και από τον εαυτό

του, ένας παθιασμένος Έλληνας, αλλά και παθιασμένος ερευνητής που προσπαθούσε

να μεταφέρει το επιστημονικό πνεύμα και το κλίμα των ανεπτυγμένων χωρών, στις

οποίες εδούλεψε, στον τόπο του. Το 1956 εκλέγεται μέλος της Ακαδημίας Αθηνών

και χρηματίζει πρόεδρος του Ιδρύματος τούτου σε μια δύσκολη εποχή, 1969-1970.

Ο Λ. Ζέρβας στο υπερωκεάνειο γυρίζοντας από τις ΗΠΑ στην Ελλάδα το 1958

Η προσπάθειά του για επιστημονικό εκσυγχρονισμό τον κάνει να λάβει ενεργό

μέρος σε μεγάλες προς τούτο εθνικές προσπάθειες. Συνέβαλε στην ίδρυση τού τότε

Βασιλικού Ιδρύματος Ερευνών (ΒΙΕ), μετέπειτα Εθνικού Ιδρύματος Ερυενών (ΕΙΕ),

το καταστατικό του οποίου σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στον Ζέρβα, που είχε

μεταξύ άλλων ως πρότυπο εκείνο του Ιδρύματος Ροκφέλλερ.

Άλλη μεγάλη συμβολή του Ζέρβα ήταν στην ίδρυση και λειτουργία στα αρχικά του

στάδια του Δημόκριτου, του Ελληνικού Κέντρου Πυρηνικών Ερευνών. Ήταν μια

προσπάθεια του ελληνικού κράτους να παρακολουθήσει τις προόδους σε τομέα τότε

επιστημονικής αιχμής. Ο Ζέρβας χρημάτισε πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής

Ατομικής Ενεργείας, στην οποία υπήγετο ο Δημόκριτος, από το 1964 έως το 1966.

Μετά την μεταπολίτευση προσκλήθηκε από τον τότε υπουργό Κωνσταντίνο Τσάτσο να

προεδρεύσει της επιτροπής και να εισηγηθεί τα μέλη της. Όντως εισηγήθηκε τα

ονόματα όλων των μελών προσθέτοντας στον Τσάτσο ότι ούτε ένας από αυτούς ανήκε

στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας αλλά, κατά την γνώμη του, ήσαν οι καλύτεροι.

Είναι προς τιμήν του Κ. Τσάτσου ότι τους διόρισε όλους. Ο Ζέρβας παρέμεινε

πρόεδρος από το 1975 έως το 1977 και κατά την προεδρία του άρχισαν σημαντικές

έρευνες εθνικής σημασίας, όπως η κατασκευή εθνικού κρυπτογραφικού κώδικα, ώστε

το κράτος να μη χρησιμοποιεί ΝΑΤΟϊκούς κώδικες, στους οποίους και άλλα κράτη

είχαν πρόσβαση και με τα οποία είμαστε σε εχθρικές σχέσεις μετά την κατάληψη

τμήματος της Κύπρου. Ήταν και θυμόσοφος: στη μεταπολίτευση, με συντακτική

πράξη την οποίαν συνέταξαν οι διευθύνοντες στο υπουργείο Παιδείας, όσοι

καθηγητές είχαν παρανόμως διορισθεί σύμφωνα με τα προ της χούντας ισχύοντα

ακαδημαϊκά θέσμια, απελύοντο και επανήρχοντο στις θέσεις τις οποίες

προηγουμένως κατείχον. Έτσι στον Δημόκριτο προσελήφθησαν εκ νέου ορισμένοι

ερευνητές (τους οποίους μάλιστα τη εισηγήσει του Ζέρβα το Δ.Σ. «ετιμώρησε» με

έναν υποβιβασμό τους στην αμέσως κατώτερη βαθμίδα από εκείνην την οποίαν τα

επιστημονικά προσόντα τους καθόριζαν, για έλλειψη δημοκρατικού ήθους). Παρά

ταύτα ο Ζέρβας άκουσε ότι ορισμένοι από τους ιθύνοντες στο υπουργείο Παιδείας

(και από τους συντάκτες της Συντακτικής Πράξης) διεμαρτύροντο ότι το Δ.Σ. της

Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενεργείας προσελάμβανε «χουντικούς». Είπε τότε το

αμίμητο εις γλώσσαν απλοελληνικήν, το οποίον θα μεταγλώττιζε ο Ροΐδης (ή ο

Εμπειρίκος): «γαλή συνευρίσκεται και γαλή οιμώζει».

Είναι γεγονός ότι τόσον ο Τσάτσος όσο και οι άλλοι συνάδελφοί του στην

Ακαδημία Αθηνών τον εκτιμούσαν ιδιαιτέρως και ακολουθούσαν την γνώμη του (όταν

ο Ζέρβας προτείνει κάποιον, είμαι τότε βέβαιος για την αξία του, μου είχε πει

ο Τσάτσος). Μαζί με δύο συναδέλφους του, τον καθηγητή της Γυναικολογίας

Νικόλαο Λούρο και τον καθηγητή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

Παναγιώτη Ζέπο, συνυπέγραψε έκκληση, που δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες, υπέρ

των διωκομένων φοιτητών από τη χούντα.

Ο Ζέρβας είχε χρηματίσει για σύντομο χρονικό διάστημα στην υπηρεσιακή

κυβέρνηση υπουργός Βιομηχανίας (1964), στο οποίον τότε υπήγετο και η διεύθυνση

ή μάλλον η υπηρεσία της επιστημονικής έρευνας. Επίσης προήδρευσε του Ανωτάτου

Χημικού Συμβουλίου και υπήρξε γραμματεύς του Υγειονομικού Συμβουλίου του

Κράτους (1939-1968).

Στα ύστερά του χρόνια και άλλες τιμές τού αποδίδονται. Το Πανεπιστήμιο της

Βασιλείας, γιορτάζοντας την επέτειο των 500 ετών από της ιδρύσεώς του, μαζί με

άλλους απονέμει και στον Ζέρβα το δίπλωμα του επιτίμου διδάκτορος, ενώ

αργότερα εκλέγεται και μέλος της Ακαδημίας των Επιστημών της ΕΣΣΔ. Εκλέχθηκε

επίσης επίτιμο μέλος της Αμερικανικής Εταιρείας Βιολογικής Χημείας, ενώ ήταν

μέλος της Ένωσης Ελλήνων Χημικών, και των χημικών εταιρειών της αμερικανικής,

γαλλικής, αγγλικής και γερμανικής εταιρείας. Προήδρευσε σε ευρωπαϊκά και

αμερικανικά συμπόσια για τις πρωτεΐνες. Ο μαθητής του, καθηγητής Π.

Κατσόγιαννης (στην Ιατρική Σχολή Mount Sinai του Πανεπιστημίου της Πόλης της

Νέας Υόρκης) επιμελείται χαριστηρίου τόμου προς τιμήν του με τίτλο «The

Chemistry of Polypeptides. Essays in honor of Leonidas Zervas» (Plenum Press,

Νέα Υόρκη 1973), στο οποίον έγραψαν άρθρα τους 25 διάσημοι οργανοχημικοί από

όλον τον κόσμο (στους οποίους καταλέγονται μόνο δύο Έλληνες μαθητές του). Σε

αυτόν τον τόμο μαζί με την ανάλυση των εργασιών του αναγράφεται ο πλήρης

κατάλογος των ξενόγλωσσων επιστημονικών του δημοσιεύσεων. Η Ακαδημία των

Επιστημών των ΗΠΑ στην έκδοση τής «Ιστορίας Μοριακής Βιολογίας» αναφέρει την

σημασία των ερευνών του Ζέρβα. Και όμως τα τελευταία του χρόνια ήταν οδυνηρά.

Είχε σε μεγάλο βαθμό πληγεί το αναπνευστικό του σύστημα, προφανώς από εισπνοή

τοξικών αερίων που ερησιμοποιούντο στις χημικές αντιδράσεις που μελετούσε.

Ακόμα και ο θάνατός του συνδέθηκε με τις ερευνητικές του ενασχολήσεις.

* Ο Κώστας Β. Κριμπάς είναι καθηγητής της Ιστορίας και Φιλοσοφίας της

Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.