Ο Νίτσε κατηγορούσε αυτούς που συμπονούσαν τους αδύναμους. Ελεγε πως αυτή η συνεχής συμπόνια μετατρέπεται σε ευχαρίστηση για τον πόνο του άλλου. Ο γερμανός φιλόσοφος προέτρεπε τον θαυμασμό των δυνατών κι ας εξέπεμπαν οίηση, γιατί είναι αυτοί πηγαίνουν τον κόσμο μπροστά.

Η ειρωνεία είναι πως στα 44 του χρόνια έχασε τα λογικά του συμπονώντας ένα άλογο που το μαστίγωνε ο ιππέας του και έσπευσε να το αγκαλιάσει. Μόνο που το ζώο και ο αναβάτης αποτελούσαν μπρούντζινη δημιουργία.

Η Ρεάλ Μαδρίτης έδειξε μια άνευ προηγουμένου αλαζονεία διαπραγματευόμενη και τελικά φτάνοντας σε συμφωνία με τον προπονητή της Εθνικής Ισπανίας Γιουλέν Λοπετέγκι, παραμονή της έναρξης του Μουντιάλ και του πρώτου αγώνα των Φούριας Ρόχας στη διοργάνωση.

Αυτή η έπαρση είναι απόλυτα δικαιολογημένη από τη νιτσεϊική θεωρία γιατί προκαλείται από τη δύναμη του μαδριλένικου συλλόγου.

Παρά την άνευ προηγουμένου αναταραχή που προκάλεσε στους κόλπους ενός εκ των φαβορί για την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου, κανένας από τους ισπανούς αγκιτάτορες δεν τόλμησε να της ρίξει το ανάθεμα. Ολη η αχλή έπεσε πάνω στον προπονητή που διαπραγματεύτηκε και τελικά συμφώνησε. Αυτός ήταν που τιμωρήθηκε, αυτός που αναθεματίστηκε. Η Ρεάλ λειτούργησε όπως θα έπρεπε στη δική της θέση: υπερασπίστηκε τα συμφέροντά της έστω και με τραχύ τρόπο, επιβεβαιώνοντας το βίβερε περικολοζαμέντε που περιβάλλει όλους τους μεγάλους.

Στην αγαπημένη μου ελληνική προσομοίωση φαντάζομαι πως αναλόγως του συλλόγου που θα λειτουργούσε όπως η Ρεάλ θα ήταν και οι αντιδράσεις. Σε καμία περίπτωση πάντως η ομοσπονδία δεν θα τύγχανε στήριξης.

Γιατί, πείτε μου, πόσοι στην Ελλάδα πιστεύουν πως η Εθνική είναι πάνω από τους συλλόγους; Μόνο όσοι δεν ασχολούνται με το ποδόσφαιρο. Αυτά τα αυτονόητα για άλλους θεωρούνται στην ημεδαπή δύσκολες εξισώσεις με τις οποίες ουδέποτε ασχολήθηκε κανείς να τις λύσει. Είτε γιατί δεν μπορεί, που είναι και το πιο πιθανό, είτε γιατί δεν θέλει.