Αναμφίβολα το τρέξιμο μας χαρίζει πολλές συγκινήσεις. Η συμμετοχή σε έναν αγώνα λαϊκού δρόμου ακόμη περισσότερες. Μία από αυτές είναι στον τερματισμό των περισσοτέρων πλέον αγώνων, όπου περιμένει ένας εθελοντής για να μας απονείμει και το μετάλλιο που μας αντιστοιχεί.
Ας μην κρυβόμαστε, η συλλογή μεταλλίων για πολλούς από εμάς είναι κάτι που το επιδιώκουμε. Θέλουμε τον τοίχο στο σπίτι ή στη δουλειά να γεμίζει από μικρά ή μεγαλύτερα ενθυμήματα από αγώνες στους οποίους συμμετείχαμε (παρεμπιπτόντως, μητέρα θα τον φτιάξουμε τον τοίχο στο σπίτι ή όχι;). Η εύκολη διάγνωση που αβίαστα προκύπτει είναι μία και αναντίρρητη: ματαιοδοξία.
Εκ πρώτης όψεως ουδέν μεμπτόν. Είμαστε κάποιοι που γοητευόμαστε με την ιδέα να παίρνουμε μετάλλια (συμμετοχής, γιατί για κατάταξη ούτε λόγος), κάνουμε το ψώνιο μας και όλα καλά. Η αλήθεια όμως είναι ελαφρώς διαφορετική. Ο καθένας μας τρέχει για τους δικούς του λόγους και όλοι μας, ανεξαιρέτως, χρειαζόμαστε το δικό μας κίνητρο για να συνεχίσουμε –και γιατί όχι –να βελτιωθούμε κιόλας. Επιπρόσθετα, αυτό που μένει ύστερα από κάθε αγώνα, μικρό ή μεγάλο, είναι οι αναμνήσεις που μας συνοδεύουν στη συνέχεια.
Ως αντίλογο μπορώ να θυμηθώ τον πολυαγαπημένο Παύλο ο οποίος, αν και δραστηριοποιείται επαγγελματικά στον χώρο του τρεξίματος, επιμένει σταθερά, με συνέπεια και κυρίως με την προσωπική του στάση, να υποστηρίζει ότι τρέχουμε για τη χαρά της συμμετοχής και όχι για τον… τσίγκο. Ακόμη μπορώ να θυμηθώ τον αξεπέραστο φωτογράφο, τον Γιώργο, να υποστηρίζει ότι η φωτογραφία είναι αυτό που μένει από έναν αγώνα και είναι αυτό που έχεις να θυμάσαι στο πέρασμα του χρόνου. Συμφωνώ μαζί σας παιδιά αλλά, κατά την ταπεινή μου άποψη, δεν είναι μόνο αυτό.

Παρότι τρέχω ανελλιπώς 27 μήνες και έχω εξασφαλίσει αρκετές δεκάδες μετάλλια, εν τούτοις η δίψα παραμένει ακόρεστη. Κοιτώντας το κάθε μετάλλιο (μερικά μοναδικά στη σύλληψη, στη σχεδίαση και στο μήνυμα που περνάνε) αυτόματα έρχονται στο μυαλό μου το φιλμ του αγώνα, η διαδρομή, η επίδοση, οι κακουχίες, ο θρίαμβος ή ακόμη και η αποτυχία.

Πλέον το τρέξιμο έχει περάσει στην καθημερινότητά μου και κάθε αγώνας αντιμετωπίζεται ως μια ανεπανάληπτη εμπειρία, της οποίας το τέλος σηματοδοτείται από την απονομή του μεταλλίου. Και είναι το μετάλλιο αυτό που αποδεικνύει ότι ανεξαρτήτως επίδοσης τα έχουμε καταφέρει και αυτή τη φορά, τερματίσαμε. Και μια και μιλήσαμε για απονομή, δεν ντρέπομαι να παραδεχθώ ότι σε κάθε τερματισμό Μαραθωνίου, ιδίως στο Καλλιμάρμαρο (…) δεν μπορώ να συγκρατηθώ και συγκινούμαι όταν μου περνούν από τον λαιμό το πολυπόθητο μετάλλιο. Οσοι έχετε βρεθεί στη θέση μου, και είστε πολλοί ευτυχώς, καταλαβαίνετε τι εννοώ.

Tο να αποφασίσει κάποιος να τρέξει είναι από μόνο του μια επιτυχία. Και οι επιτυχίες χρήζουν επιβράβευσης και μάλιστα συνεχούς, ώστε ο αθλούμενος να βρίσκει κάθε φορά λόγους για να τρέξει. Ματαιοδοξία ή απλώς ένα ακόμη κίνητρο, σημασία έχει ότι τρέχουμε, το γουστάρουμε και συνεχίζουμε με αμείωτη ένταση.

Ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης μένει στη Ρόδο, είναι στρατιωτικός, τρέχει συστηματικά τα τελευταία δυόμισι χρόνια και αδημονεί να συμμετάσχει στον πέμπτο κατά σειρά Μαραθώνιο, στον Αυθεντικό Μαραθώνιο της Αθήνας, τον Νοέμβριο του 2015 με στόχο έναν αξιοπρεπή τερματισμό.