Σε μια εποχή που καθορίζεται από την οργή του Ντόναλντ Τραμπ, τον ρεβιζιονισμό του Βλαντίμιρ Πούτιν και την αχαλίνωτη φιλοδοξία του Σι Τζινπίνγκ, η διεθνής τάξη γίνεται ολοένα και πιο ακατάστατη, δυσλειτουργική, ακόμα και επικίνδυνη. Πώς φτάσαμε σε αυτή την κατάσταση; Και πώς μπορούμε να την αφήσουμε πίσω μας;

Μέχρι πρόσφατα, οι δεκαετίες που ακολούθησαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν μια περίοδος φιλικού φιλελεύθερου διεθνισμού. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, ο κόσμος έχει εισέλθει σε ένα νέο στάδιο. Η πολιτική του ιδεαλισμού και της ελπίδας έχει αντικατασταθεί από την πολιτική της ταυτότητας και του φόβου. Αυτή η τάση κέρδισε έδαφος στη μια δυτική χώρα μετά την άλλη, όμως οι πλέον αξιοσημείωτες εκδηλώσεις της καταγράφηκαν στις δύο αγγλοσαξονικές χώρες που έκαναν εξαρχής δυνατή την προηγούμενη περίοδο θαυμαστής προόδου.

Είναι τραγικό να παρατηρείς σήμερα το κλίμα σύγχυσης μέσα στο οποίο διεξάγεται η πολιτική συζήτηση στη Βρετανία. Από το δημοψήφισμα για το Brexit, τον Ιούνιο του 2016, και εξής η Βρετανία αναζητεί μάταια μια απατηλή έννοια εθνικής κυριαρχίας η οποία θα μπορούσε να εμποδίσει τη μαζική απώλεια διεθνούς ισχύος και επιρροής που την αναμένει μετά την αποχώρησή της από την ΕΕ. Το είδος εκείνο του ηγετικού πνεύματος που προσέφερε άλλοτε η Βρετανία στον κόσμο έχει παραχωρήσει τη θέση του σε τοπικιστικούς καβγάδες. Αλλά η θολωμένη πολιτική του Λευκού Οίκου του Τραμπ έχει ακόμα πιο σοβαρές επιπτώσεις.

Για δεκαετίες, ο Λευκός Οίκος ήταν μια πηγή παγκόσμιας ηγεσίας· σήμερα είναι μια πηγή πολεμοχαρούς ρητορικής που δεν υποστηρίζει ούτε καν φραστικά την ιδέα μιας παγκόσμιας τάξης. Στην πραγματικότητα, η επίσημη Εθνική Στρατηγική Ασφάλειας της κυβέρνησης Τραμπ παρουσιάζει τις αμερικανικές προσπάθειες διασφάλισης της παγκόσμιας τάξης ως αντιπαραγωγικές και ηττοπαθείς. Το μέλλον που προβλέπει θα καθορίζεται εξ ολοκλήρου από διαμάχες ανάμεσα σε κυρίαρχα κράτη.

Η αναθεώρηση της στρατηγικής στάσης της Αμερικής θα ήταν μια λογική απάντηση στην επιθετικότητα και την παραβατικότητα της Ρωσίας, ιδιαίτερα στην Ανατολική Ευρώπη, και στον αυξανόμενο κινεζικό δυναμισμό στην παγκόσμια σκηνή. Το πρώτο αντανακλαστικό του αμερικανού προέδρου, ωστόσο, θα έπρεπε να είναι να υπερασπιστεί τη διεθνή τάξη από τις ανερχόμενες απειλές, προχωρώντας παράλληλα στις απαραίτητες προσαρμογές στη νέα πραγματικότητα. Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, της αυξημένης μεταναστευτικής πίεσης καθώς και η επανάσταση στις τεχνολογίες της πληροφορίας και της επικοινωνίας απαιτούν νέες, συνολικές διεθνείς συμφωνίες για την προστασία των συμφερόντων των κυρίαρχων κρατών.

Το να εγκαταλείψουν οι δυτικές δυνάμεις τις ιδέες και τους θεσμούς που προσέφεραν ευημερία και σταθερότητα τις προηγούμενες δεκαετίες θα ήταν ένα μοιραίο λάθος. Πάνω από όλα, οι δύο χώρες που πρωταγωνίστησαν στη δημιουργία της μεταπολεμικής διεθνούς τάξης δεν πρέπει να της γυρίσουν τώρα την πλάτη.