Είναι αλήθεια ότι άργησε λίγο – μπορεί και μερικά χρόνια. Σημασία έχει όμως ότι το έκανε. Ή μάλλον το ξεκίνησε. Συνοδεύοντάς το με ένα πειστικό μήνυμα που κινείται μεταξύ καθηγητικής παραίνεσης και διοικητικής αυστηρότητας. «Μαζί προστατεύουμε τον δημόσιο χώρο! Δεν περνάμε τη γραμμή!»: έτσι τελειώνει η ανοιχτή επιστολή που έστειλε ο δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης προς τους πολίτες για το θέμα των τραπεζοκαθισμάτων.

Η γραμμή που «θα χωρίζει τη νομιμότητα από την αυθαιρεσία» θα είναι κίτρινη. Τα περιθώρια επιλογής άλλωστε ήταν στενά. Ασπρη είναι η γραμμή που χαράσσουν με το σπρέι τους οι διαιτητές για να τοποθετείται στη σωστή απόσταση το τείχος. Κόκκινη είναι η γραμμή που τραβούν κάθε τόσο οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ για διάφορα ζητήματα και αμέσως μετά την πατάνε. Το μπλε παραπέμπει στα εθνικά, το πράσινο σε μια γκαντέμικη ομάδα. Το κίτρινο, αντίθετα, λειτουργεί προειδοποιητικά: πρόσεχε, την επόμενη φορά θα μπει λουκέτο.

Μένει να φανεί αν η έγχρωμη εκστρατεία για την οριοθέτηση του δημόσιου χώρου θα αποδειχθεί περισσότερο επιτυχημένη από την άχρωμη εκστρατεία για την απαγόρευση του καπνίσματος. Αν ο Δήμος Αθηναίων μιμούνταν το παράδειγμα του Δήμου Τρικκαίων και εφάρμοζε τον αντικαπνιστικό νόμο, θα είχαν κλείσει τα περισσότερα εστιατόρια και μπαρ της πόλης. Για μια σειρά από λόγους δεν το κάνει. Γιατί θα αποδειχθεί πιο αποτελεσματικός στην περίπτωση των τραπεζοκαθισμάτων;

Τα εμπόδια είναι πολλά. Ας υποθέσουμε ότι ο ιδιοκτήτης ενός αθηναϊκού εστιατορίου τοποθετεί τα τραπέζια του πέρα από την κίτρινη γραμμή και καλεί για φαΐ μερικούς συριζαίους φίλους του. Τον Χρήστο Σπίρτζη, τον Παύλο Πολάκη και τον Δημήτρη Βέττα, για να αναφέρουμε τυχαία μερικά ονόματα. Ενας περαστικός διαμαρτύρεται, έρχεται η Δημοτική Αστυνομία και ρωτά την παρέα γιατί επιδοκιμάζει εμπράκτως την αυθαιρεσία. «Επειδή έτσι γουστάρουμε» απαντούν εκείνοι. Τι κάνουν οι αστυνομικοί; Τραβάνε ένα πρόστιμο, με κίνδυνο να βρεθούν τρία μέτρα κάτω από τη γη; Ή κάνουν τα στραβά μάτια και κάθονται να ακούσουν μαντινάδες κατεβάζοντας γνήσια κρητική τσικουδιά;

Υπάρχουν και χειρότερα. Ας υποθέσουμε ότι ο Νίκος Τόσκας κάθεται σε ένα μπαρ της περιοχής Μακρυγιάννη για να χαλαρώσει λίγο από την απηνή δίωξη των κουκουλοφόρων. Εχει κόσμο, ασφυκτιά, τραβάει την καρέκλα του στον «δημόσιο χώρο», του γίνεται παρατήρηση, ρωτάει τι τρέχει, του λένε για την ανοιχτή επιστολή του δημάρχου προς τους συμπολίτες του, αυτή για «τα δικαιώματα των πολλών και την επιδεικτική αδιαφορία των λίγων», και απαντά: «Τι μου λέτε, μωρέ, σ’ αυτόν δεν θα έδινα να μεταφέρει ούτε γράμμα!».

Με άλλα λόγια, ο Καμίνης θα χρειαστεί γερό στομάχι. Η «αρμονική συνύπαρξη της Αθήνας της επιχειρηματικότητας με την ποιότητα ζωής που διεκδικούν οι πολίτες» ακούγεται όμορφα, όπως είπε όμως ο ίδιος σε μια τουριστική έκθεση του Βερολίνου, «χρειάζεται διάθεση και οργάνωση». Να δύο λέξεις που πρέπει να επανιδρυθούν.