Σε μια δυστοπική χώρα του μέλλοντος θα μπορούσε αυτό το βίντεο να αποτελεί και μέρος κάποιας επίσημης διαφημιστικής καμπάνιας του υπουργείου Τουρισμού –κομμάτι διεστραμμένη καμπάνια πιθανόν, αλλά όχι τόσο ενοχλητική ή αξιοπαρατήρητη, εάν τα πάντα τότε είναι πλέον διεστραμμένα. Ωστόσο, στη δύσμοιρη Συρία των αρχών του 21ου αιώνα, δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πιο απωθητικά βίντεο. Δεν δείχνει ακρωτηριασμένα μικρά παιδιά να ουρλιάζουν από τον πόνο, ούτε πολίτες να προσπαθούν να αναπνεύσουν μετά από μαζική χρήση χημικών όπλων, ούτε πτώματα αμάχων μισοθαμμένα κάτω από βομβαρδισμένα ερείπια πολυκατοικιών. Τι δείχνει άραγε –και γιατί προκαλεί σύγκρυο; Δείχνει έναν ψηλόλιγνο πενηντατριάχρονο κύριο με μουστάκι, γυαλιά ηλίου και casual ντύσιμο που, σε μια άλλη ζωή, ίσως να ήταν κι ένας πετυχημένος φιλήσυχος οφθαλμίατρος. Σε αυτή τη ζωή όμως υποχρεώθηκε να διακόψει την ειδικότητά του στο νοσοκομείο Western Eye του Λονδίνου και να επιστρέψει άρον – άρον στη Δαμασκό, το 1994, όταν ο Μπασίλ, ο μεγάλος του αδελφός, σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα. Βλέπετε, στην ιδιότυπη μεσανατολική δημοκρατία του, ο Μπασίλ προοριζόταν για να διαδεχτεί τον πατέρα του, τον Χαφέζ, στην προεδρία της χώρας. Ελλείψει Μπασίλ, η διαδοχή πέρασε στον δευτερότοκο επίδοξο οφθαλμίατρο που, θέλοντας και μη, ακολούθησε έκτοτε στρατιωτική εκπαίδευση κι έφθασε ώς τον βαθμό του ταγματάρχη: τον Μπασάρ αλ Ασαντ. Πρόεδρο της Συρίας από το 2000. Μακελάρη από το 2011.

Στο βίντεο ο Μπασάρ οδηγεί ένα αυτοκίνητο με συμβατικές πινακίδες, μιλάει απευθείας στο φακό και έχει κάθε λόγο να καμαρώνει για μια ακόμη στρατιωτική του επιτυχία, καθώς συμπληρώνονται επτά χρόνια από την έναρξη του εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Μόλις έχει ανακαταλάβει την ανατολική Γκούτα, στα περίχωρα της Δαμασκού. «Χρειάστηκαν μερικές μέρες για την απελευθέρωσή της», εξηγεί, «αλλά η ήττα των τρομοκρατών ήταν πραγματική. Η απελευθέρωση της αλ – Νασαμπίγια άνοιξε τον δρόμο για την απελευθέρωση των υπόλοιπων περιοχών της Γκούτα». Η Ανατολική Γκούτα ήταν σημαντικός θύλακος των αντικαθεστωτικών και για την ανακατάληψή της ο Μπασάρ χρειάστηκε τη βοήθεια ρωσικών δυνάμεων, μολονότι επισήμως το Κρεμλίνο ουδέποτε αναγνώρισε την παρουσία και τη δράση δικών της στρατιωτικών σε συριακό έδαφος (και ας πληθαίνουν τα φέρετρα που επιστρέφουν στη Μόσχα). Ο φόρος αίματος για την ανατολική Γκούτα ήταν συγκριτικά μικρός. Χίλιοι νεκροί. Τζάμπα πράμα. Σύμφωνα με το Συριακό Πρακτορείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, από το ξεκίνημα της ανθρωποσφαγής, τον Μάρτιο του 2011, έχουν σκοτωθεί πάνω από τριακόσιες πενήντα χιλιάδες άνθρωποι. Από αυτούς, πάνω από εκατό χιλιάδες είναι άμαχοι και από τους άμαχους γύρω στις είκοσι χιλιάδες είναι παιδιά. Ασήμαντα νούμερα για να απολέσει ο Μπασάρ, όχι τον ύπνο, αλλά ούτε καν το cool ύφος του.

Δυο βδομάδες νωρίτερα, ο βόρειος γείτονας του Μπασάρ κι ένας από τους ορκισμένους θανάσιμους εχθρούς του, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κουράστηκε με τις ατέρμονες θεωρητικές συζητήσεις γύρω από την επικαιροποίηση (χα, χα!) της Συνθήκης της Λωζάννης και είπε να δώσει στους καχύποπτους συνομιλητές του –την Αθήνα, μεταξύ άλλων –ένα χειροπιαστό παράδειγμα. Παραβίασε τα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία, όπως τα καθόριζε η συνθήκη από το 1923, εισέβαλε στην κουρδική πόλη Αφρίν κι έπνιξε κάθε αντίσταση σε ένα λουτρό αίματος. Παράλληλα ο Ρετζέπ, με μια κίνηση υψηλού εθνικού συμβολισμού, μπροστά σε χιλιάδες οπαδούς του που παραληρούσαν, κάλεσε στο πόντιουμ ένα εξάχρονο κοριτσάκι. Το κοριτσάκι φορούσε τη στολή και τον μπορντό μπερέ των ειδικών δυνάμεων του τουρκικού στρατού. Εικάζουμε ότι το κοριτσάκι δεν ήταν απολύτως πεπεισμένο ότι όφειλε να θυσιαστεί για τη μητέρα πατρίδα, εξού κι έμπηξε τα κλάματα –όχι και ό, τι καλύτερο ως θέαμα, πάνω στο κρεσέντο του μιλιταριστικού οίστρου. Ενοχλημένος ο Ερντογάν, συγκρατήθηκε για να μην αρχίσει το παιδάκι στις μπάτσες, αλλά μπήκε στον πειρασμό να το νουθετήσει. «Οι μπορντό μπερεδίνες δεν κλαίνε» του είπε αυστηρά, ενώ ήδη θα πρέπει να έτρεχε το μυαλό του στον σύμβουλο επικοινωνίας του, τον ανίκανο που του έστειλε αυτήν την κατρουλού και με ποιον ακριβώς τρόπο θα του έπαιρνε ο διάολος τον πατέρα.

Η απάντηση δεν άργησε να έρθει και από την άλλη πλευρά του Αιγαίου. Εξι χρονών εσείς; Πέντε χρονών εμείς. Στην Αλεξανδρούπολη, κατά την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου, άνοιξε τη στρατιωτική παρέλαση ένας πεντάχρονος μπόμπιρας με στολή κρατώντας επ’ ώμου ένα αυτόματο που, εάν ήταν αληθινό, μάλλον θα ήταν των αδυνάτων αδύνατον να το σηκώσει. Εάν κρίνουμε από τα πορίσματα της πρόσφατης έρευνας της διαΝΕΟσις, όπου το 50% των συμπατριωτών μας είναι υπέρ της επαναφοράς της θανατικής ποινής και το 70% έχει ως πρότυπο πολιτικού ηγέτη τον Βλαντίμιρ Πούτιν, το θέαμα του μπόμπιρα δεν πρέπει να φάνηκε ούτε τόσο γελοίο ούτε τόσο ανατριχιαστικό όσο φάνηκε στα φλούφλικα δικά μας μάτια. Προσωπικά μου θύμισε εκείνες τις ναζιστικές κατασκηνώσεις της Χρυσής Αυγής στην Κρήτη, το καλοκαίρι του 2013, πριν χυθεί το αίμα του Παύλου Φύσσα, όπου ημίγυμνοι πλαδαροί άνδρες –οι λεγόμενες σαπιοκοιλιές –ξεφυσούσαν και ίδρωναν παριστάνοντας τους αρχαίους Σπαρτιάτες, τρομάρα τους, σε μια παρωδία που θα ζήλευε ο Σεφερλής.

Ποιο ακριβώς είναι το μήνυμα που θέλουμε να στείλουμε στους γείτονές μας; Πως ό, τι και αν κάνουν αυτοί, εμείς μπορούμε να το κάνουμε σαφώς χειρότερα; Σε χώρες που έχουν γαλουχηθεί επί δεκαετίες με τη στρατοκρατία, τον αυταρχισμό και τον τρόμο, εμείς είμαστε έτοιμοι να αντιτάξουμε έναν καχεκτικό μιλιταρισμό, ούτως ώστε, αφού δεν μπορούμε να τους ξεκάνουμε με τα όπλα, τουλάχιστον να τους στείλουμε στον άλλο κόσμο από τα γέλια; Εάν αυτό είναι το μήνυμα, να μην μας φοβούνται επειδή είμαστε αδιόρθωτοι καραγκιόζηδες, βρισκόμαστε ήδη στο σωστό δρόμο. Εντούτοις, όσοι από εμάς δεν είναι σίγουροι ότι το εργάκι που θα παιχτεί τα επόμενα χρόνια στην περιοχή μας θα είναι οπωσδήποτε κωμωδία, επιστρέφουμε ξανά και ξανά, βασανιστικά, στη ζοφερή προειδοποίηση του Μάνου Χατζιδάκι: «Η μορφή του τέρατος είναι αποκρουστική. Οταν όμως το πρόσωπο του τέρατος πάψει να μας τρομάζει, τότε πρέπει να φοβόμαστε… γιατί αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε». Ας προσθέσουμε μονάχα απευθυνόμενοι προς όσους παραμυθιάζονται με ναυμαχίες στη μπανιέρα τους, προς όλους τους εγχώριους γιαλαντζί στρατόκαυλους ότι, ύστερα από μισόν αιώνα σταθερού ευρωπαϊκού προσανατολισμού –με όλες τις παλινωδίες μας, με όλες τις απογοητεύσεις και όλες τις αυταπάτες -, είναι πια αργά για να σταθούμε απέναντι στο τέρας ως ισότιμοι και ομοούσιοί του. Εάν σταθούμε, απομονωμένοι από τους συμμάχους μας, πελαγωμένοι και ανάδελφοι, θα σταθούμε ως τροφή του.