Για κάποιον όχι ακριβώς ανεξήγητο λόγο, εδώ και λίγα χρόνια, η τάση να μετατρέπεται σε είδηση όχι μόνο ένα κρίσιμο γεγονός ή μια αμφιλεγόμενη γνώμη αλλά και ο δημοσιογράφος που τα μεταδίδει ή τα εκφέρει και το στυλ του (με την όλη συζήτηση να αποκτά χαρακτήρα σχεδόν ενδογαμικό για τη δημοσιογραφία) σαν να έχει αυξηθεί λιγάκι. Να φταίει άραγε η κρίση, η κοινωνική πόλωση και η στάση των μέσων που ευνοούν τα σχόλια και τα ξομπλιάσματα; Να παίζει ρόλο η σύγκλιση της τηλεόρασης και του Τύπου με τα social media και με την πληθώρα απόψεων στην επικράτειά τους; Πλέον είναι αρκετά εύκολο για έναν παρουσιαστή να σχολιαστεί ακόμα και για έναν συνδυασμό σακακιού με All-Star, για τις γκριμάτσες του ή για μια θεματική φωτογράφισή του ανήμερα μιας εθνικής γιορτής. Αν τύχει δε και παντρευτεί με συνάδελφό του, το θέμα δεν θα πέσει κάτω. Υπό ιδανικές συνθήκες εξάλλου, όλα αυτά μπορεί να χαρακτηριστούν ανώδυνα ή να φέρουν νούμερα. Καμιά φορά όμως τα πράγματα σοβαρεύουν.

Ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος γεννήθηκε το 1979. Σε βιογραφικά ή συνεντεύξεις του δηλώνει θρέμμα της Πλατείας Αμερικής, μεγαλωμένος σε ένα σπίτι με βιβλιοθήκες ως το ταβάνι, απόφοιτος της Σχολής Μωραΐτη, μέλος της εφηβικής μπάντας 2CV αλλά και αριστούχος του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Παντείου και κάτοχος μεταπτυχιακού Αναλυτικής Φιλοσοφίας από το King’s College του Λονδίνου. Στην ίδια πόλη εργάστηκε και ως «σύμβουλος επικοινωνίας και business development» για την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, ενώ αργότερα παρακολούθησε μαθήματα μακροοικονομικών στο London Business School. Eπέστρεψε, πήγε φαντάρος και τα πρώτα, πιο σταθερά επαγγελματικά βήματα τα έκανε στον ραδιοφωνικό σταθμό Flash και στο free press «FAQ» του Θανάση Λάλα. Η ευρυμάθεια και η πληθωρικότητα ήταν από τους πρώτους χαρακτηρισμούς που του αποδόθηκαν. Μετά τη συνεργασία του με το κανάλι του Φαλήρου και τις εκπομπές «Ευθέως», «Προβοκάτσια Τιβί» ή «Σκάι στις 3», προστέθηκαν και μερικά ακόμα.

Δοκησίσοφος, ματαιόδοξος και «ποζεράς»; Ή αυθόρμητος, περφόρμερ αμερικανικού τύπου και διαβασμένος σε τομείς που αρκετοί συνάδελφοι θα έπαιρναν κάτω από τη βάση; Κάτι τέτοια είναι ενίοτε υποκειμενικά. Οι δε λογοτεχνικές φιλοδοξίες του ανδρός, εκφρασμένες στην ποιητική συλλογή «ΟΝ» (Γαβριηλίδης), που τόσο συζητήθηκε, συνιστούν κάτι παραπάνω από δικαίωμα. Τα δάκρυα σε εκπομπή γερμανικού καναλιού ενόψει του δημοψηφίσματος του 2015, ομοίως. Σαν να αδυνατίζουν όμως οι όποιες υπερασπιστικές γραμμές, όταν ο Μπογδάνος, σε ένα σχόλιό του για τη Μάγδα Φύσσα και τον Γιώργο Ρουπακιά, χαρακτήρισε τη μεν «λυτή», τον δε «ράκος». Κάτι το μάλλον γραμμικό υπάρχει στη σύνδεση της εξέγερσης του Πολυτεχνείου με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Σύμφωνοι: εκείνη η συνέντευξη όπου ο Νίκος Μιχαλολιάκος επέβαλε τους δικούς του, άγριους όρους, μια άλλη με τον Βύρωνα Πολύδωρα να γουρλώνει τα μάτια με όσα άκουγε, ή μία ακόμα που προκαλούσε θυμηδία στον Νίκο Μαστοράκη, θα πρέπει να κριθούν με όρους επιτυχίας ή αποτυχίας. Τι γίνεται όμως όταν στη μέση μπαίνει η δεοντολογία;

Ας επιτραπεί εδώ η γνώμη ότι η δεοντολογία δεν έμεινε εντελώς ανέγγιχτη από την επίμαχη δήλωση που επέφερε την απόλυση του δημοσιογράφου: ο Μπογδάνος δεν έκανε κάποια γενική αναφορά στις χιλιοτραγουδισμένες σχέσεις της Αριστεράς με την τρομοκρατία. Η φράση «ο Λουκάς Παπαδήμος χτυπήθηκε από πρώην συντρόφους του έλληνα Πρωθυπουργού» ίσως δεν απέχει πολύ από το συμπέρασμα ότι ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει τους υπαίτιους, ότι έχει συνεργαστεί μαζί τους και ότι πλέον μπορεί να τους καλύπτει. Και αν όλα αυτά είναι νομικά ζητήματα, τα λόγια του Μπογδάνου σίγουρα δεν ήταν καθαρή διατύπωση πολιτικής γνώμης. Ο Σκάι έκανε λόγο για «ανάρμοστες και αδόκιμες αναφορές» και ανακοίνωσε την απόλυση χωρίς να επεκταθεί. Το Μέγαρο Μαξίμου είπε πράγματα του στυλ «δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Μπογδάνος μπερδεύει μέσα στο παραλήρημά του την ενημέρωση με την προπαγάνδα, τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, τη συκοφαντία και τις ύβρεις», ενώ αναφέρθηκε «στο ήθος και το ύφος του». Σε αναρτήσεις ή συνεντεύξεις του, ο δημοσιογράφος υποστήριξε ότι ο σταθμός δεν του επέτρεψε να στηρίξει τα λεγόμενά του και ότι όλα ξεκίνησαν «κατόπιν όχλησης Μαξίμου». Υποσχέθηκε δε να επανέλθει με μήνυση στον συντάκτη της πρωθυπουργικής ανακοίνωσης και έδωσε «ραντεβού στα ειδησάδικα».

Το θέμα συνεχίστηκε και λογικά θα συνεχιστεί. Ο άνθρωπός μας δεν είναι άμαθος από συγκρουσιακές καταστάσεις –αν και διαφορετική περίπτωση, το ξυλοκόπημα που είχε δεχτεί στην οδό Ζωοδόχου Πηγής δεν ξεχνιέται. Την Παρασκευή πάντως αναφέρθηκε στα «συριζοαριστεροειδή υπαλληλάκια, τους α λα καρτ φιλελέδες και λοιπούς, που σπεύδουν να μου αμφισβητήσουν τη δημοσιογραφική ιδιότητα», ενώ αργότερα επέστρεψε μέσω του marketnews.gr, παρουσιάζοντας «στοιχεία για τους (πρώην;) συντρόφους, που ο Σκάι δεν άντεξε να βγάλει»: αφού απαρίθμησε κυβερνητικούς βουλευτές που υπόγραψαν δήλωση υποστήριξης στην Ηριάννα Β. Λ. (την υποψήφια διδάκτορα η οποία καταδικάστηκε και φυλακίστηκε ως μέλος τρομοκρατικής οργάνωσης, χωρίς, σύμφωνα με την υπεράσπιση, επαρκή στοιχεία), κατόπιν αναφέρθηκε στη γενεαλογία της τρομοκρατίας στην Ελλάδα ώστε να αποδείξει σχέσεις με την κυβέρνηση και κατέληξε με τη φράση «λίγη τσίπα, Τσίπρα. Θα απολύσεις δημοσιογράφους, αλλά όχι την αλήθεια». Το αν αγνόησε το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη στην περίπτωση της Ηριάννας Β. Λ., είναι επίσης νομικό ζήτημα. Με τα πολλά όμως, όταν τα πράγματα πάνε από τον ντόρο και τα ξομπλιάσματα, στη δεοντολογία και την τεκμηρίωση πληροφοριών, εκείνη η μετατροπή των δημοσιογράφων και του στυλ τους σε είδηση που λέγαμε στην αρχή, μοιάζει απλώς ένα επουσιώδες κομμάτι της υπόθεσης.