Η απελευθέρωση των δύο ελλήνων στρατιωτικών αποτέλεσε την (πολύ) ευχάριστη έκπληξη του καλοκαιριού. Μήπως, όμως, παρά τον αρχικό αιφνιδιασμό των περισσοτέρων, ο επαναπατρισμός τους δεν ήταν τελικά τόσο απρόσμενος;

Η υπόθεσή τους είχε αρχίσει να εξαντλεί την όποια χρησιμότητά της και λόγω της διεθνοποίησης επιβάρυνε αχρείαστα το κλίμα για την Τουρκία σε διάφορα επίπεδα και fora. Αν σε άλλες περιπτώσεις το κατηγορητήριο ήταν βαρύ (ακόμη και χωρίς απτά αποδεικτικά στοιχεία), ήταν εξαιρετικά ασθενές το σενάριο δύο ένστολοι να κατασκόπευαν κάτω από τις συνθήκες που συνελήφθησαν. Επακόλουθα, συν τω χρόνω, η Αγκυρα ερχόταν όλο και συχνότερα σε θέση άμυνας, ενώ το επιχείρημα περί ανεξάρτητης Δικαιοσύνης αποδυναμωνόταν εξίσου.

Είναι, επίσης, σημαντικό ότι η ελληνική πλευρά δεν ενέδωσε στις πιέσεις (και της κοινής γνώμης), μπαίνοντας σε λογικές ανταλλαγής (με τους οκτώ «πραξικοπηματίες» ή τους εννέα «τρομοκράτες» που σχεδίαζαν τη δολοφονία του Ερντογάν), ωστόσο, θα φανεί το επόμενο χρονικό διάστημα αν προηγήθηκε κάποια συμφωνία, επί παραδείγματι στη διαχείριση του αυξανόμενου αριθμού τούρκων αντιφρονούντων (γκιουλενιστές κατά το καθεστώς Ερντογάν) που συρρέουν στην ελληνική επικράτεια.

Τρίτον, η κίνηση αυτή είναι μηδενικού κόστους, αλλά με προοπτική αρκετών παράπλευρων ωφελειών. Το άνοιγμα που συντελείται προσεκτικά μεν, ευδιάκριτα δε μετά τις εκλογές της 24ης Ιουνίου προς την ΕΕ διεκολύνεται, εφόσον η τελευταία έχει θέσει ως προϋπόθεση εξομάλυνσης των σχέσεων την επαναφορά στο κράτος δικαίου (ασφαλώς απέχουμε πολύ από αυτό) και τον τερματισμό της εργαλειοποίησης συλλήψεων και φυλακίσεων ευρωπαίων πολιτών. Κάνοντας μία έστω δειλή αρχή, προσφέρεται φύλλο συκής και στις Βρυξέλλες για την επανέναρξη ενός ουσιαστικού διαλόγου. Εξάλλου, η μεν ΕΕ θέλει να αποφύγει την έκθεσή της σε τυχόν παρατεταμένη νομισματική και τραπεζική κρίση της γείτονος και να αξιοποιήσει τη συγκυρία για να θέσει τους όρους της, η δε Τουρκία συνειδητοποιεί με οδυνηρό τρόπο τις συνέπειες ενός ταυτόχρονου μετώπου με Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες.

Ο δρ Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής ΙΔΙΣ & συγγραφέας του βιβλίου «Τουρκία, Ισλάμ, Ερντογάν»