Καθώς οι διαπραγματεύσεις με τα Σκόπια προδικάζουν ένα διαφαινόμενο ναυάγιο και κατακάθεται η σκόνη από την υπόθεση Νονartis, η κυβέρνηση Τσίπρα βρίσκεται μπροστά σε μια ανώμαλη προσγείωση στο μέτωπο της οικονομίας. Εκεί, το αμέσως επόμενο διάστημα, οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες και από ό,τι δείχνουν τα μηνύματα που καταφθάνουν από Βερολίνο και Ουάσιγκτον θα δοκιμάσουν τις αντοχές της κυβερνητικής πλειοψηφίας φέρνοντας το Μαξίμου σε θέση λήψης κρίσιμων αποφάσεων.

Στους κόλπους των δανειστών φαίνεται να εδραιώνεται η γραμμή για την επιβολή ενός πλαισίου ενισχυμένης εποπτείας στην Ελλάδα μετά το τέλος του τρίτου Μνημονίου. Αυτό, βεβαίως, για ευνόητους λόγους, δεν θα ονομάζεται πρόγραμμα ούτε μνημόνιο. Θα είναι όμως ένα νέο «πρόγραμμα» δεσμεύσεων χωρίς απευθείας χρηματοδότηση, αλλά με έμμεση οικονομική ενίσχυση μέσω των ελαφρύνσεων στο χρέος.

Ευρωπαίοι και ΔΝΤ μοιάζουν να είναι πεπεισμένοι ότι οποιαδήποτε έξοδος της Ελλάδας στις αγορές δεν μπορεί να είναι βιώσιμη χωρίς ισχυρές εγγυήσεις που θα ακυρώνουν το πολιτικό ρίσκο της χώρας και κάθε πιθανή προσπάθεια αντιστροφής μέτρων και μεταρρυθμίσεων. Καθόλου τυχαία, το τελευταίο διάστημα, το ένα μετά το άλλο, όλα τα μεγάλα ευρωπαϊκά ινστιτούτα αναλύσεων και δεξαμενές σκέψης, που επεξεργάζονται πληροφορίες από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και διαμορφώνουν το κλίμα στις αγορές, επισημαίνουν τους κινδύνους να αφεθεί η Ελλάδα, την επόμενη μέρα, χωρίς ασπίδα προστασίας από τους πιστωτές της. Χωρίς αυτήν, σύμφωνα με το σκεπτικό τους, αργά ή γρήγορα, λόγω του ακριβού δανεισμού της ή ενδεχόμενων νέων αναταράξεων στις αγορές, η Ελλάδα θα οδηγηθεί ξανά πίσω στην αγκαλιά ενός νέου Μνημονίου. Αλλά και ο γερμανικός Τύπος, για πρώτη φορά ευθέως μετά τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης συνασπισμού στο Βερολίνο έστειλε το μήνυμα. Με αναφορές του τύπου «τα σχέδια του Τσίπρα και των δανειστών της Ελλάδας συγκρούονται» η εφημερίδα «Handelsblatt» ανέγνωσε την κατάσταση τις προηγούμενες μέρες, καταγράφοντας ως ενδεχόμενο την προσφυγή στις πρόωρες εκλογές μπροστά στις περικοπές των συντάξεων και του αφορολογήτου από το 2019.

Μπορεί η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να «καταπιεί» μια νέα συμφωνία με τους δανειστές που κάθε άλλο παρά θα επιβεβαιώνει τις υποσχέσεις της για έξοδο της χώρας από τα Μνημόνια; Η Ιστορία έχει δείξει ότι μπορεί, αλλά σε άλλους χρόνους και με άλλα δεδομένα που καθιστούν μετέωρη μια καταφατική απάντηση σήμερα, όπου η κλεψύδρα μετρά αντίστροφα για τις κάλπες. Μετά τα τελευταία σήματα που ήρθαν από την Ουάσιγκτον, όλα πιστοποιούν ότι το ΔΝΤ δεν πρόκειται να κάνει πίσω στην απαίτησή του για περικοπή του αφορολογήτου μαζί με τις συντάξεις από την 1/1/2019. Και όχι μόνο δεν πρόκειται να φύγει από την Ελλάδα, αλλά θα συμμετέχει ενεργά στο πλαίσιο εποπτείας της επόμενης ημέρας, για την οποία, επίσης, δεν δείχνουν να επιβεβαιώνονται οι προσδοκίες της κυβέρνησης για ουσιαστικές αυξήσεις στον κατώτατο μισθό.

Μένει, βεβαίως, να δούμε και αν οι δανειστές θέλουν, πράγματι, να συμφωνήσουν το πλαίσιο των δεσμεύσεων της επόμενης ημέρας με τη σημερινή κυβέρνηση ή με αυτήν που θα κληθεί να τις υλοποιήσει, όπως έκαναν το 2014 με την κυβέρνηση Σαμαρά. Θα φανεί και αυτό σύντομα.