* ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ (Γραφείο Βορειας Ελλάδας)

Κύκλωμα συνεργών του 23χρονου Αλβανού απαγωγέα αναζητεί η Αστυνομία, που

θεωρεί πολύ πιθανό το ενδεχόμενο πίσω από την επιχείρηση απαγωγής να κρύβονται

και άλλα άτομα, που έδιναν οδηγίες στον δράστη από τηλεφώνου.

Η επιβεβαίωση ήρθε εμμέσως πλην σαφώς από τον ίδιο τον αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ.

αντιστράτηγο Ιωάννη Γεωργακόπουλο, στη συνέντευξη Τύπου που δόθηκε χθες στη

Θεσσαλονίκη λίγες ώρες μετά την επιτυχή έκβαση της επιχείρησης εξουδετέρωσης

του Αλβανού από την Αστυνομία.

«Η έρευνα για συνεργούς δεν έχει σταματήσει. Από τα κινητά τηλέφωνα θα δούμε

σε ποιους τηλεφωνούσε ο κακοποιός και ποιες κλήσεις δέχτηκε», δήλωσε ξεκάθαρα

ο κ. Γεωργακόπουλος για να συμπληρώσει πως «είναι ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα».

Η πιθανότητα να είχε συνεργούς ο Αλβανός ενισχύεται από το γεγονός ότι

προβάλλοντας τα αιτήματά του ζήτησε συνολικά τέσσερα όπλα, δύο περίστροφα και

δύο αυτόματα πολυβόλα, καθώς και την καταβολή ενός υπέρογκου ποσού, αυτού των

250.000.000 δραχμών. Ένα ακόμη στοιχείο που οδηγούσε τους αστυνομικούς στην

κατεύθυνση πως υπάρχουν και συνεργοί ήταν η εμμονή του δράστη να φοράει

συνεχώς την κουκούλα, φοβούμενος ότι το πρόσωπό του είναι γνωστό.

Σύμφωνα πάντως με έγκυρες πληροφορίες, η Αστυνομία έχει ήδη στα χέρια της και

ανακρίνει τον «φίλο» του Αλβανού, τον οποίο ο δράστης επισκέφθηκε

μετακινούμενος από τον Βόλο στο Πολύκαστρο. Στο Πολύκαστρο άλλωστε, όπως είχε

ισχυριστεί, τον κακομεταχειρίστηκαν αστυνομικοί, καίγοντας τα ταξιδιωτικά του

έγγραφα και την ταυτότητά του με συνέπεια, όπως έλεγε στους ομήρους, να μην

μπορέσει να κάνει ανάληψη χρημάτων από το βιβλιάριο καταθέσεων που είχε.

Από την Αστυνομική Διεύθυνση του Κιλκίς, την Τετάρτη και την Πέμπτη, έγιναν

σαράντα προσαγωγές Αλβανών από τους οποίους οι 25 απελάθηκαν. Μεταξύ των

αλλοδαπών, αστυνομικές πηγές βεβαίωναν ότι βρίσκεται ο «φίλος» του απαγωγέα, ο

οποίος και ανακρίνεται.

Η ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ. δεν είναι ωστόσο σε θέση να επιβεβαιώσει τις εκτιμήσεις

ότι υπάρχει συντονισμένη προβοκάτσια εναντίον της Ελλάδας, που εκδηλώθηκε με

την απαγωγή – καρμπόν, διότι, όπως είπε και ο κ. Γεωργακόπουλος, «για να

καταλήξει κανείς σε ασφαλή συμπεράσματα πρέπει να έχει στοιχεία», τα οποία

προφανώς μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν.

Είχε προσωρινή κάρτα από τον ΟΑΕΔ Λάρισας με τα στοιχεία Αρμπίν Σούφα

Σύμφωνα με τις έρευνες της Αστυνομίας ο Αλβανός είχε απελαθεί από τη

Θεσσαλονίκη το 1993, όταν συνελήφθη σε επιχείρηση-σκούπα, δηλώνοντας τότε ότι

ονομάζεται Ηλία Μαρκό

Προβληματισμός πάντως επικρατεί στις τάξεις της ηγεσίας της Αστυνομίας για τα

ακριβή στοιχεία της ταυτότητας του δράστη. Όπως ανακοινώθηκε χθες, ο Αλβανός

είναι πιθανότατα ο 23χρονος Αρμπίν Σούφα, κάτι που προκύπτει «από κάρτα του

ΟΑΕΔ Λάρισας που εντοπίστηκε από τα δακτυλικά αποτυπώματα του απαγωγέα και η

οποία είχε εκδοθεί το 1998, όταν ο Αλβανός δηλώθηκε στις καταστάσεις του

Οργανισμού επιδεικνύοντας διαβατήριο με αυτό το όνομα», ανέφερε ο Αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ.

Ο Αλβανός απαγωγέας, όπως έγινε γνωστό, πριν από ένα χρόνο είχε δηλώσει ότι

είναι κάτοικος Λάρισας και είχε εξασφαλίσει προσωρινή βεβαίωση παραμονής στη

χώρα, η οποία ωστόσο έληξε στις 30 του περασμένου Απριλίου.

Τα πραγματικά του στοιχεία, όπως προκύπτουν από την αίτηση που υπέβαλε στον

ΟΑΕΔ Λάρισας, είναι Σούφα Αρμπέν (του Εσάτ), γεννημένος το 1976 στο Μπίμπερ

της Αλβανίας. Ως επάγγελμα ο Αρμπέν είχε δηλώσει οικοδόμος, χωρίς όμως να

αναφέρει συγκεκριμένο εργοδότη, αφού, όπως ανέφερε, εργαζόταν περιστασιακά σε

διάφορες δουλειές.

Η προσωρινή βεβαίωση τύπου Α, που πήρε από τον ΟΑΕΔ, έληξε μετά την παράταση

που δόθηκε στις 30 του περασμένου Απριλίου και από την ημέρα αυτή ήταν

παράνομα στην Ελλάδα, αφού στο μεταξύ δεν είχε παρουσιασθεί να ζητήσει την

έκδοση πράσινης κάρτας. Σύμφωνα με την Αστυνομία, στον έλεγχο των στοιχείων

του δεν βρέθηκε να έχει ποινικό μητρώο κι έτσι παρέλαβε την προσωρινή βεβαίωση παραμονής.

Πάντως στη Λάρισα κανείς δεν γνωρίζει για πόσο χρονικό διάστημα παρέμεινε και

πού εργαζόταν (πολλοί δηλώνουν ψεύτικα στοιχεία), ενώ την πληροφορία ότι

εργάστηκε μεγάλο χρονικό διάστημα στον Βόλο κανείς δεν ήταν χθες σε θέση να

την επιβεβαιώσει.

Ωστόσο, το ίδιο πρόσωπο διαπιστώθηκε ότι είχε απελαθεί από τη Θεσσαλονίκη το

1993, όταν συνελήφθη σε επιχείρηση-σκούπα, δηλώνοντας τότε ότι ονομάζεται Ηλία

Μαρκόι. Τα στοιχεία του δράστη είχαν αποπροσανατολίσει τις έρευνες της

Αστυνομίας κατά τη διάρκεια της απαγωγής και γι’ αυτό αρχικά είχε διαρρεύσει

ότι λέγεται Αλεξάντερ Νάνα και στη συνέχεια Αλεξάντερ Τζέκι. Το βέβαιο είναι

ότι ο ίδιος ο απαγωγέας, δηλώνοντας την ταυτότητά του στους ομήρους, έλεγε πως

ονομάζεται Αλέξης.

Όλη η επιχείρηση εξουδετέρωσης κράτησε μόνο 8 δευτερόλεπτα

Σύμφωνα με την ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ., η επιχείρηση εξουδετέρωσης του Σούφα

διήρκεσε οκτώ μόνο δευτερόλεπτα και πέτυχε χάρη στη συνεργασία της Αστυνομίας

με τους ομήρους.

Τα τελευταία δραματικά λεπτά της ομηρείας των επτά επιβατών κύλησαν σύμφωνα με

περιγραφές της Αστυνομίας ως εξής:

Λίγο μετά τις 17.30 το απόγευμα κι ενώ ο δράστης είχε αφήσει ελεύθερους δύο

ομήρους με αντάλλαγμα το ποσό των 15 εκατομμυρίων δραχμών, οι διαπραγματευτές

του υπενθύμισαν ότι δεν τήρησε την υπόσχεσή του να απελευθερώσει και τρίτο

άτομο και τον έθεσαν ενώπιον του διλήμματος «ή αφήνεις και τρίτο επιβάτη ή το

λεωφορείο δεν μετακινείται μέτρο προς τα σύνορα».

Εκείνη τη στιγμή οι διαπραγματεύσεις διεκόπησαν προσωρινά. Οι αστυνομικοί

είχαν ήδη διαπιστώσει ότι ο Σούφα είχε αρχίσει να χάνει τις δυνάμεις του. Αυτό

ήταν άλλωστε και το πρωταρχικό τους μέλημα. Σύμφωνα με τις υποδείξεις και των

ειδικών έπρεπε να οδηγήσουν τον δράστη σε κόπωση φυσική και ψυχική. Υπήρχε

όμως πάντοτε υπαρκτός ο κίνδυνος σε περίπτωση που αποκοιμηθεί να πέσουν οι

χειροβομβίδες από τα χέρια του και να υπάρξουν θύματα, αφού ήταν και οι δύο

απασφαλισμένες. Σ’ αυτό το σημείο άρχισε και η συνεργασία με τους επιβάτες του

λεωφορείου, οι οποίοι μέχρι τη στιγμή της απελευθέρωσης των δύο ομήρων, όπως

παραδέχθηκε και ο αρχηγός της Αστυνομίας, δεν επέδειξαν διάθεση για συνεργασία

με την Αστυνομία…

Με νοήματα ανάμεσα σε άνδρες της ΕΚΑΜ, τους διαπραγματευτές και τους ομήρους

αποφασίστηκε να εισβάλουν αστυνομικοί στο λεωφορείο. Ήδη είχαν δώσει στον

στρατιώτη Νέστορα Κόκκαλη δύο περόνες για να τις τοποθετήσει στις

χειροβομβίδες που είχε στα χέρια του ο Αλβανός, που είχε αποκοιμηθεί, η

προσπάθεια όμως αυτή απέτυχε.

Το σχέδιο προέβλεπε δύο από τους ομήρους να πιάσουν τα χέρια του Αλβανού

ταυτόχρονα με την είσοδο των ΕΚΑΜιτών.

Σε απόσταση 20 μέτρων και πάνω στην οροφή λεωφορείου της Αστυνομίας, ελεύθερος

σκοπευτής σημάδευε τον δράστη.

Όλα έγιναν μέσα σε οκτώ δευτερόλεπτα. Ο Κόκκαλης έπιασε το αριστερό χέρι του

Σούφα και ο Καραγιάννης με έναν αστυνομικό το δεξί. Του αφαίρεσαν τη μία

χειροβομβίδα και την πέταξαν έξω από το λεωφορείο. Τη δεύτερη την ασφάλισαν.

Ο κακοποιός πυροβολήθηκε και τραυματίστηκε, ενώ η σφαίρα, σύμφωνα με την

Αστυνομία, έφθασε στη σπονδυλική στήλη.

Αυτό ήταν και το τέλος.

Ο θάνατος του κακοποιού ήταν ακαριαίος. Οι επιβάτες εγκατέλειψαν αμέσως το λεωφορείο…

Οι ιατροδικαστές Γιώργος Βασιλειάδης και Σαμουέλ Ντουγκουτζάου, που εξέτασαν

χθες το πτώμα του κακοποιού, διαπίστωσαν ότι σκοτώθηκε από μία και μόνο

σφαίρα. Τον βρήκε στο αριστερό μάγουλο και σφηνώθηκε στην αυχενική χώρα.