Nοέμβριος του 2011 ήταν, όταν μαθαίνω πως ο Γιώργος Παπανδρέου θα έτρεχε στον Μαραθώνιο της Αθήνας. Λίγες ημέρες αργότερα μαθαίνω πως η Ελλη Στάη έκανε τα 10 χιλιόμετρα σε μία ώρα και πέντε λεπτά. Κλωθογύριζε κάμποσες ημέρες στο μυαλό μου η εικόνα του Γιώργου Παπανδρέου με το μαύρο κολάν, η σκέψη της Ελλης Στάη να τρέχει 10.000 μέτρα! Ακουσον, άκουσον. Δεν τη χωράει ο νους μου τέτοια απόσταση!
Ε, όχι! Αφού εκείνοι, γιατί όχι κι εγώ; Φρούμασα αφιονισμένα, άνοιξα την πόρτα και ξεχύθηκα στους δρόμους. Με μια φόρμα από υαλομβάμβακα, πατώντας πάνω σε ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια που ζύγιζαν μισό κιλό το καθένα, έσυρα στα πρώτα μέτρα της δρομικής μου ύπαρξης το σοκαρισμένο μου σαρκίο για μισή ώρα, ώσπου να γυρίσω πνευστιών και κάθιδρος στο σπίτι. Αυτό ήταν. Το «ναρκωτικό» είχε ήδη κυλήσει στο σώμα μου. Ακόμη κάπνιζα, θυμάμαι, τότε και από τα πρώτα μέτρα του εναρκτήριου τρεξιματικού μου άθλου παζάρευα με τα πνευμόνια μου για μια τίμια συμφωνία μείωσης του καπνίσματος.
Το 1.05 της «προκλητικής» Ελλης Στάη ήταν το άγιο δισκοπότηρο της δρομικής μου αναζήτησης. Πλέον πάλευα με τον χρόνο, όχι με την απόσταση. Η παραλιακή διαδρομή των Θεμιστόκλειων Τειχών ήταν ο στίβος μου. Αντίπαλοι εγώ και ο χρόνος. Γόγγυσα, ίδρωσα και έτρεξα απνευστί τα τελευταία μέτρα, ώσπου… Ναι, τα είχα καταφέρει! Το φράγμα του χρόνου – εφιάλτη είχε ξορκιστεί. Στο μυαλό μου πλέον με καλούσε ένα σχέδιο παρανοϊκό. Να συμμετάσχω σε έναν αγώνα. Σε έναν αγώνα Ημιμαραθωνίου! Ναι, ήταν τρελό! Ακούς εκεί να τρέξω συνεχόμενα 21 χιλιόμετρα! Ισως η πιο αστεία ουτοπία που είχα να μου προτείνω. Κι όμως την κυνήγησα.
Το τσιγάρο άρχισε να μειώνεται επικίνδυνα για το ίδιο, καθώς η καπνιστική μου συμπεριφορά είχε αντίστροφη συσχέτιση με την αναπνευστική μου ικανότητα ως δρομέα ή σχεδόν δρομέα, τέλος πάντων. Μερικούς μήνες μετά, λοιπόν, βρέθηκα στην εκκίνηση του Ημιμαραθωνίου της Αθήνας. Το συμπίλημα ανθρώπων, χρωμάτων και μουσικής μαζί με το άγχος της αναμονής με είχαν συνεπάρει και κατατρομάξει μαζί. Η εκκίνηση πάντως δόθηκε και ήμουν εκεί. Ημουν και στον τερματισμό, όπου με περίμεναν αγαπημένα μου πρόσωπα. Τα είχα καταφέρει! Είχα τερματίσει έναν Ημιμαραθώνιο παρά τις φωνές που άκουγα στο μυαλό μου να μου λένε στα μισά του αγώνα «Παράτα το, αγόρι μου, τι το ‘θελες;».
Μετά έγινε αυτό που λένε οι Αμερικανοί: «Ride the wave» και μετά το κύμα θα σε πάει. Οι αγώνες πύκνωσαν, τα χιλιόμετρα ανέβηκαν στην προπόνηση, γνώρισα άλλους νέους δρομείς και φτιάξαμε μια παρέα, τους Newfish Runners. Ολοι μαζί –εγώ, ο Παναγιώτης, ο Γιώργος, ο Σταύρος, ο Νίκος, ο Δημήτρης, ο Χρόνης και άλλα παιδιά –περιστασιακά, με πολύ κόπο και γέλιο, μέσα από κοινές προπονήσεις βρεθήκαμε στον Τύμβο του Μαραθώνα πριν από τρία χρόνια και συνεχίζουμε να δίνουμε το «παρών» κάθε χρόνο.

Και τώρα; «Φτάσε εκεί που μπορείς» είπε ο ασκητής στον προσκυνητή. «Δώσε μου άλλη μια συμβουλή, πατέρα άγιε»! «Φτάσε εκεί που δεν μπορείς!» του αποκρίθηκε. Συνεχίζουμε…

Ο Γιάννης Βλοντάκης είναι 42 ετών, ψυχολόγος. Ασχολείται με το τρέξιμο με την ελπίδα να αυτοθεραπευτεί με τη βοήθεια των συντρεχτών του, των Newfish Runners