Εάν ανατρέξουμε στα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία θα διαπιστώσουμε ότι το 2017 ήταν μία από τις πιο ήσυχες χρονιές για την ΕΕ από πλευράς εισόδων μεταναστών και προσφύγων. Οι αριθμοί έπεσαν σε ιστορικά χαμηλά. Αυτό οφείλεται εν πολλοίς στη σειρά μέτρων που ελήφθησαν ως απάντηση στις πρωτοφανείς ροές του 2015.

Τα ίδια ισχύουν και για την Ελλάδα. Το 2017 είναι η πρώτη χρονιά από το 1991 (26 ολόκληρα χρόνια!) που σημειώνεται τόσο χαμηλός αριθμός εισόδων μεταναστών και προσφύγων στη χώρα. Κατά κανόνα ο μέσος αριθμός εισόδων στη χώρα τις δύο τελευταίες δεκαετίες κυμάνθηκε μεταξύ 80.000-100.000 ανά έτος. Εξαίρεση βεβαίως απετέλεσε το 2015.

Οι διαφορετικού τύπου ιδεοληψίες της Ελλάδας και της Γερμανίας οδήγησαν στην εκτίναξη των εισερχομένων, που προσέγγισε το εκατομμύριο και συνεχίσθηκε εν μέρει και το 2016. Ηταν το μεγαλύτερο μεταναστευτικό κύμα στην Ευρώπη μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι σχετικώς χαμηλές ροές συνεχίζονται και το 2018. Μέχρι τις αρχές Ιουνίου είχαν εισέλθει από τα ανατολικά μας σύνορα (νησιά και Εβρος) περίπου 19.000 άνθρωποι.

Με αυτά τα στατιστικά δεδομένα ακούγεται περίεργο ότι η Ελλάδα (εξακολουθεί) να αντιμετωπίζει με τέτοια ανεπάρκεια τις συνεχιζόμενες μεν αλλά εξαιρετικά χαμηλές ροές δε. Η σημερινή τραγική κατάσταση εξηγείται εν μέρει από την εκτίναξη των αιτούντων άσυλο.

Θλιβερή διαχείριση

Το 2017 είχαμε περίπου 60.000 νέες αιτήσεις, ο υψηλότερος αριθμός από τότε που δημιουργήθηκε η νέα υπηρεσία ασύλου. Από εκεί και πέραν έρχεται η θλιβερή ελληνική διαχείριση να εξηγήσει για ποιον λόγο βρισκόμαστε στο τέλμα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στη διεκπεραίωση των υπαρχουσών αιτήσεων ασύλου που συνδέονται άμεσα με το ανακοινωθέν ΕΕ – Τουρκίας του Μαρτίου 2016. Η εφαρμογή του ανακοινωθέντος αποτελεί ανάθεμα για τον χώρο των «δικαιωματιστών». Δεν θέλουν επιστροφές στην Τουρκία.

Τυπικώς η κυβέρνηση έχει λάβει μέτρα συμμορφούμενη με το ανακοινωθέν. Στην πράξη απλώς δεν εφαρμόζεται. Το πλέον σημαντικό πρόβλημα είναι η ουσιαστική εξουδετέρωση των επιτροπών προσφυγών που εξετάζουν τις αιτήσεις ασύλου που έχουν απορριφθεί σε πρώτο βαθμό. Εάν δεν ολοκληρωθεί η εξέταση από την επιτροπή προσφυγών, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί το σκέλος του ανακοινωθέντος ΕΕ – Τουρκίας που προβλέπει την επιστροφή στην Τουρκία. Ενδεικτικό του προβλήματος είναι ότι μόνον για το 2018 οι επιτροπές προσφυγών καλούνται να εξετάσουν περίπου 6.000 αιτήσεις. Εξέτασαν ελάχιστες. Για να μη φανεί το πρόβλημα, τα συγκεκριμένα στοιχεία των δευτεροβάθμιων επιτροπών προσφυγών πολύ απλά απουσιάζουν από οποιαδήποτε δημοσιευμένη στατιστική.

Ανεπάρκεια δομών

Αυτό εξηγεί και την ανεπάρκεια των δομών στα νησιά. Εάν αργείς να απαντήσεις επί μήνες στις αιτήσεις ασύλου, ο αριθμός των εισερχομένων θα σωρεύεται σε απαγορευτικά επίπεδα. Ως λύση έχει επιλεγεί η κατά καιρούς μεταφορά στην ηπειρωτική Ελλάδα ατόμων που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες. Από την ώρα που φεύγουν από τα νησιά, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί το σκέλος επιστροφής τους στην Τουρκία. Αυτό συνιστά μία ακόμη νίκη των «δικαιωματιστών» στον πόλεμο κατά του ανακοινωθέντος. Ο χαμηλός αριθμός των ροών έχει επιτρέψει να παίζονται αυτά τα παιχνίδια (που είναι παιχνίδια και στις πλάτες των ανθρώπων που έχουν ανάγκη). Είναι προφανές ότι, εάν αυξηθούν οι ροές, το σύστημα θα καταρρεύσει σε λίγες ημέρες.

ΥΓ. Ενα ακόμη σημάδι της θλιβερής ελληνικής πραγματικότητας είναι (πλην των νησιών) ότι αγνοούμε τον πραγματικό αριθμό των μεταναστών που βρίσκονται στην ηπειρωτική Ελλάδα. Οσα μέτρα έχουν ληφθεί και λειτουργούν στοιχειωδώς, αφορούν αποκλειστικώς τα νησιά, όπου υπήρξε το ενδιαφέρον της ΕΕ. Αντιθέτως, όσοι μπαίνουν από τον Εβρο, είναι κατ’ ουσίαν μετέωροι, αφού δεν έχουν πρακτική πρόσβαση στη διαδικασία που λειτουργεί μέσω… Skype!

Ο Αγγελος Μ. Συρίγος είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής