Η έκθεση περιλαμβάνει κάπου 300 φακέλους: όνομα, ημερομηνία γέννησης και χειροτόνησης, θρησκευτική και επαγγελματική διαδρομή. Και «ανακεφαλαίωση». Ανακεφαλαίωση των σεξουαλικών κακοποιήσεων και βιασμών άνω των 1.000 παιδιών και εφήβων για τους οποίους κατηγορούνται αυτοί οι 300 ιερείς της Πενσιλβάνια.

Η δημοσιοποίηση αυτής της έκθεσης από ένα σώμα ενόρκων της αμερικανικής πολιτείας έχει έναν και μόνο στόχο: να αναδείξει ένα φαινόμενο που μόνο περιθωριακό δεν ήταν. «Γνωρίζουμε ότι ορισμένοι από εσάς έχουν ακούσει για όλα αυτά στο παρελθόν» αναφέρεται στην έκθεση των 1.356 σελίδων. «Εχουν υπάρξει κι άλλες εκθέσεις της Καθολικής Εκκλησίας για σεξουαλικές κακοποιήσεις παιδιών. Ποτέ όμως σ’ αυτή την κλίμακα. Για πολλούς από εμάς, αυτές οι ιστορίες είχαν συμβεί αλλού, μακριά από εδώ. Τώρα ξέρουμε την αλήθεια: συνέβαιναν παντού».

ΜΟΝΟ ΔΥΟ ΔΙΩΞΕΙΣ. Επί δύο χρόνια κατέθεταν δεκάδες θύματα και εξετάστηκαν 500.000 σελίδες εσωτερικών εγγράφων των ενεχομένων επισκοπών. Μόνο δύο ιερείς διώκονται. Ο ένας επειδή εκσπερμάτισε στο στόμα ενός επτάχρονου παιδιού – αναγνώρισε την ενοχή του τον περασμένο μήνα – και ο άλλος επειδή κακοποιούσε σεξουαλικά δύο αγόρια κάθε μήνα μέχρι το 2010. Οι υπόλοιπες περιπτώσεις είτε έχουν παραγραφεί, αφού χρονολογούνται πριν από την αρχή της δεκαετίας του 2000, είτε οι δράστες έχουν πεθάνει.

Εκτός από τους επισκόπους, η έκθεση καταλογίζει ευθύνη στην Καθολική Εκκλησία τουλάχιστον μέχρι την αρχή της δεκαετίας του 2000, όταν η «Boston Globe» αποκάλυψε τη συνενοχή της στα εγκλήματα. Ολοι, επίσκοποι, αρχιεπίσκοποι, καρδινάλιοι, τύγχαναν υψηλής προστασίας. Και μερικοί από αυτούς προάγονταν.

«Τα περισσότερα θύματα ήταν αγόρια, υπήρχαν όμως και κορίτσια. Ορισμένοι ήταν έφηβοι, άλλοι μικρά παιδιά. Σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν αλκοόλ και πορνογραφία… Ορισμένοι κακοποιήθηκαν διά της στοματικής οδού, άλλοι διά της κολπικής ή της πρωκτικής οδού. Παντού όμως η Εκκλησία έπαιρνε το μέρος των δραστών» τονίζεται στην έκθεση.

Η διαδικασία ήταν πάντα η ίδια. Η Εκκλησία δεν μιλούσε για βιασμούς. Οι έρευνες γίνονταν από μη εκπαιδευμένους ιερείς. Οι ενεχόμενοι ιερείς έπαιρναν μετάθεση χωρίς εξήγηση, γεγονός που τους επέτρεπε να συνεχίζουν τη δράση τους. Η χρηματοδότησή τους συνεχιζόταν κανονικά, ακόμη κι όταν είχε καταγγελθεί βιασμός. Και πάνω απ’ όλα έμενε απ’ έξω η αστυνομία.

Ατιμώρητα εγκλήματα. «Εχουμε αρρωστήσει με όλα αυτά τα ατιμώρητα εγκλήματα» αναφέρει το σώμα των ενόρκων. «Η έκθεση αυτή είναι το μοναδικό μας καταφύγιο. Θα δώσουμε στη δημοσιότητα όλα τα ονόματα και θα περιγράψουμε τι έκαναν – τόσο οι δράστες των σεξουαλικών εγκλημάτων όσο κι εκείνοι που τους προστάτευαν».

Οι περιγραφές είναι αφόρητες. Ενας ιερέας που κακοποίησε δεκαπέντε παιδιά, μεταξύ των οποίων κι ένα επτάχρονο αγόρι, δέχθηκε συγχαρητήρια από τον επίσκοπο για την «πρόοδο» που σημείωσε στον έλεγχο του «εθισμού» του. Ενας άλλος βιάζει μια νεαρή κοπέλα και την αναγκάζει να κάνει άμβλωση όταν μένει έγκυος. «Είναι μια πολύ δύσκολη στιγμή στη ζωή σας… Συμμερίζομαι τον πόνο σας» γράφει ο επίσκοπος στον… ιερέα, όχι στο θύμα. Ενας άλλος αναγκάζει τα θύματά του να του κάνουν στοματικό έρωτα εξηγώντας ότι η Παρθένος Μαρία χρειάστηκε να κόψει με τα δόντια της τον ομφάλιο λώρο του Ιησού.

Ξεφυλλίζοντας τους φακέλους, μερικοί από τους οποίους είναι απόρρητοι, φτάνει κανείς μέχρι τη δεκαετία του 1940. Ορισμένοι ιερείς αρνούνται τις κατηγορίες με γελοίες δικαιολογίες. Ενας αναγνωρίζει ότι ήταν σε ντουσιέρες με μικρά γυμνά αγόρια, αλλά ισχυρίζεται ότι δεν τα άγγιζε.

Το σώμα των ενόρκων αναγνωρίζει ότι σε έναν βαθμό τα πράγματα έχουν αλλάξει τα τελευταία 15 χρόνια. Η Εκκλησία ενημερώνει ταχύτερα τη Δικαιοσύνη όταν καταγγέλλονται κακοποιήσεις. Τα θύματα δεν είναι πια τόσο αόρατα. Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι σεξουαλικές κακοποιήσεις παιδιών συνεχίζονται.