Οταν καταναλώνει κάποιος αλμυρά τρόφιμα η δίψα τον κυριεύει, γι’ αυτό κατά κανόνα η αναζήτηση νερού είναι βέβαιη. Σωστά; «Οχι» είναι η απάντηση πρόσφατων μελετών που έρχονται να ανατρέψουν μία θεωρία 200 ετών, υποστηρίζοντας ότι το αλάτι σβήνει τη δίψα και ανοίγει την όρεξη!

Η θεωρία περί της αντίδρασης του οργανισμού στην αυξημένη κατανάλωση άλατος φαίνεται να αλλάζει άρδην έπειτα από μακροχρόνιες έρευνες σε ρώσους κοσμοναύτες –στο πλαίσιο προσομοίωσης αποστολής στο Διάστημα -, κατά τις οποίες φάνηκε ότι το πολύ αλάτι δεν ενέτεινε τη δίψα τους αλλά την πείνα τους.

Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι όταν διπλασίαζαν το αλάτι που έδιναν στους κοσμοναύτες (από 6 γραμμάρια σε 12 γραμμάρια ημερησίως) δεν συνέβαινε το αυτονόητο –δηλαδή, να διψάνε περισσότερο.

Μάλιστα διαπίστωσαν το ακριβώς αντίθετο, ότι δηλαδή η ανάγκη τους για νερό ήταν μειωμένη, γεγονός που έκανε τους επιστήμονες να εικάζουν ότι ο οργανισμός τους είτε αύξανε την κατακράτηση υγρών είτε παρήγε περισσότερο. Σημειωτέον δε ότι παράλληλα εξέφραζαν έντονη πείνα.

Ακολούθησαν πειράματα σε ποντίκια, με τα ευρήματα να είναι εξίσου αποκαλυπτικά: τα πειραματόζωα των οποίων το μενού ήταν αλμυρό έκαιγαν περισσότερες θερμίδες με αποτέλεσμα να καταναλώνουν 25% μεγαλύτερες ποσότητες τροφής, ώστε να διατηρήσουν το βάρος τους.

Τα νέα δεδομένα, που αναλύονται σε δύο άρθρα, δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στην επιθεώρηση «The Journal of Clinical Investigation» και έχουν προκαλέσει κύμα ανατροπών, καθώς οι επιστημονικές παρατηρήσεις καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η αυξημένη κατανάλωση αλατιού πιθανόν να βοηθά στην απώλεια βάρους.

Ο μηχανισμός –όπως έχει καταγραφεί από τις σχετικές επιστημονικές παρατηρήσεις –έχει ως εξής: Η αποβολή του άλατος απαιτεί υπερπαραγωγή και κατακράτηση του νερού. Για να συμβεί όμως αυτό, ο οργανισμός καταναλώνει ενέργεια (δηλαδή, θερμίδες) με αποτέλεσμα να αναζητά επιπλέον καύσιμα. Πώς; Είτε μέσω της τροφής, είτε μέσω της διάσπασης μυϊκής μάζας.

Πάντως, ο καθηγητής Γενζ Τίτζε, του Πανεπιστημίου του Ερλάνγκεν και του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Βάντερμπιλτ, ο οποίος ειδικεύεται στη λειτουργία των νεφρών, επισημαίνει μία σημαντική διατροφική παγίδα που κρύβεται στα νέα ευρήματα.

«Δεν συνιστώ σε κανέναν να καταναλώνει περισσότερο αλάτι με σκοπό την απώλεια βάρους. Και αυτό διότι εάν επιβεβαιωθούν τα συμπεράσματά μας, τότε θα είναι βέβαιο ότι οι αλμυρές γεύσεις ανοίγουν παράλληλα την όρεξη. Συνεπώς, μπορεί να αυξάνονται οι καύσεις, αλλά απαραίτητη προϋπόθεση είναι να δαμάσει κανείς την πείνα του». Ισως μάλιστα αυτός να είναι ο λόγος που όταν αρχίζουμε να τρώμε αλμυρά σνακ, όπως για παράδειγμα πατατάκια, συνήθως δεν σταματάμε έως ότου να αδειάσει το μπολ.

Επιπλέον, προειδοποιεί ότι κατακράτηση του νερού (απόρροια της κατανάλωσης υψηλής ποσότητας αλατιού) φαίνεται να συνδέεται με σοβαρές παθολογικές συνέπειες.

«Η μυϊκή διάσπαση αυξάνει την παραγωγή των γλυκοκορτικοειδών (κορτιζόνη) στον οργανισμό, αντίδραση που σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη, παχυσαρκίας, οστεοπόρωσης και καρδιαγγειακής νόσου» προσθέτει ο δρ Τίτζε.

Τι γίνεται όμως με την αδιαμφισβήτητη ανάγκη που νιώθουμε όλοι για ένα ποτήρι δροσερό νερό μετά την κατανάλωση ποπκόρν; Πώς μπορεί να εξηγηθεί;

Στην πραγματικότητα, εξηγεί ο καθηγητής Νεφρολογίας στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, δρ Μαρκ Ζέιντελ, «τόσο οι άνθρωποι όσο και τα ζώα διψάνε όταν οι νευρώνες στο στόμα ανιχνεύουν μία αλμυρή γεύση. Ομως, αυτή η αίσθηση της δίψας πιθανόν να μη σχετίζεται με πραγματική ανάγκη του οργανισμού για νερό».