Οταν γεννήθηκε η Αλίκη Γιωτοπούλου – Μαραγκοπούλου, οι γυναίκες, στην Ελλάδα, έκαναν μπάνιο σε διαφορετικές παραλίες από τους άνδρες. Φυσικά δεν είχαν το δικαίωμα ούτε του εκλέγειν ούτε του εκλέγεσθαι. Οταν η Αλίκη έγινε ενός έτους, η Καλλιρρόη Παρρέν –η πρώτη ελληνίδα φεμινίστρια –ήταν εξόριστη στην Υδρα για τις απόψεις της και τη στήριξή της στο γυναικείο κίνημα, αφού προηγουμένως είχε λοιδορηθεί, διαπομπευθεί και κακοποιηθεί ακόμη και σωματικά από «αγνώστους» που εξοργίζονταν ακόμη και στη διατύπωση του δικαιώματος της ισοτιμίας των δύο φύλων. Οταν πήγε στο Δημοτικό, η στοιχειώδης εκπαίδευση δεν ήταν υποχρεωτική για τα κορίτσια, και όταν μπήκε, σε ηλικία δεκαεπτά ετών, στη Νομική, οι πανεπιστημιακές σπουδές ήταν, για τις γυναίκες, επαναστατική πράξη.

Η Αλίκη Γιωτοπούλου – Μαραγκοπούλου έζησε σε εποχές που οι γυναίκες υπολείπονταν σε δικαιώματα από τους άνδρες όχι λόγω παραδόσεων, αλλά πρακτικά, στα χαρτιά. Θεωρούνταν, και με τη βούλα του Συντάγματος, πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Η Αλίκη δεν πάλεψε για να αλλάξει νοοτροπίες, αλλά νομοθεσίες. Ο «εχθρός» δεν ήταν ο «άνδρας πετεινός» που νομίζει ότι μπορεί να χειραγωγεί κοτέτσια, αλλά το ίδιο το κράτος. Ο φεμινισμός για εκείνη δεν ήταν καταγγελτική γυμναστική (όπως πολλές παρεκτροπές του #Metoo), αλλά αγώνας επιβίωσης και ουσιαστική επανάσταση. Και φαντάζομαι πως αν το μόνο που θα είχαν να αντιμετωπίσουν εκείνη και τα άλλα, ελάχιστα, κορίτσια που φοιτούσαν στη Νομική, ανάμεσα σε εκατοντάδες αγόρια, ήταν τα πειράγματα με σεξουαλικά υπονοούμενα, θα τους φαινόταν πολυτέλεια. Δεν τη φαντάζομαι να καίει το σουτιέν της και από τα λεγόμενά της συμπεραίνω ότι δεν θεωρεί τις γυναίκες είδος υπό προστασία που απειλείται από την αρσενική λαθροθηρία. Η Αλίκη Γιωτοπούλου – Μαραγκοπούλου αφιέρωσε τη ζωή της για να κατοχυρώσει το ότι οι γυναίκες είναι ίσες με τους άνδρες και όχι για να δαιμονοποιήσει το άλλο φύλο. Και γι’ αυτό πρέπει να την ευγνωμονούμε και τα δύο φύλα.