«Δεν μπορώ να σταματήσω το τρέξιμο γιατί θα ήταν σαν να σταματάω να ζω. Για μένα το να τρέχω είναι ολόκληρη η ζωή μου». Θεωρείται και όχι άδικα ο κορυφαίος δρομέας όλων των εποχών. Ο Αιθίοπας Χαϊλέ Γκεμπρεσελασιέ με τη συμμετοχή του την περασμένη Κυριακή στον μεγάλο αγώνα του Μάντσεστερ έκλεισε έναν μεγάλο κύκλο δρομικών αποστάσεων σε διάστημα πάνω από είκοσι χρόνια, που τον καθιέρωσαν ως τον «αυτοκράτορα της αντοχής».

Ανακοίνωσε ότι πλέον αποχωρεί από τους αγώνες, αλλά «προς Θεού, όχι από το τρέξιμο». Αυτό είναι η ζωή του και δεν πρόκειται να το εγκαταλείψει. Οσο για τα χιλιόμετρα, αμέτρητα στην πλούσια καριέρα του.

Μάλιστα αυτά είχαν αρχίσει από πολύ νωρίς, όταν επί μία δεκαετία πήγαινε τρέχοντας από το σπίτι στο σχολείο και πάλι πίσω στο σπίτι. Τότε στα δύσκολα νεανικά χρόνια, στο χωριό Ασέλα της επαρχίας Αρσι, νοτίως της Αντίς Αμπέμπα, ο μικρός Χαϊλέ κάλυπτε καθημερινά 20 χλμ. και είχε αποφασίσει από τότε με τι θα ασχοληθεί και ας του φώναζε ο πατέρας του να γίνει δάσκαλος ή δικηγόρος για να ξεφύγει από τη μιζέρια και να έχει ελπίδα για μια καλύτερη ζωή.

Ο Γκεμπρεσελασιέ είχε βάλει σκοπό να βαδίσει στα χνάρια του ινδάλματός του, του συμπατριώτη του μαραθωνοδρόμου Αμπέμπε Μπικίλα, χρυσού ολυμπιονίκη στη Ρώμη το 1960, όπου μάλιστα έτρεξε ξυπόλητος, και στο Τόκιο τέσσερα χρόνια αργότερα.
Πού να φανταστεί ότι θα έφτανε η στιγμή που θα ξεπερνούσε το πρότυπό του και θα γινόταν ο κορυφαίος αθλητής στην ιστορία της Αιθιοπίας, όπως αναδείχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Οταν πριν από μία πενταετία είχε ανακοινώσει ότι αποχωρεί από τους αγωνιστικούς χώρους ύστερα από μια έντονη ενόχληση στο γόνατο (που τον ανάγκασε να αποσυρθεί από τον Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης) τα μηνύματα συμπαράστασης ήταν απίστευτα και όλοι τον καλούσαν να αναθεωρήσει. Ουσιαστικά μια ολόκληρη χώρα ήταν σε κατάθλιψη προσπαθώντας να συνειδητοποιήσει το γεγονός.
Ο Χαϊλέ δεν τους απογοήτευσε, το ξανασκέφτηκε και τελικά αναθεώρησε αποφασίζοντας να παραμείνει μέχρι το 2012, προκειμένου να διεκδικήσει τη συμμετοχή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, αν και τελικά δεν κατάφερε να πάρει την πρόκριση.

Στην αθλητική του ζωή έκλαψε δύο φορές, μία από χαρά και μία από λύπη –και οι δύο ήταν στις ΗΠΑ. Η πρώτη το μακρινό 1996 στην Ατλάντα, όταν ανέβηκε στο κορυφαίο σκαλί του βάθρου στα 10.000 μ. των Ολυμπιακών Αγώνων της πόλης. Ηταν η πρώτη φορά που κατακτούσε το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο κάνοντας πραγματικότητα ένα όνειρο ζωής.

Η δεύτερη φορά ήταν το 2010 στη Νέα Υόρκη, όπου με λυγμούς ανακοίνωσε στους εμβρόντητους εκπροσώπους του Τύπου την απόφασή του να αποχωρήσει από την ενεργό δράση. Ενα πρόβλημα στο γόνατο του δεξιού ποδιού τον ανάγκασε να σταματήσει στο 25ο χλμ. του Μαραθωνίου πάνω στη γέφυρα του Κουίνσμπορο, ενώ είχε ταξιδέψει εκεί με στόχο τη νίκη.
Με όπλο την υπομονή που αποκόμισε έπειτα από χρόνια στους αγωνιστικούς στίβους, ο Χαϊλέ Γκρεμπρεσελασιέ έγινε ιδιαίτερα επιτυχημένος επιχειρηματίας, ενώ είναι σχεδόν σίγουρο πως στο μέλλον θα ασχοληθεί πιο ενεργά με την πολιτική (κάποτε έλεγε ότι θέλει να γίνει πρωθυπουργός για να βοηθήσει έμπρακτα τον λαό της Αιθιοπίας).

Ατομικά το κάνει, όχι μόνο με φιλανθρωπίες αλλά κυρίως δίνοντας εργασία σε εκατοντάδες συμπατριώτες του σε εταιρείες που έχει συστήσει. Το άνοιγμα που έκανε στον κτηματομεσιτικό τομέα ήταν ιδανικό και εκεί είχε ραγδαία άνοδο.

Με εφαλτήριο την Αντίς Αμπέμπα, άρχισε τις κατασκευές με ένα πολυκέντρο στην αιθιοπική πρωτεύουσα, ενώ μετά στράφηκε στην αγορά γης, μέρος της οποίας αξιοποίησε με την πιο χρυσή ίσως εθνική επένδυση, τις φυτείες του καφέ.

Ασχολήθηκε επίσης με την εκμετάλλευση ορυχείων όπου ο ανταγωνισμός είναι ισχυρός, ενώ ήταν αυτός που είχε ανοίξει το πρώτο πολυσινεμά (και θέατρο) στην Αντίς Αμπέμπα, προσλαμβάνοντας ο ίδιος τον οπερατέρ και τον σκηνοθέτη, για να βάλει στον χάρτη της χώρας τον κινηματογράφο!
Η επιχειρηματική δραστηριότητά του απλώνεται από το real estate έως τις πωλήσεις αυτοκινήτων, ενώ δεν σταματούσε να επενδύει στη γη, όντας ιδιοκτήτης παλαιότερα όχι μόνο του κινηματογράφου αλλά και υπερπολυτελούς ξενοδοχείου δυναμικότητας 120 δωματίων στην Αβάσα (270 χλμ. από την Αντίς Αμπέμπα), η κατασκευή του οποίου διήρκεσε δυόμισι χρόνια και στοίχισε κοντά στα 12 εκατ. δολάρια. Το ξενοδοχείο έχει χτιστεί σε μια περιοχή με άγρια ζώα και διαθέτει πισίνες, αίθουσες γυμναστικής, μίνι γκολφ κ.λ.π.

Από την καλύβα στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου των Ολυμπιακών

Εχοντας ζήσει τα παιδικά του χρόνια μαζί με τα εννέα αδέλφια του στη φτωχική τους καλύβα, δεν ξέχασε ποτέ πόσο δύσκολα μεγαλώνουν τα παιδιά στην πατρίδα του. Γι’ αυτό και κάποια από τα κέρδη που αποκομίζει από τους αγώνες τα διοχετεύει στην εκπαίδευση άπορων παιδιών, χρηματοδοτώντας τη λειτουργία δύο σχολείων στην πόλη του. Σε ηλικία 14 ετών το 1987, όταν κέρδισε έναν αγώνα 800 μέτρων, ουσιαστικά ξεκινούσε μια πλούσια καριέρα, αν και χρειάστηκε μια πενταετία για να γίνει παγκοσμίως γνωστός, όταν κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Εφήβων – Νεανίδων στη Σεούλ το 1992.

Ακολούθησαν δύο χρυσά ολυμπιακά μετάλλια (1996 και 2000) και πέντε χρυσά σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα αλλά και 21 παγκόσμια ρεκόρ (16 στον ανοιχτό στίβο και 5 στον κλειστό) για τον κορυφαίο δρομέα αντοχής όλων των εποχών, αφού κατάφερε να διακριθεί στο μεγαλύτερο εύρος δρομικών αγωνισμάτων περισσότερο από κάθε άλλον, ξεπερνώντας τους μυθικούς Πάαβο Νούρμι (Φινλανδία) και Εμίλ Ζάτοπεκ (Τσεχοσλοβακία).