Μια από τις πιο ατυχείς στιγμές της κυβέρνησης Σαμαρά ήταν η απόφασή της να κλείσει την ΕΡΤ και ο προκλητικός τρόπος με τον οποίο ανακοίνωσε αυτή την απόφαση ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος. Τα όσα ακολούθησαν, το περίφημο «μαύρο» δηλαδή στις τηλεοπτικές οθόνες και τα διάφορα σχήματα που επιχειρήθηκε να συμβολίσουν τη νέα εποχή, έφεραν σε δύσκολη θέση τους φιλελεύθερους που για διάφορους λόγους στήριζαν εκείνη την κυβέρνηση και εξέθεσαν τη χώρα διεθνώς.

Δικαίως ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε σημαία του αυτό το θέμα. Το πώς φαντάζεται όμως τη δημόσια τηλεόραση φάνηκε από τον τρόπο που τη στελέχωσε και τη μετέτρεψε σε ωμό προπαγανδιστικό μηχανισμό. Είναι αλήθεια ότι, με μερικές φωτεινές εξαιρέσεις, οι ελληνικές κυβερνήσεις πάντα ήθελαν να ελέγχουν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό τα δημόσια μέσα ενημέρωσης. Ο Νίκος Παππάς όμως το τερμάτισε. Οι πρόσφατοι εμφύλιοι καβγάδες είναι αποκαλυπτικοί.

Αν κάποιος δημοσιογράφος της ΕΡΤ παρομοίαζε τον Αλέξη Τσίπρα με τον Λαβρέντι Μπέρια, είναι βέβαιο ότι θα είχε πάρει πόδι την επόμενη ώρα. Ο Σωτήρης Καψώχας, αντίθετα, είχε την πλήρη κάλυψη της διοίκησης για το ανιστόρητο, βλακώδες και ενδεχομένως κατευθυνόμενο σχόλιο με το οποίο παρομοίασε τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τον θεωρητικό του φασισμού Σέρτζιο Πανούτσιο. Το επιχείρημα της διοίκησης ότι δεν λογοκρίνει τους δημοσιογράφους της είναι αστείο. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι η αντίδραση της Νέας Δημοκρατίας, και η φρασεολογία που τη συνόδευσε, ήταν η ενδεδειγμένη.

Στη δημόσια τηλεόραση μιας «κανονικής» χώρας, ένας δημοσιογράφος που θα είχε επιλεγεί με αξιοκρατικές διαδικασίες θα είχε δικαίωμα, στο όνομα της ελευθερίας της έκφρασης, να διατυπώσει όποια άποψη θέλει για οποιονδήποτε πολιτικό ή πολιτειακό παράγοντα, όσο ψηλά κι αν βρίσκεται. Και σε ακραία περίπτωση προσβολής της προσωπικότητας, θα παρενέβαινε η αρμόδια Ανεξάρτητη Αρχή. Μόνο στην Ελλάδα παρατηρείται το φαινόμενο ένα κόμμα να αποσύρει τα στελέχη του από ένα κανάλι επειδή ενοχλείται από την κάλυψή του. Οσο για την «επιθυμία» της ΝΔ να μην υπάρχει αναφορά στις δραστηριότητες της αξιωματικής αντιπολίτευσης ούτε στα δελτία ειδήσεων ούτε στις ενημερωτικές εκπομπές, αγγίζει τα όρια του σουρεαλισμού.

Συμβαίνει όμως το εξής. Η δημόσια τηλεόραση έχει απαξιωθεί τόσο πολύ από τόσο πολλές κυβερνήσεις, κατ’ εξοχήν όμως από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ώστε οποιοσδήποτε βάλλει εναντίον της γνωρίζει ότι βγαίνει κερδισμένος. Με τον τρόπο αυτό βέβαια αδικούνται τόσο οι αξιόλογοι δημοσιογράφοι που εργάζονται σήμερα στην ΕΡΤ όσο και η ίδια η έννοια της δημόσιας τηλεόρασης, που αποκαλείται υποτιμητικά «κρατική».

Η Νέα Δημοκρατία δείχνει να αντιμετωπίζει έναν πειρασμό: να ακολουθήσει τους κυβερνώντες στο χαμηλό επίπεδο όπου έχουν οδηγήσει τον διάλογο και την αντιπαράθεση. Να μιμηθεί τις μεθόδους τους, να κυλιστεί στην ίδια λάσπη μαζί τους. Ισως αυτό να της αποφέρει πόντους. Αλλά θα είναι λάθος.