Το βιβλίο πρωτοκυκλοφόρησε το 1979. Και οι δύο λέξεις του τίτλου δεν ήταν πολύ οικείες στην ελληνική κοινωνία, χρειάστηκε να ανοιχτούν λεξικά, όπως θα ξαναγινόταν λίγα χρόνια αργότερα, αλλά για διαφορετικούς λόγους, με την «αρωγή» και την «ευδοκίμηση». Τι ιστορία όμως! Τι ωραία περιέγραφε ο Αλέξανδρος Κοτζιάς εκείνον τον Κατσαντώνη, που πρόδιδε με τη σειρά όλους τους συνεργάτες του, πρώτα τους Γερμανούς, μετά τους αντάρτες, μετά τους χουντικούς, πάντα για λόγους επιβίωσης φυσικά, απλώς και μόνο επιβίωσης…

Εκτοτε ξέρουμε καλά, ή θα έπρεπε να ξέρουμε, τι σημαίνει «αντιποίηση αρχής». Την είδαμε να ασκείται από τους χρυσαυγίτες που έκαναν ελέγχους σε άδειες αλλοδαπών μικροπωλητών στις λαϊκές, εξακολουθούμε να τη βλέπουμε κάθε τόσο στις επιθέσεις με τις οποίες ο Ρουβίκωνας ισχυρίζεται ότι απονέμει δικαιοσύνη. Αντιποιούμαι αρχή σημαίνει ότι ασκώ δικαίωμα ή εξουσία ή καθήκοντα που ανήκουν σε άλλον.

Είναι αλήθεια ότι λίγοι θα μπορούσαν να συνδέσουν πιο εύστοχα και πιο καίρια από τον Ευάγγελο Βενιζέλο αυτόν τον όρο με το θέμα που δεσπόζει και δηλητηριάζει την πολιτική ατζέντα. «Η κυβέρνηση αντιποιείται εισαγγελικά και δικαστικά καθήκοντα» αναφέρει στη μήνυσή του κατά του ενός από τους τρεις ανώνυμους μάρτυρες. «Προαναγγέλλει, προετοιμάζει, οργανώνει, παρεμβαίνει, αξιολογεί, προωθεί». Σε επτά ρήματα, σύμπασα η κυβερνητική αυθαιρεσία.

Σύμφωνα με το άρθρο 175 του Ποινικού Κώδικα, η αντιποίηση αρχής τιμωρείται με φυλάκιση έως ενός έτους και χρηματική ποινή. Το σόου με τις δέκα κάλπες και τα 3.300 ψηφοδέλτια που έχει στηθεί από το πρωί στο ελληνικό Κοινοβούλιο δεν εμπίπτει όμως στον ποινικό, αλλά στον πολιτικό και κυρίως στον ηθικό κώδικα. Στο όνομα της διερεύνησης ενός υπαρκτού και μεγάλου σκανδάλου, η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ επιχειρεί να διασύρει τους σημαντικότερους πολιτικούς της αντιπάλους. Δεν έχει σημασία γι’ αυτήν αν είναι αθώοι ή ένοχοι. Αυτό που έχει σημασία είναι να κουβαλάνε στο εξής τη ρετσινιά ότι μπορεί και να τα πήραν.

Δεν έχει σημασία, αντιστοίχως, αν την επίμαχη περίοδο ο Βενιζέλος είχε αποχωρήσει από το υπουργείο Οικονομικών και είχε αναλάβει την προεδρία του ΠΑΣΟΚ. «Να πας να ζητήσεις εξηγήσεις από τη Novartis!» απαιτεί μια εφημερίδα που τον κάνει πρωτοσέλιδο. Δεν έχει σημασία αν ο Παναγιώτης Πικραμμένος ήταν πρωθυπουργός για έναν μήνα. «Αν δεν είσαι ένοχος, να το αποδείξεις!» κραυγάζει ο υπουργός Εξωτερικών.

Από τη συζήτηση που θα γίνει σήμερα, ελάχιστα θα μάθει ο ελληνικός λαός για το πάρτι που γινόταν για χρόνια με τις φαρμακευτικές δαπάνες και τις συνέπειες που είχε στη χρεοκοπία της χώρας. Αντί να χυθεί φως σε ένα πολύκροτο σκάνδαλο, θα επιχειρηθεί –ασφαλώς ματαίως –να λυθούν παλιοί λογαριασμοί. Ο «τριακονταετής πόλεμος» (1943 – 1973) στον οποίο αναφερόταν ο Αλέξανδρος Κοτζιάς αναβιώνει. Ή δεν τελείωσε ποτέ.