Η συμφωνία των Πρεσπών για το όνομα της ΠΓΔΜ βρίσκει απέναντί της την πλειονότητα των ελλήνων πολιτών, ενώ και στη γειτονική μας χώρα το κλίμα δεν είναι ιδιαίτερα θερμό. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όσοι αντιτίθενται στη συμφωνία, για τους δικούς του λόγους ο καθένας, πολιτικούς ή συναισθηματικούς, είναι υποκινούμενοι, ότι υπακούουν σε κελεύσματα σκοτεινών κέντρων ή, ακόμη χειρότερα, ότι χρηματίζονται.

Σημαίνει επίσης ότι εάν διαπιστώνεται έκνομη δραστηριότητα από τις Αρχές της μιας ή της άλλης χώρας, αυτή θα πρέπει να στοιχειοθετείται με αποδείξεις. Δεν νοείται ο πρωθυπουργός της μιας χώρας να διατυπώνει κατηγορίες για έλληνες επιχειρηματίες που επιχειρούν να εξαγοράσουν πολίτες με σκοπό την υπονόμευση της συμφωνίας και αυτές οι κατηγορίες να εκτοξεύονται στον αέρα. Και δεν νοείται οι σχέσεις δύο χωρών να διαταράσσονται με απελάσεις διπλωματών χωρίς σαφείς ενδείξεις για τη δραστηριότητά τους.

Η συμφωνία αυτή έχει απέναντί της πολλούς που την αντιστρατεύονται. Οι εμπνευστές της, οι πρωθυπουργοί της Αθήνας και των Σκοπίων, υποστηρίζουν ότι έχει απέναντί της και κάποιους που την εχθρεύονται. Ενδεχομένως. Οσο όμως δεν στοιχειοθετούν τον ισχυρισμό αυτό, δεν θα κατασκευάζουν απλώς εχθρούς. Θα κυνηγούν φαντάσματα. Και το κυνήγι φαντασμάτων, μαζί με όλα όσα αρνητικά συνεπάγεται, την καχυποψία, την αίσθηση της αδικίας, την οργή για κατηγορίες που δείχνουν ανυπόστατες, είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζονται αυτή τη στιγμή οι δύο γειτονικές χώρες και οι πολίτες τους.