Είδα δεκάδες βίντεο και φωτογραφίες από την επίθεση εναντίον του Γιάννη Μπουτάρη. Ακουσα δεκάδες αδιανόητα συνθήματα και βρισιές. Προδότη, χολέρα, τουρκόσπορε, βρωμότουρκε, πουστάρα, σκουλήκι, παραιτήσου, είσαι για κρεμάλα, φύγε από εδώ, Μπουτάρη αλήτη η πόλη μας ανήκει. Είδα να ξετυλίγεται μπροστά μου το πρόσωπο του φασισμού.

Και μετά, είδα τη συγκλονιστική στιγμή που ο λόγος του μίσους μετασχηματίζεται σε φασιστική πράξη. Εκατοντάδες πρόσωπα, ανάμεσά τους ανέμελα νεαρά ζευγάρια που σταμάτησαν να φλερτάρουν, άρχισαν να κραυγάζουν: «φύγε φύγε». Η ιαχή ήταν το εναρκτήριο λάκτισμα. Μερικές δεκάδες κινήθηκαν εναντίον του Μπουτάρη. Βρίζοντας, πετώντας αντικείμενα, προπηλακίζοντας, κλωτσώντας, γρονθοκοπώντας. Με την πλήρη ανοχή του πλήθους, που σιωπηρά συμφωνούσε. Η πιο χαρακτηριστική στιγμή ήταν όταν ο Μπουτάρης σκόνταψε και έπεσε. Δεν τα παράτησε. Σηκώθηκε όρθιος και συνέχισε να περπατάει, στέλνοντας το δικό του μήνυμα.

Λίγο αργότερα είδα τις δηλώσεις του ακροδεξιού εσμού. Ο Παναγιώτης Ψωμιάδης δήλωσε ότι ο Μπουτάρης έχει ξεπουλήσει τη Μακεδονία και τον αποκάλεσε «αυτή η χολέρα, αυτό το τραβέλι το πολιτικό». Ο Γιώργος Καρατζαφέρης έγραψε ότι «οι προκλήσεις του Μπουτάρη δεν έμειναν αναπάντητες. Οι Πόντιοι αντέδρασαν. Ας πρόσεχε». Ο Κυριάκος Βελόπουλος θριαμβολόγησε γράφοντας: «ΕΙΣΤΕ ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟΙ ΜΙΣΕΛΛΗΝΕΣ». Διάβασα και τα σχόλια στο Διαδίκτυο. Πού κρύβεται όλο αυτό το μίσος, ο θυμός, η μνησικακία; Πού θα παροχετευτεί;

Θυμήθηκα τη Χάνα Αρεντ που είχε μιλήσει για την κοινοτοπία του κακού και που είχε γράψει ότι «η βία είναι βουβή: αρχίζει εκεί που σταματάει ο λόγος». Προσπάθησα, για λόγους αυτοπροστασίας, να σταματήσω να σκέφτομαι όσα έγραψα, αλλά κάτι μέσα μου έλεγε ότι αυτά που έγιναν με τον Μπουτάρη τα είχα ξαναδεί, τα είχα ξαναζήσει.

Και τότε θυμήθηκα την αποφράδα Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011. Θυμήθηκα ότι η παρέλαση της Θεσσαλονίκης ματαιώθηκε και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας αποχώρησε ύστερα από εισβολή ταγμάτων εφόδου του ΣΥΡΙΖΑ, της Χρυσής Αυγής, των «αγανακτισμένων» και οπαδών της θύρας 10 του Ηρακλή. Ανάμεσα σε εκείνους που πρωτοστάτησαν ήταν και ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Τάσος Κουράκης, που έκανε και σχετικές δηλώσεις. Τα συνθήματα παρόμοια. «Παπούλια προδότη, η χούντα δεν τελείωσε το ’73». Ξεχώριζε ένα πανό που έγραφε «μαζί με τις γραβάτες, φορέστε και κουκούλες. Προδότες».

Θυμήθηκα και άλλα. Ο εκπρόσωπος Τύπου του Συνασπισμού Πάνος Σκουρλέτης είχε υποστηρίξει ότι οι χουλιγκανισμοί αποτέλεσαν τον «καλύτερο φόρο τιμής» στην επέτειο. Ο εκπρόσωπος του Συνασπισμού δεν θέλησε να αποδοκιμάσει το σύνθημα «Παπούλια προδότη, παραιτήσου», λέγοντας ότι οι διαμαρτυρόμενοι «ήθελαν να μπει τέλος στον κατήφορο της χώρας», και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «έχει σπείρει ανέμους και θερίζει θύελλες».

Θυμήθηκα το αποκορύφωμα, τις δηλώσεις του Μανώλη Γλέζου, ότι «στη Θεσσαλονίκη σήμερα αποκαταστάθηκε το πραγματικό νόημα της 28ης Οκτωβρίου. Η κυβέρνηση υποχρέωσε τον πρόεδρο της Δημοκρατίας να αποσυρθεί, δηλαδή, το επίσημο κράτος αποσύρθηκε και οι πολιτικοί λαϊκοί φορείς παρελαύνουν μπροστά στον ίδιο το λαό. Το νόημα της 28ης αποκαθίσταται».

Είχε βέβαια προηγηθεί, λίγους μήνες πριν, ο Αλέξης Τσίπρας, που δήλωνε ότι «καταδικάζουμε τη βία, αλλά αντιλαμβανόμαστε την αγανάκτηση όλων εκείνων που αντιδρούν βίαια απέναντι στη βία του Μνημονίου».

Καταφύγιό μου και πάλι η Χάνα Αρεντ, που είχε μιλήσει με τεράστιο διανοητικό θάρρος για τη διφυή και δισυπόστατη, αριστερή και δεξιά, μορφή του ολοκληρωτισμού και είχε γράψει ότι «εφόσον ο τελικός σκοπός της ανθρώπινης πράξης ποτέ δεν μπορεί να προβλεφθεί με βεβαιότητα, τα μέσα που χρησιμοποιούνται προς επίτευξη πολιτικών στόχων τις περισσότερες φορές έχουν μεγαλύτερη σημασία για τον μελλοντικό κόσμο απ’ ό,τι οι επιδιωκόμενοι στόχοι».

Ο Πέτρος Παπασαραντόπουλος είναι εκδότης και συγγραφέας