Ενώ η χώρα χρειάζεται επειγόντως υψηλού ρυθμού ανάπτυξη, αλλά και πρόσθετες χρηματοδοτήσεις στις πολιτικές απασχόλησης και κοινωνικής συνοχής, δεν αξιοποιούνται οι ευρωπαϊκοί πόροι του ΕΣΠΑ που τροφοδοτούν σχεδόν εξ ολοκλήρου το συρρικνωμένο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.

Είναι η Ελλάδα στις πρώτες θέσεις απορρόφησης, όπως διατείνεται η κυβέρνηση, υπερηφανεύεται ο αρμόδιος υπουργός και με αξιοπερίεργη επιμονή επιβεβαιώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή; ‘Η ισχύει το αντίθετο, όπως υποστηρίζει η αντιπολίτευση;

Ας δούμε όμως τι σημαίνει «απορρόφηση», διπλής, όπως προκύπτει, ερμηνείας, ανάλογα με τον χρήστη του όρου. Σύμφωνα με τους ανθρώπους της οικονομίας, «απορρόφηση» προκύπτει όταν πληρώνονται επιχειρήσεις, προμηθευτές, κατασκευαστές, επιδοτούμενοι άνεργοι, κοινωνικές δομές, εκπαιδευτικοί και ερευνητικοί φορείς και άλλοι δυνητικά δικαιούχοι και παράγονται εισοδήματα,  θέσεις απασχόλησης, πολλαπλασιαστικά οφέλη στην οικονομία με μόχλευση ιδιωτικών πόρων και περισσότερα έσοδα στα δημόσια και στα ασφαλιστικά ταμεία.

Σύμφωνα με τους επίσημους πίνακες του υπουργείου Οικονομίας και της ΕΕ (Σεπτ. 2018), οι συνολικοί πόροι, εθνικοί και ευρωπαϊκοί, του ΕΣΠΑ 2014-2020 είναι 25,8 δισ. (80% ευρωπαϊκοί). Ενώ τελειώνει το πέμπτο έτος εφαρμογής, η απορρόφηση (πληρωμές δικαιούχων) είναι 5 δισ. (19,3% ως μέσος όρος των προγραμμάτων, με πρώτο το αγροτικό πρόγραμμα – 29,3% – και τελευταίο το πιο κρίσιμο για την ανάπτυξη πρόγραμμα επιχειρηματικότητας – 9,7% -, περιλαμβανομένων των «παρκαρισμένων» πόρων του τελευταίου σε ενδιάμεσα Εθνικά Ταμεία Επιχειρηματικότητας, Εγγυοδοσίας, Εξοικονομώ κ.λπ.).

Ενας δεύτερος ορισμός της απορρόφησης που συνήθως χρησιμοποιούν οι εθνικές και ευρωπαϊκές αρχές αναφέρεται στις μεταφορές πόρων από τα Ευρωπαϊκά Ταμεία στην Τράπεζα της Ελλάδος. Συνολικά ανέρχονται στο 30% των εγκεκριμένων, όπου συναθροίζονται και οι μεγαλύτερες, λόγω κρίσης, αρχικές προκαταβολές 1,8 δισ. (8%) προς την Ελλάδα (επίσημα στοιχεία της ΕΕ).

Τα χρήματα όμως αυτά εκταμιεύονται σε δικαιούχους, μετά την ολοκλήρωση των χρονοβόρων διαδικασιών εξειδίκευσης προκηρύξεων, αξιολογήσεων, συμβασιοποιήσεων, πιστοποιήσεων εργασιών κ.λπ. που συνήθως διαρκούν 2-3 χρόνια. Για παράδειγμα, τον Ιούνιο 2018 έγιναν εντάξεις επενδύσεων εκσυγχρονισμού μικρομεσαίων επιχειρήσεων με βάση προτάσεις που είχαν υποβληθεί τον Ιούνιο του 2016.

Τα βασικά λοιπόν συμπεράσματα που προκύπτουν είναι ότι:

– Η πραγματική απορρόφηση του ΕΣΠΑ 2014-2020 είναι τραγικά χαμηλή. Εναντι του 30% των ευρωπαϊκών πόρων που έχουν σταλεί στην Ελλάδα και την κατατάσσουν στην 6η θέση, η πραγματική απορρόφηση βρίσκεται στο 19,3% (κατάταξη στη 16η θέση στην ΕΕ), λιγότερη του ενός πέμπτου των διαθέσιμων πόρων, ενώ έχει διανυθεί  το ένα δεύτερο του χρόνου εφαρμογής, περιλαμβανομένης της τριετούς δυνατότητας παράτασης μέχρι το 2023. Ακόμη και το 2018 καταγράφεται υστέρηση υλοποίησης κατά 40% του Προγράμματος  Δημοσίων Επενδύσεων  (Ιανουάριος – Αύγουστος).

– Η σύγκριση με τις άλλες χώρες δεν μπορεί να μας ικανοποιεί, γιατί αυτές δεν βρίσκονται στη δεινή θέση της Ελλάδας, από άποψη αναγκών για επενδύσεις, αύξηση ανταγωνιστικότητας, μείωση ανεργίας και επίτευξη πολύ υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης. Είναι προφανές ότι θα έπρεπε να τρέχουμε με πολλαπλάσιες ταχύτητες.

– Πρώτη προτεραιότητα για να μειωθεί η χρονική απόσταση μεταξύ της εισροής πόρων από τις Βρυξέλλες και της εκταμίευσής τους προς τους δικαιούχους είναι η δραστική μείωση της γραφειοκρατίας που κατά ένα μέρος οφείλεται μεν στους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, αλλά το κύριο πρόβλημα, ιδιαίτερα ως προς τις διαδικασίες εγκρίσεων και πολιτικών αποφάσεων, είναι εγχώριο.

Ο Νίκος Διακουλάκης είναι πρώην ειδικός γραμματέας υπουργείου Ανάπτυξης. Ο Αλέκος Κρητικός είναι πρώην γενικός γραμματέας υπουργείων Εσωτερικών και Ανάπτυξης.