Η χώρα έχει εισέλθει, ουσιαστικά, σε μια παρατεταμένη εκλογική περίοδο πολλαπλών αναμετρήσεων. Τον επόμενο Μάιο είναι οι ευρωεκλογές, τον Οκτώβριο οι δημοτικές, ενώ οι εθνικές εκλογές μπορεί να γίνουν ανά πάσα στιγμή, είτε από σχεδιασμό, είτε από ατύχημα. Η κυβέρνηση βλέπει την κλεψύδρα να αδειάζει, τον πολιτικό της χρόνο να τελειώνει. Οδεύει, αγκομαχώντας, προς την έξοδο έχοντας εξαντλήσει ό,τι απόθεμα πολιτικού κεφαλαίου διέθετε. Η απόδοσή της στους περισσότερους τομείς διακυβέρνησης είναι κάτω από τη βάση. Και το αφήγημα της εξόδου από τα Μνημόνια, ενώ η επιτροπεία θα συνεχίζεται, δεν το αγοράζει κανείς.

Γι’ αυτό η κυβέρνηση σκαρφίζεται αντιπερισπασμούς και κατασκευάζει διχαστικά δίπολα. Το νέο απέναντι στο παλαιό πολιτικό σύστημα, οι καθαροί απέναντι στους διεφθαρμένους, οι κοινωνικά ευαίσθητοι απέναντι στους κοινωνικά ανάλγητους. Ποινικοποιεί την πολιτική, εργαλειοποιεί τους θεσμούς και δαιμονοποιεί τους πολιτικούς της αντιπάλους. Καταργεί τη διάκριση των εξουσιών, καταπατά το τεκμήριο της αθωότητας πολιτών και βάλλει κατά της ελευθερίας του Τύπου. Η ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής και το νεοεμφυλιακό κλίμα δυναμιτίζουν τις προοπτικές της χώρας.

Η δημοσκοπική κατάρρευση προκαλεί πανικό στην κυβέρνηση. Η εικόνα του σιδερόφραχτου Πρωθυπουργού στη Μυτιλήνη ήλθε να επιβεβαιώσει την ελεύθερη πτώση της δημοφιλίας του ίδιου και της κυβέρνησής του. Η κοινωνία δεν αναμένει τίποτα θετικό πλέον από την κυβέρνηση παρά μόνον την αποχώρησή της από την εξουσία. Η άνοδος, άλλωστε, του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία ήταν αποτέλεσμα της οργής και του θυμού της κοινωνίας απέναντι στα Μνημόνια και την απώλεια κεκτημένων. Ηταν περισσότερο ψήφος θυμικού παρά ψήφος ορθολογικής επιλογής και ρεαλιστικής προσδοκίας. Η επιδείνωση, όμως, της οικονομικής κατάστασης και της καθημερινότητας, η ραγδαία φτωχοποίηση της κοινωνίας και οι αυταρχικές πρακτικές της κυβέρνησης μετατοπίζουν τον θυμό και την οργή προς τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ. Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ξαναβγάζει τον κόσμο στους δρόμους. Είτε είναι για το Μεταναστευτικό και τον ΦΠΑ στα νησιά, είτε για τα κόκκινα δάνεια και τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας.

Την ώρα που οι εθνικοί κίνδυνοι απαιτούν ενότητα και ομοψυχία, η κυβέρνηση έχει δυναμιτίσει το πολιτικό κλίμα έχοντας διαρρήξει τις σχέσεις της με κάθε θεσμικό παράγοντα του κοινοβουλευτικού μας πολιτεύματος. Η κυβέρνηση ασχολείται με την πολιτική της επιβίωση όταν απειλείται η εθνική μας επιβίωση. Για να διασωθεί πολιτικά επενδύει στην πόλωση και τον διχασμό και προαναγγέλλει εκλογές με σκληρό ροκ. Στόχος της δεν είναι να τις κερδίσει αλλά να μη συντριβεί.

Οσο, όμως, κι αν προσπαθεί να διασωθεί ενδυόμενη τον μανδύα του νέου απέναντι στο παλιό πολιτικό σύστημα, θυμίζει τους στίχους του Μπρεχτ, «είδα το παλιό να πλησιάζει μα ερχόταν σα νέο. Σέρνονταν πάνω σε καινούργια δεκανίκια που κανένας δεν είχε ξαναδεί».

Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, πρώην υπουργός