Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016. Διπλός ελληνικός σκέτος. Πίνεις δηλητήριο για να καθαρίσει το κορμί από τις χριστουγεννιάτικες καταχρήσεις. Και η περσινή χρονιά δεν είχε φρένο, ούτε σε ποτά ούτε σε γλυκά ούτε σε αλμυρά. Είμαι σε φιλικό σπίτι. Κουβεντούλα για το πώς περάσαμε τις γιορτές και άλλα τέτοια. Και φυσικά μετά τον ελληνικό βγήκαν τα τσίπουρα. Και τα μεζεδάκια.

«Αγάπη μου, από αύριο τέλος οι καταχρήσεις» λέω στη γυναίκα μου τη Ρίτσα πίνοντας ήδη το δεύτερο τσίπουρο και έχοντας καπνίσει και την… Αρτα και τα Γιάννενα. Στην παρέα μας κάθεται και ο φίλος Νικήτας. Ετών 57, σχετικά φρέσκος μαραθωνοδρόμος με ήδη όμως δύο μετάλλια στον τοίχο του. Στρέφεται στη Ρίτσα και χαμογελά: «Αντε λοιπόν, την άλλη Τρίτη το απόγευμα θα σας περιμένω να τρέξουμε παρέα στο άλσος. Τι λέτε;». Η Ρίτσα με κοίταξε. Μου πρότεινε αρκετό καιρό να αρχίσουμε να τρεχοπερπατάμε αλλά όλως τυχαίως πάντα συνέβαινε κάτι και το αναβάλλαμε. Την κοίταξα, είπαμε αμέσως «ναι» και δώσαμε ραντεβού λίγες ημέρες μετά για να τρέξουμε μαζί. Φεύγοντας από το φιλικό σπίτι και μόνο με τη σκέψη ότι θα ξεκινούσαμε τρέξιμο, νιώθαμε ήδη μια παράξενη ευφορία. Μπορεί βέβαια να φταίει και το τσίπουρο…

Και ξημερώνει η Τρίτη. Ολη την ημέρα σκεπτόμουν πόση ώρα πρέπει να τρέξω, πόσα χιλιόμετρα είναι ικανοποιητικά για αρχή, με τι ρυθμό πρέπει να πάω και άλλες τέτοιες ανούσιες σκέψεις που μόνο άγχος μπορεί να σου δημιουργήσουν. Τελικά αποδείχτηκε ότι η πρώτη φορά ήταν πιο εύκολη από ό,τι περίμενα και το χάρηκα. Εβαλα, λοιπόν, το πρώτο στοίχημα: να το κάνω συστηματικά. Για να δούμε, θα κατάφερνα να συνεχίσω να προπονούμαι ας πούμε για δύο μήνες; Χρειαζόμουν όμως έναν στόχο. Τι πιο εύκολο; Κάθε Κυριακή σχεδόν έχει έναν αγώνα στην Αθήνα. Ετσι δήλωσα συμμετοχή στο δεκάρι του «Σπύρου Λούη», στο Μαρούσι, για το τέλος Φεβρουαρίου.

Από τη στιγμή που υπήρχε ο στόχος του τερματισμού σε αγώνα οι προπονήσεις έγιναν πιο ευχάριστες. Κάθε φορά που τελείωνα μια προπόνηση και είχα κάνει έστω και μισό χιλιόμετρο παραπάνω σε σχέση με την προηγούμενη ένιωθα κάτι παράξενο μέσα μου. Δεν ξέρω αν το συναίσθημα ήταν χαρά, ενθουσιασμός, επιβράβευση. Πάντως ένιωθα πολύ όμορφα και σιγά σιγά όλα έγιναν πιο εύκολα.

Στον «Σπύρο Λούη», λοιπόν δεν έγινα… Λούης αλλά στάθηκα στην εκκίνηση! Για έναν πρωτάρη, η συμμετοχή σε έναν αγώνα είναι κάτι το μοναδικό: το κλίμα, ο κόσμος, η μουσική, οι φωνές… Το ευχαριστήθηκα πάρα πολύ, έπιασα τη γυναίκα μου από το χέρι και τερματίσαμε μαζί.

Και μετά; Επρεπε να μπει καινούργιος στόχος. Μήπως ένας Ημιμαραθώνιος; Τον Απρίλιο είχε εκείνον στον Μαραθώνα. Θα ήταν πιο δύσκολη η προετοιμασία. Πιο δύσκολες οι απαιτήσεις. Μα εγώ είχα πλέον κολλήσει το μικρόβιο του δρομέα. Τέσσερις μήνες μετά εκείνο το πρώτο τρέξιμο τερμάτιζα τα 21 χλμ. στον Μαραθώνα. Μέσα σε τέσσερις μήνες είχα κάνει πράγματα που ούτε καν περνούσαν απ’ το μυαλό μου. Τελικά το μόνο που χρειάζεται για να ξεκινήσεις να τρέχεις είναι να δέσεις καλά τα κορδόνια σου για να μην πέσεις. Ολα τα άλλα θα έρθουν να σε βρουν.

Επόμενη στάση; Καλλιμάρμαρο.

Ο Χρήστος Ιντζιρτζής είναι υδραυλικός. Εννιά μήνες ύστερα από εκείνη τη βραδιά με τα τσίπουρα, ήδη προπονείται για τον πρώτο του Αυθεντικό Μαραθώνιο