«Είναι σημαντικό για τους ανθρώπους, όχι μόνο για τα πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικανών ή των γυναικών. Οι άνθρωποι αξίζουν σεβασμό και, ναι, πρέπει να σεβόμαστε ο ένας τον άλλον!». Αυτό απάντησε η Αρίθα Φράνκλιν όταν δικαιολογούσε στη «Vogue» το 2015 γιατί θα επέλεγε από όλα τα διαμάντια που έχει τραγουδήσει («A Natural Woman», «Day Dreaming», «Jump to It», «Freeway of Love» «A Rose Is Still A Rose» κ.ά.) να μείνει το «Respect». Είναι ίσως μια ακόμη απόδειξη των σπάνιων υλικών που διαπότισαν τον κόσμο της και της χάρισαν – δικαιωματικά – τον τίτλο της Βασίλισσας της Σόουλ.

Χθες η Αρίθα Φράνκλιν έφυγε σε ηλικία 76 ετών, νικημένη από την πολύχρονη μάχη που έδινε με τον καρκίνο. Από το 2010 που διαγνώστηκε η ασθένειά της – καρκίνος στο πάγκρεας – συνέχισε να τραγουδά εν τω μέσω εγχειρήσεων και θεραπειών. Η τελευταία εμφάνιση της Αρίθα ήταν σε μια φιλανθρωπική συναυλία στον καθεδρικό ναό του Αγίου Ιωάννη στη Νέα Υόρκη στις 2 Νοεμβρίου του 2017 για το Ιδρυμα του Ελτον Τζον για το AIDS. Τον ίδιο χρόνο κυκλοφορεί και τον τελευταίο δίσκο της, «A Brand New Me». Ενα άλμπουμ που περιλαμβάνει διασκευές γνωστών επιτυχιών της – μεταξύ άλλων και το αγαπημένο της «Respect» – ερμηνευμένα από τη Βασιλική Φιλαρμονική Ορχήστρα της Αγγλίας (Royal Philharmonic Orchestra) στα θρυλικά Abbey Road Studios. Να σημειωθεί ότι η ίδια ορχήστρα παλαιότερα είχε κάνει το ίδιο με τραγούδια του Ελβις Πρίσλεϊ, τον Βασιλιά του Ροκ εντ Ρολ, τον οποίο από χθες συνδέει και κάτι ακόμη με τη Βασίλισσα της Σόουλ: πέθαναν και οι δύο στις 16 Αυγούστου (ο Πρίσλεϊ το 1977) σχεδόν την ίδια ώρα, 9.50 το πρωί!

«Χάσαμε τον βράχο της οικογένειάς μας. Η αγάπη που είχε για τα παιδιά της, τα εγγόνια της, τα ανίψια της και τα ξαδέλφια της δεν γνώριζε όρια» τονίζει η ανακοίνωση των δικών της ανθρώπων όπως τη μετέδωσε το CNN. Τυχεροί όσοι βρίσκονταν στο περιβάλλον της και είχαν μερίδιο από τη γενναιοδωρία της. Ευτυχείς όμως κι εκείνοι που βρήκαν μέσα από τις ουράνιες μελωδίες της στιγμές παρηγοριάς.

ΚΟΡΗ ΙΕΡΕΑ. Η Αρίθα Φράνκλιν είδε το πρώτο φως στο Μέμφις του Τενεσί, στις 25 Μαρτίου το 1942. Γονείς της ήταν η Μπάρμπαρα Σίγκερς Φράνκλιν και ο βαπτιστής ιερέας Κλέρενς Λαβόν Φράνκλιν. Δέκα ετών χάνει τη μητέρα της και εγκαθίσταται μόνιμα με τον πατέρα της στο Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν, όπου η φήμη του ως ιεροκήρυκα αρχίζει να εξαπλώνεται. Μέσα σε αυτό το εκκλησιαστικό περιβάλλον η Αρίθα αρχίζει να ξεδιπλώνει το ταλέντο της. Για την ενορία της ήταν το παιδί θαύμα με τη χαρισματική φωνή και την απαράμιλλη τεχνική στο πιάνο.

Δεν άργησε να ξεφύγει από το κοινό της εκκλησίας και να υπογράψει το πρώτο της συμβόλαιο, το 1956, με την Checker Records. Κάνει την παρθενική της εμφάνιση στη δισκογραφία με το «Songs of Faith», μέσα στο οποίο αποτυπώνει το ουράνιο ταλέντο της που σμίλεψαν οι σπουδαίες φωνές των γκόσπελ, Κλάρα Γουόρντ κα Μαχάλια Τζάκσον που μπαινόβγαιναν στο σπίτι της. Ομως σε αυτή την τρυφερή ηλικία η Αρίθα γνώρισε και τη σκληρή πλευρά της ζωής. Στα δεκατέσσερα και στα δεκαέξι χρόνια της γεννά τους δύο γιους της – ύστερα από δύο ανεπιθύμητε εγκυμοσύνες. Η καριέρα της μπαίνει στην άκρη για μερικά χρόνια.

Οταν αποφασίζει να επιστρέψει στο τραγούδι ακολουθεί το ποπ ρεύμα και υπογράφει το 1960 συμβόλαιο με την Columbia Records. Τα γκόσπελ που την έφεραν στο μουσικό προσκήνιο αποτελούν πια παρελθόν και τα άλμπουμ που κυκλοφορεί έχουν επιρροές από την τζαζ. Ομως το σημείο καμπής στην πορεία της, εκείνο που άρχισε να της δίνει τη μία επιτυχία μετά την άλλη, ήταν η συνεργασία της με την Atlantic Records το 1966. «Με έβαλαν να καθίσω στο πιάνο, και οι επιτυχίες ήρθαν» αποκαλύπτει η ίδια σε συνεντεύξεις της. Η Αρίθα αρχίζει ν’ ανοίγει περισσότερο τα φτερά της έχοντας λόγο στις ενορχηστρώσεις των δίσκων της και υπογράφοντας μάλιστα κάποια τραγούδια.

ΠΛΗΘΟΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ. Είναι πολλές οι στιγμές στην κινηματογραφική ζωή της «βασίλισσας της σόουλ» που αποδεικνύουν το μέγεθος του αξεπέραστου ταλέντου της, της ιδιαίτερης προσωπικότητάς της και που λαμπρύνουν την 50χρονη διαδρομή της: το 1985, ο κυβερνήτης του Μίσιγκαν Τζέιμς Μπλάντσαρντ ανακήρυξε τη φωνή της Αρίθα Φράνκλιν «εθνικό αγαθό»· στις 3 Ιανουαρίου του 1987 έγινε η πρώτη γυναίκα που συμπεριλήφθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame· τον Σεπτέμβριο του 1999 της απονεμήθηκε, από τον πρόεδρο Κλίντον, το Εθνικό Μετάλλιο των Τεχνών. Το περιοδικό «Rolling Stone», το 2004, την κατέταξε στην 9η θέση του καταλόγου των «100 Greatest Artist of all Time» (δίπλα στους Beatles, τον Μπομπ Ντίλαν, τον Ελβις Πρίσλεϊ τους Rolling Stones κ.ά.). Εναν χρόνο μετά ο Τζορτζ Μπους τής απένειμε το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας. Δίπλα σε αυτές τις διακρίσεις, δεκάδες άλλα βραβεία, μεταξύ των οποίων και τα 18 Grammy που κατέκτησε, θυμίζουν ότι το στέμμα της Βασίλισσας της Σόουλ το κέρδισε με το σπαθί της.