Οι εν εξελίξει τουρκικές προκλήσεις στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας θα πρέπει να ιδωθούν ως το πρώτο βήμα ενός Σχεδίου Β της Τουρκίας μετά την κατάρρευση των συνομιλιών στο Κραν Μοντανά. Ενός σχεδίου που τις επιπλοκές του έπρεπε να είχε προβλέψει ο πρόεδρος Αναστασιάδης και να είχε προλάβει τη δραματική επιδείνωση που ζούμε σήμερα. Πώς; Με τη λύση! Και υπήρξε η δυνατότητα στο Κραν Μοντανά. Με λύση έναντι αγωγών. Την οποία ο πρόεδρος κλώτσησε κυριολεκτικά προβάλλοντας το «μηδέν στρατεύματα – μηδέν εγγυήσεις».

Συγκεκριμένα: Ο πρόεδρος απέρριψε λύση που προνοούσε κατάργηση της Συνθήκης Εγγυήσεως και αντικατάστασή της με πολυμερή μηχανισμό ασφάλειας χωρίς δικαίωμα μονομερούς επέμβασης καθώς επίσης και την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων με παραμονή μόνο των αγημάτων ΕΛΔΥΚ – ΤΟΥΡΔΥΚ κι αυτά με χρονοδιάγραμμα επανεξέτασης, με την απαίτηση αποκλεισμού της Τουρκίας ως κατοχικής δύναμης από τον μηχανισμό ασφάλειας και πλήρη αποχώρηση και των αγημάτων ΕΛΔΥΚ – ΤΟΥΡΔΥΚ. Ο περιορισμένος χώρος δεν επιτρέπει λεπτομερή παράθεση των γεγονότων. Αρκεί, ωστόσο, να λεχθεί πως όσοι γνωρίζουν τα όσα διαμείφθηκαν στο Κραν Μοντανά δείχνουν χωρίς καμιά αμφιβολία ότι ο πρόεδρος απέρριψε ένα βιώσιμο συμβιβασμό που βελτίωνε ουσιωδώς τόσο το Σχέδιο Ανάν όσο και το Σύνταγμα του 1960. Η ολιγωρία στη λήψη των ιστορικών αποφάσεων που επέβαλλαν οι κρίσιμες εκείνες στιγμές καταδεικνύει αδυναμία ορθής εκτίμησης των ορίων του εφικτού καθώς και αδυναμία πρόβλεψης των κινδύνων που θα επισώρευαν για την Κύπρο η κατάρρευση της ειρηνευτικής διαδικασίας, η ματαίωση της προοπτικής μιας λύσης «θετικού αθροίσματος» και η διολίσθηση σε μιαν ανοικτή αντιπαράθεση με μιαν επιθετική και απρόβλεπτη πλέον Τουρκία.

Η αίσθηση ματαίωσης της προοπτικής μιας ομοσπονδιακής λύσης που να επανενώνει την Κύπρο τροφοδοτεί και στις δύο κοινότητες εθνικιστικές τάσεις που ωθούν την μεν τουρκική κοινότητα προς ενσωμάτωση στην Τουρκία, την δε ελληνική κοινότητα στη λογική της διχοτόμησης είτε με τη μορφή συντήρησης του στάτους κβο είτε με τη μορφή δημιουργίας δύο χωριστών κρατών. Σε αυτή τη λογική ωθεί και ο αφελής υπολογισμός, σε λαϊκό επίπεδο, πως είτε στη μια είτε στην άλλη περίπτωση, τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων ως ευρισκόμενα έναντι των νότιων ακτών της Κύπρου θα περιέλθουν στην αποκλειστική δικαιοδοσία των Ελληνοκυπρίων. Στο επίπεδο της ηγεσίας αυτό συνιστά ασύγγνωστη πλάνη, που οδηγεί την Κύπρο σε απρόβλεπτες περιπέτειες.

Το θετικό κίνητρο που έχει η Τουρκία για μια συμφωνημένη λύση του Κυπριακού είναι η συμμετοχή της στο δίκτυο αγωγών του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου. Η προσπάθεια της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ελλάδας να την αποκλείσουν από αυτό το δίκτυο με τον αγωγό East Med, καθώς και οι ενεργειακοί σχεδιασμοί της Κυπριακής Δημοκρατίας ανεξάρτητα από τη λύση δίνουν πρόσχημα στην Τουρκία να χρησιμοποιήσει βία, υπό την κάλυψη της προστασίας των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων, για να εμποδίσει την από μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας αξιοποίηση των υδρογονανθράκων χωρίς λύση. Και, εκμεταλλευόμενη το ρευστό πολιτικό τοπίο στην περιοχή, χρησιμοποιεί αδίστακτα την πολεμική υπεροπλία έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας με την πρόσθετη απειλή της πραγματοποίησης γεωτρήσεων από την ΤΡΑΟ στις νότιες κυπριακές θάλασσες για λογαριασμό της «ΤΔΒΚ» στη βάση μιας παράνομης αλλά υπαρκτής «συμφωνίας».

Καταληκτικά, η μόνη διέξοδος που προσφέρεται είναι η άμεση και χωρίς αστερίσκους αποδοχή του Πλαισίου Γκουτέρες και, δι’ αυτής, η επαναφορά του Κυπριακού σε τροχιά λύσης.

Ο Χρυσόστομος Περικλέους είναι ιστορικός