Η είδηση ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δέχτηκε να συναντήσει τον Κιμ Γιονγκ Ουν έπεσε σαν βόμβα στη διεθνή σκηνή. Μοιάζει να ‘ναι μια απόφαση δευτερολέπτων του αμερικανού προέδρου δίχως τη διαβούλευσή του με συμβούλους. Ακόμη, δείχνει ότι είναι πιστός στην εικόνα του να επικοινωνεί και να αποφασίζει πέρα από τα συνήθη κανάλια επικοινωνίας, να λειτουργεί ως αιρετικός πολιτικά. Από τη μεριά του, ο βορειοκορεάτης πρόεδρος εμφανίζεται ως ένας «μεγάλος» ηγέτης, ικανός να μιλήσει επί ίσοις όροις με την πρώτη παγκόσμια δύναμη. Θα χρησιμοποιήσει το γεγονός για την προπαγάνδα του και θα δυναμώσει την εμπιστοσύνη του λαού του στο πρόσωπό του. Η όλη ατμόσφαιρα βοηθάει επίσης τον Τραμπ που θέλει να δείξει πως προτιμά να ενισχύει το εμπόριο αντί για τον πόλεμο. Πρόκειται για την τέχνη του ντιλ («the art of deal», όπως ήταν και ο τίτλος του βιβλίου που είχε γράψει στο παρελθόν).

Ο αμερικανός πρόεδρος εφαρμόζει τις αρχές μιας επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένης και της μπλόφας: δηλαδή αναπτύσσει στο μέγιστο αυτό που λέμε «αρχή της αβεβαιότητας», ανάβει πολλές φωτιές ώστε να μην είναι φανερό τι θέλει πραγματικά. Κάνει τα πάντα για να ‘ναι «ακατανόητος». Κι αυτό, όσο από τους επαγγελματίες πολιτικούς μοιάζει επικίνδυνο και παιδαριώδες, άλλο τόσο είναι η δύναμή του. Γιατί οδηγεί στη βάση όλης της πολιτικής του: πρώτα η Αμερική. Θέλει να δημιουργήσει θέσεις εργασίας, να αναπτύξει το εμπόριο της χώρας του, να γίνει ένας πρόεδρος που δίνει βάση σε ζητήματα καθημερινότητας. Ως προς την εξωτερική πολιτική, ο Τραμπ ακολουθεί την ίδια πορεία, δηλαδή εφαρμόζει το εξής: η διπλωματία πρώτα στην υπηρεσία της οικονομίας. Πίσω από την απλουστευτική ή συχνά απλουστευμένη, όπως πολλοί τον κατηγορούν συχνά, διαχείριση των θεσμών, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δύο βασικούς στόχους: την αποδέσμευση των διεθνών προβληματικών ή ελλειμματικών δεσμεύσεων της Αμερικής και την οικονομική της επιτυχία. Αν πετύχει λοιπόν στο ζήτημα της Βόρειας Κορέας, τότε είναι σε καλό δρόμο ο πρώτος στόχος. Για τον δεύτερο, τα πρώτα δείγματα της αμερικανικής οικονομίας είναι μεν θετικά, αλλά χρειάζεται ακόμα καιρός για να μιλήσουμε με βεβαιότητα.

Αν και τα ΜΜΕ που εξαρχής πολέμησαν την υποψηφιότητα του Τραμπ συνεχίζουν να βομβαρδίζουν το τοπίο με τα «σεξουαλικά» του σκάνδαλα, εν τούτοις ο αμερικανικός λαός δείχνει ικανοποιημένος. Η απόφαση του Τραμπ να μιλήσει με τον Κιμ αρέσει στον αμερικανικό λαό, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, που θέλει ειρήνη. Απ’ ό,τι φαίνεται πάντως, και βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, η υπόθεση της συνάντησης με τον βορειοκορεάτη πρόεδρο θα είναι ιστορική και ωφέλιμη για τον Ντόναλντ Τραμπ.

Ο Δημοσθένης Δαββέτας είναι καθηγητής Φιλοσοφίας της Τέχνης στο Παρίσι