Η λελογισμένη κατάτμηση της Β’ Αθηνών συμβάλλει στον εξορθολογισμό του πολιτικού συστήματος. Επιτρέπει να λειτουργεί η σχέση αντιπροσώπευσης μεταξύ των βουλευτών και των πολιτών και να αναδεικνύονται καλύτερα τα περιφερειακά προβλήματα και ανάγκες. Διευκολύνει να δοκιμάζονται στην πολιτική νέα πρόσωπα, δίχως ισχυρή οικονομική υποστήριξη και εξαρτήσεις.

Βεβαίως, μία τέτοια κατάτμηση καθορίζει εκ νέου τις εκλογικές περιφέρειες της χώρας. Το Σύνταγμα αποθαρρύνει να γίνονται τέτοιες αλλαγές αιφνιδιαστικά ή με κοντόφθαλμη οπτική. Γι’ αυτό ορίζει ό,τι ισχύουν από τις μεθεπόμενες εκλογές. Μόνη εξαίρεση, εάν τουλάχιστον 200 βουλευτές ψηφίσουν ειδική διάταξη προκειμένου η αλλαγή να ισχύσει από τις επόμενες εκλογές (άρθρο 54 παρ.1).

Η ίδια συνταγματική ρύθμιση ισχύει και για το εκλογικό σύστημα. Θυμίζουμε ότι η απλή αναλογική (χωρίς το μπόνους στο πρώτο κόμμα) ψηφίστηκε το 2016 δίχως να επιτευχθεί αυξημένη πλειοψηφία. Επομένως, θα ισχύσει από τις μεθεπόμενες εκλογές. Εκτός φυσικά αν θεσπισθεί νεότερος νόμος. Τέτοιος νόμος μπορεί να ψηφιστεί και σήμερα. Μπορεί δηλαδή να προταθεί διάταξη η οποία θα ορίζει ότι η κατάργηση του μπόνους θα ισχύσει από τις προσεχείς εκλογές. Εάν λάβει τουλάχιστον 200 θετικές ψήφους, αυτό και θα ισχύσει.

Ετσι βέβαια τα πράγματα γίνονται πιο σύνθετα. Διότι ενώ η κατάτμηση της Β’ Αθηνών δεν εγείρει σοβαρές επιφυλάξεις, το εκλογικό σύστημα είναι αντικείμενο ζωηρής πολιτικής συζήτησης. Με ευρύτερες προεκτάσεις σχετικά με τη λογοδοσία των κυβερνώντων και, γενικότερα, την αποτελεσματικότητα των δημοκρατικών θεσμών.

Εάν συντρέξει τέτοια περίπτωση, θα ήταν πλέον πρόσφορο τα δύο ζητήματα (εκλογικό σύστημα και περιφέρειες) να τεθούν αυτοτελώς. Διαφορετική διάταξη να ρυθμίζει την άμεση έναρξη ισχύος της ρύθμισης για τη Β’ Αθηνών και άλλη για το εκλογικό σύστημα. Ωστε να είναι διαυγής η κοινοβουλευτική τοποθέτηση.

Ο Νίκος Ι. Παπασπύρου, διδάκτωρ Νομικών του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, είναι επίκουρος καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών