Εχω υποστηρίξει ότι μόνο αν ο ΣΥΡΙΖΑ θητεύσει στην αντιπολίτευση και αναλόγως με το τι θα πράξει θα φανεί αν κανονικοποιείται ή όχι. Μισή αλήθεια. Η κανονικοποίησή του θα εξαρτηθεί και από το τι είδους πολιτική θα ασκήσει στην τελευταία περίοδο της κυβερνητικής του θητείας και στην προεκλογική περίοδο. Και απ’ ό,τι δείχνει η επίθεσή του κατά των εφημερίδων «ΤΑ ΝΕΑ» και «Το Βήμα», «ο λύκος κι αν εγέρασε» κ.λπ., κ.λπ. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ονόμασε «σκουπιδότοπο» «ΤΑ ΝΕΑ και «Το Βήμα», ενώ ο διευθυντής Γραφείου του Πρωθυπουργού τα θεωρεί «συστοιχία χημικού και βιολογικού πολέμου, πυροβολαρχία θανάτου –της δημοσιογραφίας, της αλήθειας, της προσωπικότητας αθώων, της ενημέρωσης του πολίτη».

Αυτά είναι δείγμα κανονικοποίησης; Στις δημοκρατικές ευρωπαϊκές κοινωνίες όλοι όσοι αντιμετωπίζουν έτσι τον Τύπο χαρακτηρίζονται ως μη κανονικοί. Εδώ χαρακτηρίζονται ως εν δυνάμει σοσιαλδημοκράτες. Πολλαπλασιάζονται οι φωνές που θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον ένα κόμμα με το οποίο η Κεντροαριστερά πρέπει να συγκροτήσει ένα νέο πόλο εξουσίας. Απεχθάνομαι τη δίκη προθέσεων. Αν εξαιρέσω βεβαίως τους αντιπαθέστατους για μένα πολιτικούς «τακτικιστές», με ενδιαφέρουν απόψεις και θέσεις σοβαρών επιστημόνων.

Εδώ τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα. Είναι αλήθεια πως στην Ευρώπη έχουν κατά καιρούς υπάρξει συμμαχικές κυβερνήσεις της σοσιαλδημοκρατίας με τη ριζοσπαστική Αριστερά. Το Left Alliance και το Green League στη Φινλανδία, το Left-Green Movement στην Ισλανδία, το Danish Social Liberal Party και το Socialist People’s Party στη Δανία, οι Πράσινοι στη Γερμανία έχουν συμμετάσχει και συμμετέχουν και σήμερα (Σουηδία) σε κυβερνήσεις συνεργασίας με τους σοσιαλδημοκράτες.

Εδώ όμως υπάρχουν πολλά μεγάλα αλλά. Το πρώτο αφορά ότι οι ριζοσπάστες ήσαν πάντα μειοψηφία και έτσι δεν επικαθόριζαν την πολιτική αυτών των κυβερνήσεων. Δεύτερον, δεν είχαν κυβερνήσει ποτέ μόνοι τους. Τρίτον, δεν άσκησαν ποτέ αντιπολιτικές και λαϊκιστικές πιέσεις στα λεγόμενα αστικά κόμματα. Τέταρτον, δεν ήσαν κομμουνιστογενή κόμματα. Ετσι αν και ασκούσαν –και ασκούν –κριτική στη φιλελεύθερη δημοκρατία ποτέ δεν αποδέχθηκαν τη λενινιστική αρχή «έχουμε την κυβέρνηση, όχι όμως και την εξουσία». Ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ δεν καλύπτει κανένα από αυτά τα τέσσερα αλλά. Οσοι λοιπόν προστρέχουν να τον κανονικοποιήσουν, μη λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, μάλλον λειτουργούν ως κεντροαριστερές κολυμβήθρες του.

Από την άλλη, βεβαίως, είναι καινοφανής και η άποψη που καλεί σήμερα την κεντροαριστερή αντιπολίτευση να μην ψηφίζει ακόμη και νομοσχέδια που αφορούν ατομικά δικαιώματα, τα οποία αποτελούν και τον πυρήνα της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής. Αλλά όσο και να ήθελα δεν θα μπορούσα να ανακαλύψω καλύτερο επιχείρημα για τον δογματισμό αυτής της άποψης από την κριτική που άσκησε βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής στον Ευάγγελο Βενιζέλο για την τοποθέτησή του υπέρ της υπερψήφισης του νομοσχεδίου για την αναδοχή από ομόφυλα ζευγάρια. Τον κατηγόρησε πως η επιστημονική του άποψη αναιρεί την πολιτική του θέση (sic)! Ποτέ σ’ αυτόν τον τόπο δεν χρειαζόταν μεγαλύτερη σύζευξη πολιτικής και επιστήμης. Και όμως…