Σε μια διακομματική και ελεύθερη συνεδριακή συνάντηση όπου συμμετείχα, υπήρξαν διιστάμενες απόψεις. Σύμφωνα με την πρώτη, η διακομματική συγκατάβαση, η συνεργασία, η ανάγκη υπέρβασης της πολιτικής πόλωσης, η ανάγκη για μια εθνική, κοινωνική συμφωνία, έρχεται στην επιφάνεια μόνο από την εκάστοτε συμπολίτευση γιατί τη συμφέρει η πίστωση χρόνου που της εξασφαλίζει. Απέναντι σ’ αυτή την κάπως ωμή τοποθέτηση, αναπτύχθηκε μια δεύτερη άποψη: η αυστηρή και πειθαρχημένη αναγωγή στους θεσμούς εξασφαλίζει μια βαθιά κοινοβουλευτική κατάφαση (όχι αναγκαστικά συμφωνία) που προφυλάσσει τις δημοκρατικές προϋποθέσεις και επιτρέπει να αρθρωθούν οι ιδεολογικοπολιτικές διαφορές. Η θεσμική πειθαρχία φιλτράρει και εξημερώνει, θέτει κανόνες αντιπαράθεσης αλλά και νομοθετικής παραγωγής. Η πρώτη αντίληψη, η κυνική, σχετίζεται με την κομματική αυτοσυντήρηση, η δεύτερη, αν και λιγότερο συναισθηματικά διεγερτική, είναι πιο μακρόπνοη, πιο αναγκαία στη συγκυρία. Πέρα όμως από τις δύο αντίδικες απόψεις, ενυπάρχει αυτό που αποτελεί την ταυτότητα της χώρας. Ισχνή παραγωγή και συνακόλουθα ισχαιμική παραγωγική κουλτούρα, μικρό βάθος οικονομίας, δύσκολα επινοήσιμες λύσεις.

Η γενική διαπραγματευτική αδυναμία της χώρας όχι μόνο ως προς το εξωτερικό, αλλά και ως προς τον εαυτό της (ως προς τη διαχείριση των δομικών της ελαττωμάτων), οφείλεται στην ισχαιμική παραγωγή και παραγωγική κουλτούρα. Δεν είναι οι οικονομικοί δείκτες που τρεμουλιάζουν, όσο η παραγωγική ποιότητα που δεν υφίσταται. Ετσι, η πολιτική της χώρας είναι σχεδόν αυτοσύστατη και αυτοαναφορική.

Στο πλάι των συζητήσεων, υψηλόφωνων ή χαμηλόφωνων (ανάλογα απ’ το αν υπάρχει κοινό), έγινε στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, με συνεργασία της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ερευνας και Τεχνολογίας, μια ενδιαφέρουσα και αισιόδοξη εισήγηση του Μάνουελ Τράχτενμπεργκ, του ισραηλινού διανοουμένου της οικονομίας. Με θέσεις υπέρ της προσαρμογής των οικονομικών πολιτικών στις ειδικές συνθήκες κάθε χώρας, έχει εφαρμόσει πολιτικές επανόδου εγκεφάλων που διέρρεαν από τα ισραηλινά στα αμερικανικά πανεπιστήμια, σε ένα ιδιότυπο brain game. Εχει σταθεί κριτικά στην πολιτική «Χάρι Πότερ», την πολιτική σημειακών παροχών που δεν συνδέονται σε ένα στρατηγικό όλον αλλά περιορίζονται στο «μικροκαλό» στο «μικροευχάριστο». Η οικονομία και ο πολιτικός σχεδιασμός της περνάει απ’ το «συγκεκριμένο», που όμως πρέπει να συνδέεται με το οικονομικοπολιτικό κέλυφος στρατηγικής διάστασης, θα αφομοιώνει το κοινωνικό κεφάλαιο και δεν θα εγκλωβίζεται στα ποσοτικά, «διογκωτικά» στοιχεία της οικονομίας. Τα κίνητρα στους νέους, ακόμα και με μεγάλο ρίσκο αποτυχίας, είναι κεντρικό στρατήγημα. Ο Τράχτενμπεργκ θεωρεί την ενέργεια ως μία αναπτυξιακή παράμετρο, μάλλον όχι τη σημαντικότερη σε σχέση με τη νοημοσύνη και τις τεχνοεφαρμογές. Εκείνο που συνειδητοποιεί κανείς απ’ τη συζήτηση είναι ότι αναλογίες κοινών προβλημάτων υπάρχουν και σε χώρες με χαμηλότερη ένταση κρίσης. Δεν είμαστε η μοναδική δοκιμαζόμενη χώρα. Πιθανόν να υπάρχει κι ο ναρκισσισμός του θρήνου, εκτός απ’ τον ναρκισσισμό τους πανηγυρισμού. Η ευθύτητα στην αναγνώριση του προβλήματος, η ταχύτητα στην απόφαση, η πολιτική συμφωνία και οι λογικές παραδοχές θα διευκόλυναν. Μπα. Η εξουσία ως βασική πλουτοπαραγωγική πηγή στον τόπο μας έχει κυτταρικό στοιχείο τη σύγκρουση. Και την απερισκεψία.

Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Σάμου