Η Τουρκία βαδίζει προς τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές της 24ης Ιουνίου. Και ενδεχόμενου επαναληπτικού γύρου προεδρικών στις 8 Ιουλίου.

Το «προεδρικό» σύστημα πέρασε στην Τουρκία με οριακή πλειοψηφία τον Απρίλιο του 2017, όπως είναι γνωστό σε όλους, περιορίζοντας τον ρόλο του Κοινοβουλίου, με την εκτελεστική να δίνεται στον πρόεδρο. Παρ’ όλο που ο Ερντογάν χρησιμοποιεί και σήμερα de facto «προεδρικές», και ασκεί και την κοινοβουλευτική εξουσία μέσω διαταγμάτων, το προεδρικό σύστημα θα τεθεί σε ισχύ «νομότυπα» μετά τις επερχόμενες εκλογές.

Για να κατανοήσουμε τη δυναμική των εκλογών πρέπει να κάνουμε μία αναδρομή στα 16 χρόνια που το ΑΚΡ κυβέρνησε μόνο του και όχι με συμμάχους.

Η Τουρκία βρισκόταν σε πολιτική και οικονομική κρίση το 2001. Κανένας παράγοντας αστικών κομμάτων δεν είχε τη δύναμη να υλοποιήσει το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και διάλυσης του κοινωνικού κράτους όπως απαιτούσαν οι επιταγές του καπιταλιστικού συστήματος. Υπό αυτές τις συνθήκες ιδρύθηκε το ΑΚΡ , για να ξεπεράσει αυτή την κρίση, ως κοινή επιλογή των καπιταλιστών της Τουρκίας, των ΗΠΑ και της ΕΕ, και ο Ερντογάν επελέγη ηγέτης του. Το σχέδιο ήταν ότι ένας αντιδραστικός και ταυτόχρονα νεοφιλελεύθερος ηγέτης θα μεταμόρφωνε την Τουρκία στα ιμπεριαλιστικά πρότυπα.

Η κυβέρνηση του ΑΚΡ ήταν πράγματι εξαιρετικά επιτυχημένη τα 16 χρόνια για τα συμφέροντα που υπηρετούσε. Διέλυσε το κοινωνικό κράτος και ιδιωτικοποίησε όλη τη δημόσια περιουσία. Σχεδόν το σύνολο των δημόσιων επιχειρήσεων που εξασφάλιζαν το μέλλον της Τουρκίας πέρασαν στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Οι εργατικές οργανώσεις και ο συνδικαλισμός εξουδετερώθηκαν.

Ο αντιδραστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας και η διάλυση του κοσμικού χαρακτήρα του κράτους ήταν απαραίτητα για την εφαρμογή αυτής της πολιτικής και επιτεύχθηκαν με την εγκαθίδρυση της εξουσίας ενός κόμματος.

Από την άλλη πλευρά, το κεφάλαιο της Τουρκίας διέκρινε την αλλαγή των ισορροπιών εντός του ιμπεριαλιστικού συστήματος και ακολούθησε μια πολιτική εξισορρόπησης μεταξύ του δυτικού ιμπεριαλισμού και του μπλοκ Κίνας – Ρωσίας. Ο δυτικός ιμπεριαλισμός άρχισε να κάνει διορθωτικές παρεμβάσεις στην πορεία της Τουρκίας μετά το 2013.

Ο Ερντογάν με τη ρητορική του και το πολιτικό του στυλ, που πρέπει άμεσα να εξαφανιστεί, έχει μετατραπεί σε ένα μισητό πρόσωπο τουλάχιστον για το 50% της κοινωνίας. Ο Ερντογάν έχει συγκεντρώσει και θεμελιώσει μία ομάδα υποστηρικτών γύρω από ένα ισλαμικό και πρόσφατα εθνικιστικό πρότυπο. Ενας άλλος λόγος για την υποστήριξη που απέκτησε ο Ερντογάν ήταν η ψευδαίσθηση μιας περιόδου αναβάθμισης του βιοτικού επιπέδου που δημιουργήθηκε μέσω των ξένων χρεών. Ομως το μέτωπο υπέρ του Ερντογάν άρχισε να διαλύεται λόγω υποτίμησης και της επαπειλούμενης κρίσης που προκλήθηκε από την αδυναμία αποπληρωμής των ξένων χρεών.

Το AKP και το Κόμμα Εθνικιστικής Κίνησης (MHP) συμμετέχουν στις εκλογές ως Συμμαχία του Λαού, ενώ το Δημοκρατικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), το Καλό Κόμμα (iyiP) και το Κόμμα Felicity (SP) αποτελούν Συμμαχία του Εθνους. Το φιλοκουρδικό HDP κόμμα δεν πήρε μέρος σε καμία από αυτές.

Λαμβάνοντας υπόψη το εκλογικό όριο του 10%, είναι πιθανό, αν το HDP καταφέρει να το ξεπεράσει, ότι το AKP θα χάσει την κοινοβουλευτική του πλειοψηφία.

Στις προεδρικές εκλογές αναμετρόνται έξι υποψήφιοι. Ο Μουχαρέμ Ιντζέ, ο υποψήφιος της CHP, μετατράπηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα στη μεγαλύτερη ελπίδα εκείνων που θέλουν να απαλλαγούν από τον Ερντογάν. Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δίνουν 45% στον Ερντογάν και περίπου 30% στον Ιντζέ. Ο Ιντζέ μπορεί επομένως να συγκεντρώσει τις ψήφους της αντιπολίτευσης σε έναν ενδεχόμενο δεύτερο γύρο.

Η αντικατάσταση του Ερντογάν που οδηγεί τη χώρα σε μία εύθραυστη κατάσταση μπορεί να ευνοηθεί από την καπιταλιστική τάξη της Τουρκίας, παρά τις υπηρεσίες που προσέφερε στο κεφάλαιο στο παρελθόν. Μεταξύ κομμάτων και υποψηφίων δεν υπάρχει ουσιώδης διαφορά. Ωστόσο θα πρέπει να υπολογιστούν και πιθανές εκλογικές παρεμβάσεις εκ μέρους του Ερντογάν που έχει γίνει ιδιαίτερα ισχυρός.

Στις εκλογές μπαίνει και το ΚΚ Τουρκίας με ανεξάρτητους υποψηφίους μετά την κυβερνητική απόφαση αποκλεισμού του από τις εκλογές. Με στόχο πέρα από τα ποσοστά, την σοσιαλιστική εναλλακτική απέναντι στο δίλημμα που αντιμετωπίζουν οι ψηφοφόροι για ένα μέλλον με ή χωρίς τον Ερντογάν.

O Erhan Nalçaci γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1961 και αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Hacettepe. Είναι 15 χρόνια καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αγκυρας και μέλος του ΚΚ Τουρκίας