Εδώ και αρκετές δεκαετίες οι Ηνωμένες Πολιτείες προσεγγίζουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις υπολογίζοντας και συγκρίνοντας τη στρατηγική σημασία Ελλάδας και Τουρκίας για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Σε γενικές γραμμές η Ελλάδα έχει βγει χαμένη και η Τουρκία κερδισμένη. Τους τελευταίους μήνες, όμως, βρίσκεται υπό διαμόρφωση μία καινούργια κατάσταση στη γειτονική χώρα, που μπορεί υπό όρους να αλλάξει την υφιστάμενη ισορροπία υπέρ της Ελλάδας, μακροπρόθεσμα.

Η Τουρκία εξελίσσεται σταδιακά ολοένα και περισσότερο σε «κράτος-ταραξίας» με αβέβαιες μελλοντικές επιπτώσεις στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Οι συνήθως μονομερείς στρατιωτικές ενέργειες της Αγκυρας κατά των Κούρδων εντός Συρίας σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη προσέγγισή της με τη Μόσχα, την υποστήριξη που προσφέρει στη Χαμάς στη Γάζα και τα εμπόδια που βάζει στην εξόρυξη υδρογονανθράκων στην ΑΟΖ της Κύπρου, δημιουργούν έντονο προβληματισμό για τις μελλοντικές εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Και σε αυτά προστίθεται βέβαια η κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ο περιορισμός της ελευθερίας έκφρασης, ιδίως μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016.

Οσο περνάει ο καιρός, λοιπόν, πολλαπλασιάζονται οι φωνές εντός Ηνωμένων Πολιτειών ότι έχει πλέον έλθει η ώρα ο τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν να πληρώσει το τίμημα για τη συμπεριφορά του. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να ξεκινήσουν με κάποιες κυρώσεις, όπως συνέβη το 2012 με τον νόμο Μαγκνίτσκι εναντίον της Ρωσίας. Και μπορεί να συνεχίσουν με απαγόρευση εισόδου στην επικράτειά τους, όσων επωφελούνται από τις πολιτικές Ερντογάν, για παράδειγμα από το κλείσιμο επιχειρήσεων ΜΜΕ και την εξαγορά τους από επιχειρηματίες φίλα προσκείμενους στον τούρκο πρόεδρο.

Η Τουρκία, αν και παραμένει γεωγραφικά σημαντική, δίνει σιγά σιγά την εντύπωση μιας χαμένης υπόθεσης. Ετσι, τα σενάρια σχετικής απομόνωσής της ίσως κερδίσουν έδαφος. Η συζήτηση περί πιθανής εγκατάλειψης της βάσης του Ιντσιρλίκ και οι προτροπές ορισμένων αμερικανών ειδικών να σταματήσει η κοινή χρήση στρατιωτικής τεχνολογίας με την Τουρκία, συμπεριλαμβανομένης της συμπαραγωγής F-35, είναι ενδεικτικές. Τα προαναφερθέντα ευνοούν την Ελλάδα, που μπορεί να αξιοποιήσει την ευκαιρία, καλλιεργώντας ακόμα περισσότερο τη συνεργασία της με τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και το Ισραήλ στην Ανατολική Μεσόγειο. Με τον τρόπο αυτό, όχι μόνο θα καταφέρει να αποτελέσει στρατηγικό πυλώνα ξεπερνώντας τα επόμενα χρόνια την Τουρκία αλλά και να επενδύσει στην ουσιαστική στήριξη και των δύο προαναφερθεισών χωρών για την αντιμετώπιση της επικίνδυνα αυξανόμενης προκλητικότητας Ερντογάν.